Η Τρελή Αγορά του Πετρελαίου

Από αφελείς έως αμήχανες θα χαρακτήριζα τις επανειλημμένες δηλώσεις του προέδρου της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ, σχετικά με τους κερδοσκόπους που λυμαίνονται την αγορά του πετρελαίου. Από έναν τέτοιο αξιωματούχο, θα περίμενε κανείς όχι αόριστες και γενικόλογες καταγγελίες, αλλά μια πρόταση για διέξοδο από την κρίση και μάλιστα απ΄ αυτές που δεν περνούν ως αυτονόητες από το μυαλό του μέσου πολίτη-καταναλωτή.
Του Ηλία Ευθυμιόπουλου
Παρ, 4 Ιουλίου 2008 - 15:24

Από αφελείς έως αμήχανες θα χαρακτήριζα τις επανειλημμένες δηλώσεις του προέδρου της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ, σχετικά με τους κερδοσκόπους που λυμαίνονται την αγορά του πετρελαίου. Από έναν τέτοιο αξιωματούχο, θα περίμενε κανείς όχι αόριστες και γενικόλογες καταγγελίες, αλλά μια πρόταση για διέξοδο από την κρίση και μάλιστα απ΄ αυτές που δεν περνούν ως αυτονόητες από το μυαλό του μέσου πολίτη-καταναλωτή.

Κατ΄ αρχάς, η ίδια η έννοια κερδοσκόπος χωράει πολύ νερό, αφού περιλαμβάνει ομού μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, τζογαδόρους (hedge funds), συνταξιοδοτικούς οργανισμούς και μεμονωμένους μικροεπενδυτές που απλώς ποντάρισαν σ΄ ένα άλογο που τρέχει. Όπως σε κάθε χρηματιστήριο. Όμως δεν είναι αυτοί που ανεβάζουν τις τιμές.

Αυτοί επωφελούνται. Με την ίδια έννοια που δεν είναι υπεύθυνοι οι «κερδοσκόποι» της γης, που έχουν εκτινάξει τα οικόπεδα της καμένης και εν πολλοίς κατεστραμμένης Πεντέλης στα 2 εκατ. το στρέμμα. Υπεύθυνες είναι οι συνθήκες της αγοράς, η απραξία των κυβερνήσεων και οι επίμονες προτιμήσεις των καταναλωτών. Βέβαια στην περίπτωση του πετρελαίου, η αγορά είναι πολύπλοκη και πολλαπλοί οι παράγοντες που την επηρεάζουν. Κατά τα φαινόμενα, η βασική αιτία για την άνοδο των τιμών βρίσκεται στον συνδυασμό της αυξημένης κατανάλωσης από τη μεριά των αναδυόμενων οικονομιών (βλέπε Κίνα, Ινδία κ.λπ.) που και πολυπληθείς είναι, και έχουν απ΄ ό,τι φαίνεται αποφασίσει να μπουν για τα καλά στον διεθνή ανταγωνισμό, επιδοτώντας ισχυρά την εσωτερική κατανάλωση του μαύρου χρυσού και των παραγώγων του. Και εδώ βρίσκεται η ευθύνη των διεθνών οργανισμών και των ηγετών που συμμετέχουν στις διασκέψεις κορυφής, που δεν προβάλλουν μέτρα αντι-ντάμπινγκ σε μια στιγμή που η παγκόσμια οικονομία περνάει μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της.

Από την άλλη μεριά, η αύξηση της ζήτησης δεν είναι κάτι στο οποίο μπορεί να ποντάρει κανείς, αφού οι δυνατότητες στη Μέση Ανατολή και την Αραβία είναι λίγοπολύ δεδομένες και οι εναλλακτικές λύσεις της δεκαετίας του ΄70 (πετρέλαια της Βόρειας Θάλασσας) δεν μπορούν το ίδιο εύκολα να ενεργοποιηθούν. Να προσθέσουμε σ΄ αυτό πως τόσο οι παραγωγοί όσο και οι σχετιζόμενοι με τον κύκλο εμπορία, διύλιση και διανομή του πετρελαίου και της βενζίνης, δεν έχουν κανέναν λόγο να ρίξουν τις τιμές αν δεν πιεστούν, αφού μια χαρά βολεύονται με τα υπερκέρδη που εισρέουν στα ταμεία τους και τα οποία ορίζονται ως ποσοστό σε μια τιμή που τη διαμορφώνει ένα απρόσωπο χρηματιστηριακό σύστημα. Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι το πετρέλαιο έπαψε προ πολλού να είναι ένα προϊόν που ορίζεται από το κόστος του κεφαλαίου και της εργασίας και πέρασε μέσα στον απρόβλεπτο και ανεξέλεγκτο κύκλο της προσφοράς και της ζήτησης ενός αγαθού εν ανεπαρκεία. Αγαθού τρόπος του λέγειν, αν σκεφτούμε το αίμα που το συνοδεύει από τους αλλεπάλληλους πολέμους, τον ιδρώτα και τις ζωές των κολασμένων (βλέπε Νιγηρία) και τα προβλήματα στο περιβάλλον, με κορυφαίο αυτό του θερμοκηπίου.

Έτσι, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, μπήκαμε ήδη στη μεταπετρελαϊκή εποχή και κανένας αγωγός απ΄ όπου κι αν προέρχεται δεν θα μας σώσει εφόσον και οι προμηθευτές μας είναι μέρος του παιχνιδιού. Αυτό το ξέραμε, αλλά δεν κάναμε πολλά για να είμαστε έτοιμοι ως χώρα. Ενώ δηλαδή βλέπαμε το επερχόμενο τέλος, συνεχίζαμε να ποντάρουμε στις οδικές μεταφορές (βλέπε Εγνατία) για την πολυπόθητη ανάπτυξη. Στο ίδιο διάστημα, παρά τις απόπειρες εκσυγχρονισμού, ο ΟΣΕ βουλιάζει στα χρέη του και το τρένο συνεχώς απαξιώνεται. Το ίδιο και η πολιτική στην κατοικία. Ουδόλως προσανατολίστηκε στην εξοικονόμηση ενέργειας (άλλο ένα ευρωπαϊκό αρνητικό ρεκόρ) και συνέχισε με τα ίδια ενεργοβόρα και απαράδεκτα κτίρια, κόντρα μάλιστα και στην ήδη ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία. Όσο για τις ανανεώσιμες πηγές, ενώ κάναμε κάποια βήματα, ξεχάσαμε τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό κι αφεθήκαμε να μας παρασύρουν μόδες και πρακτικές που συχνά σκοντάφτουν στις ανελαστικές δομές του βαθέος κράτους, τη δυσπιστία των τοπικών κοινωνιών και στην ανεπάρκεια των μηχανισμών υποστήριξης, της παιδείας συμπεριλαμβανομένης.

Όμως ένα μέρος των «ευκαιριών μέσα από την κρίση» είναι ακόμη μπροστά μας. Οι τιμές του πετρελαίου θα ξαναπέσουν. Με τη διαφορά πως την τρίτη φορά, δεν θα μπορούμε να ισχυριστούμε πως μας πιάσανε στο ύπνο.

Ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος είναι πρώην υφυπουργός.

(Από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 04/07/2008)