Του Αιμιλίου Μπούσιου Νέα Λιόσια – Ενας διαφορετικός κόσμος Η αποκομιδή των αστικών απορριμμάτων είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες. Εκεί που δεν υπάρχει ολοκληρωμένος σχεδιασμός ή συστηματική εφαρμογή καλά σχεδιασμένων διαδικασιών και μεθόδων, εύκολα μπορούν να δημιουργηθούν εφιαλτικές καταστάσεις. Στα Νέα Λιόσια, στην περιοχή όπου καταλήγουν τα απορρίμματα του Αττικού Λεκανοπεδίου, η διαπίστωση αυτή επαληθεύεται με τον πιο παραστατικό τρόπο. Πρόκειται για μια περιοχή που εντυπωσιάζει κυριολεκτικά τον επισκέπτη με την έκταση που έχει λάβει η υποβάθμισή της. Αποτέλεσμα ασφαλώς των αδίστακτων και ασύδοτων ανθρώπινων συμπεριφορών και δραστηριοτήτων, μιας φανερής αποδιάρθρωσης των μηχανισμών της πολιτείας και της έλλειψης κοινωνικής ευαισθησίας για την ποιότητα του περιβάλλοντος. Είναι επομένως εύλογο, να προκαλεί ζωηρό ενδιαφέρον το γεγονός ότι, στη χωματερή των Νέων Λιοσίων λειτουργεί από το Σεπτέμβριο του 2001 ένας σταθμός παραγωγής ενέργειας ο οποίος, αξιοποιεί ενεργειακά τα απορρίμματα που αποτίθενται σε αυτήν (με την καύση του βιοαερίου που παράγουν ούτως ή άλλως) και ταυτοχρόνως συμβάλλει στη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών της περιοχής. Τι είναι το βιοαέριο Το βιοαέριο παράγεται σε όλους τους χώρους απόθεσης απορριμμάτων, όταν αυτά βρεθούν σε συνθήκες αποκλεισμού του αέρα, μέσω διαδικασιών αποσύνθεσης και οξείδωσης των οργανικών ουσιών τους, με τη βοήθεια αναερόβιων μικροοργανισμών. Περιέχει κυρίως μεθάνιο (40% έως 75%) και διοξείδιο του άνθρακα (22% έως 55%) μαζί με υδρατμούς και μικρές ποσότητες αζώτου, υδρογόνου, αμμωνίας και υδροξειδίου του θείου. Η κατωτέρα θερμογόνος δύναμη ενός κυβικού μέτρου βιοαερίου κυμαίνεται, από 3.500 έως 6.500 kcal, ανάλογα με της σύνθεση και την προέλευση των απορριμμάτων από τα οποία προέρχεται (η θερμογόνος δύναμη του βιοαερίου που παράγεται στα Νέα Λιόσια, σύμφωνα με τους τεχνικούς που επιβλέπουν τη λειτουργία του σταθμού βιοαερίου, κυμαίνεται μεταξύ 3.600 και 4.500 kcal και η μέση περιεκτικότητά του σε μεθάνιο είναι κατά μέσο όρο περίπου 52%). Ακόμα και στις περιπτώσεις που καλύπτονται οι χωματερές με φυτική γη, το βιοαέριο διεισδύει και βρίσκει διεξόδους προς την ατμόσφαιρα και λόγω του μεθανίου που περιέχει επιβαρύνει σημαντικά το περιβάλλον, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το μεθάνιο επιδράει από 22 έως και 40 φορές δραστικότερα από το CO2 στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ταυτόχρονα δημιουργεί προβλήματα στην περιβαλλοντική αποκατάσταση των χωματερών, διότι εμποδίζει τη βλάστηση των ρυπών, ρυπαίνει την ατμόσφαιρα με οσμές και πολλές φορές είναι πρόξενος πυρκαγιών. Για τους λόγους αυτούς ως καύσιμο συγκαταλέγεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η αξιοποίηση ενός καύσιμου, που διατίθεται έτσι και αλλιώς και η χρήση του είναι περιβαλλοντικά χρήσιμη, είναι επόμενο να οδηγεί και σε ικανοποιητικά οικονομικά αποτελέσματα, κάτι που συμβαίνει άλλωστε και σο σταθμό βιοαερίου των Νέων Λιοσίων, όπως προκύπτει από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα της λειτουργίας του. Ο σταθμός βιοαερίου στα Νέα Λιόσια Το τελευταίο τμήμα του δρόμου που οδηγεί στο σταθμό βιοαερίου των Νέων Λιοσίων έχει μόνον υποτυπώδη χαρακτηριστικά ενός δρόμου. Τα ίχνη μιας παλιάς ασφαλτόστρωσης διακόπτονται συνεχώς από μεγάλες και διάσπαρτες λακκούβες καθ’ όλο το μήκος και το πλάτος του και γενικά, η πρόσβαση στη μονάδα δεν είναι δυνατή χωρίς ένα ειδικό όχημα για ανώμαλα εδάφη. Σε μικρή απόσταση από το σταθμό εξελίσσεται η χωματερή η οποία επεκτείνεται διαρκώς, ενώ τα μέτρα της περιβαλλοντικής αποκατάστασής της δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ιδιαίτερα επιτυχημένα. Μια σύγχρονη και πανάκριβη μονάδα ανακύκλωσης απορριμμάτων που βρίσκεται επίσης σε μικρή απόσταση από το σταθμό, για λόγους που δεν είναι εύκολο να αναλυθούν εδώ, δεν έχει λειτουργήσει ποτέ από τότε που κατασκευάστηκε (πριν δύο χρόνια περίπου). Είναι φυσιολογικό επομένως να νιώσει κανείς κάπως αισιόδοξος όταν βρεθεί στο χώρο του σταθμού, όπου η αίσθηση της νοικοκυροσύνης είναι εμφανής και το υπεύθυνο για τη λειτουργία του τεχνικό προσωπικό φαίνεται να βρίσκεται σε εγρήγορση και να ενδιαφέρεται για τα αποτελέσματα της δουλειάς του. Ο σταθμός κατασκευάστηκε από την εταιρεία Βιοαέριο – Ενέργεια Άνω Λιοσίων (ΒΕΑΛ) Ε.Π.Ε. στην οποία συμμετέχουν η ελληνική εταιρεία ΤΟΜΗ Α.Τ.Ε. (μέλος του Ομίλου «Ελληνική Τεχνοδομική – ΑΚΤΩΡ – ΤΕΒ») και η αυστραλέζικη Energy Developments Limited (η οποία διέθεσε και την τεχνογνωσία), σε συνεργασία με τον Ενιαίο Σύνδεσμο Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (ΕΣΔΚΝΑ). Το τελικό κόστος της κατασκευής του ανήλθε σε 6,6 δις. δραχμές από τα οποία το 45% προήλθε από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ενέργειας του Υπουργείου Ανάπτυξης, ως επιδότηση. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα σταθμό συμπαραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, με συνολική ισχύ 16,0 MW θερμική και 13,8 MW ηλεκτρική. Η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από 11 αεριοκίνητα ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη (Η/Ζ) τύπου DEUTZ TBG 620V16K, ισχύος 1.255 kW το καθένα, τα οποία είναι αυτοματοποιημένα, πλήρως αυτόνομα και τοποθετημένα, σε container. Από τη θερμική ενέργεια θα ήταν δυνατόν να αξιοποιηθούν 9,5 MW μέσω ενός συστήματος ανάκτησης θερμικής ενέργειας. Τουλάχιστον όμως προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, επειδή δεν υπάρχουν δραστηριότητες στην περιοχή που να χρειάζονται αξιόλογα θερμικά φορτία και κατ’ ανάγκη η θερμική ενέργεια πετιέται κυριολεκτικά στην ατμόσφαιρα μέσω συστημάτων ψύξης των μηχανών που διαθέτει. Η άντληση και συλλογή του βιοαερίου γίνεται από τις περιοχές εκείνες της χωματερής στις οποίες, μετά το 1995 δεν έχουν αποτεθεί άλλα απορρίμματα και σήμερα είναι καλυμμένες με φυτική γη. Για το σκοπό αυτό έχουν διανοιχτεί 243 κατακόρυφα φρεάτια, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με ένα οριζόντιο δίκτυο σωληνώσεων συνολικού μήκους 25.000 μέτρων περίπου. Για καλύτερο έλεγχο και ευκολότερη ρύθμιση (ροής και ποιότητας του βιοαερίου) του κάθε φρεατίου ξεχωριστά, τα φρεάτια ομαδοποιούνται σε 19 υποσταθμούς. Το 2002 η συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας του σταθμού προσέγγισε τις 90 GWh. Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε ένα συντελεστή φόρτισης της τάξεως του 75%, ένα ποσοστό που συνιστά μια εξαιρετική επίδοση για σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και οδηγεί σε πολύ καλά οικονομικά αποτελέσματα. Τι ποιο λογικό επομένως για τη ΒΑΕΛ ΕΠΕ να προγραμματίζει την επέκταση του σταθμού, με την εγκατάσταση άλλων 7 ηλεκτροπαραγωγών ζευγών (περίπου 9 MW) και να σχεδιάζει την κατασκευή παρόμοιων σταθμών και σε άλλα μέρη της Ελλάδας (5 MW στη Θεσσαλονίκη, 1,25 MW στο Βόλο και 1,25 MW στην Κέρκυρα). (Από το «Παρατηρητήριο της Ενέργειας» ΙΣΤΑΜΕ (Ινστιτούτο Στρατηγικών & Αναπτυξιακών Μελετών, Απρίλιος 2003)

Διαβάστε ακόμα