Το Ευρωπαϊκό Όραμα

Οι 25 χώρες που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, μοιράζονται ένα όραμα κοινού μέλλοντος, το οποίο ελπίζουν ότι θα διαμορφωθή μέσα από τους θεσμούς συνεργασίας που έχουν δημιουργηθή. Το ζήτημα όμως είναι, ότι αυτό το όραμα δεν είναι ενιαίο. Ίσως θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι κάθε χώρα έχει το δικό της όραμα.
Του Ευθ. Π. Πέτρου
Τρι, 15 Ιουλίου 2008 - 12:25

Οι 25 χώρες που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, μοιράζονται ένα όραμα κοινού μέλλοντος, το οποίο ελπίζουν ότι θα διαμορφωθή μέσα από τους θεσμούς συνεργασίας που έχουν δημιουργηθή. Το ζήτημα όμως είναι, ότι αυτό το όραμα δεν είναι ενιαίο. Ίσως θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι κάθε χώρα έχει το δικό της όραμα. Όμως είναι πραγματικότης ότι η κάθε χώρα έχεις τους δικούς της στόχους, τους οποίους σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό προσπαθεί να εξυπηρετήση αξιοποιώντας και τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς.

Το γεγονός εξ άλλου ότι οι ευρωπαϊκές συνθήκες (τα λεγόμενα «ευρωσυντάγματα») είχαν πολύ κακή τύχη όπου ετέθησαν στην κρίση της λαϊκής ετυμηγορίας, αποδεικνύει ότι υπάρχει διάστασις θέσεων μεταξύ κυβερνήσεων και κοινής γνώμης. Χωρίς να σημαίνη αυτό ότι οι Ιρλανδοί (που τελευταίως απέρριψαν την ευρωπαϊκή συνθήκη) έπαυσαν ξαφνικά να πιστεύουν στην ΕΕ.

Υπάρχει όμως μεγάλη ασάφεια ως προς τους κοινούς στόχους που μπορεί να έχουν οι 25 χώρες της ΕΕ.

Δεν υπάρχουν στις ημέρες μας πολιτικοί ηγέτες του επιπέδου εκείνων οι οποίοι είχαν δημιουργήσει την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, ώστε μέσα από το ευρωπαϊκό όραμα να διαμορφώσουν ρεαλιστικούς στόχους, κατανοητούς, αποδεκτούς και επωφελείς για όλες τις χώρες μέλη.

Μέσα από την διαδικασία διαρκούς μετεξελίξεως που βιώνει η Ευρωπαϊκή Ένωσις, έχει διαφανή πλέον ότι οι στρατηγικοί στόχοι που τίθενται δεν έχουν και μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα. Το χειρότερο δε είναι, ότι άπαξ και αρχίσουν να κινούνται οι διαδικασίες οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί προσαρμόζονται στον τεθέντα στόχο και δαπανούν πόρους και προσπάθειες χωρίς να μετρά κανείς το αποτέλεσμα…

Επί παραδείγματι, έχει θεσμοθετηθή η θέσις του Υπάτου Εκπροσώπου Κοινής Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής που ισοδυναμεί προς τα καθήκοντα υπουργού Εξωτερικών και Αμύνης, χωρίς η ΕΕ να έχη ούτε αμυντική ούτε εξωτερική πολιτική!

Απεναντίας, δεν έχει θεσμοθετηθή αντίστοιχης βαρύτητος θέσις για την οικονομική πολιτική, η οποία αποτελεί την βασικότερη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, δεδομένου μάλιστα και του ότι οι περισσότερες χώρες-μέλη μετέχουν του κοινού νομίσματος. Οι χειρισμοί που αφορούν στην νομισματική πολιτική, έχουν αφεθή αποκλειστικώς σε τεχνοκράτες -στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- ενώ η πεπατημένη σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες ήταν -και είναι- η πολιτική αυτή να διαμορφώνεται από την σύνθεση της πολιτικής θέσεως την οποία εκπροσωπεί ο εκάστοτε υπουργός Οικονομίας και της τεχνοκρατικής την οποία εκπροσωπεί ο διοικητής της κεντρικής τραπέζης.

Ο Ευρωπαίος πολίτης διαπιστώνει ότι κατ’ ανάλογο τρόπο, πολλές μείζονος σημασίας αποφάσεις διαμορφώνονται από την λεγομένη ευρω-γραφειοκρατία χωρίς ιδιαίτερη πολιτική παρέμβαση. Αυτός είναι ένας παράγων όχι απλώς δυσπιστίας, αλλά και ανησυχίας. Διότι έχει διαμορφωθή η εντύπωσις ότι αυτή η ευρω-γραφειοκρατία είναι παντελώς ανεξέλεγκτη και σχεδιάζει το μέλλον της Ευρώπης με βάση τα δικά της, συντεχνιακά σε μεγάλο βαθμό κριτήρια.

Ανεξαρτήτως του εάν και κατά πόσον η εντύπωσις αυτή των πολιτών αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, το γεγονός ότι υφίσταται δημιουργεί ένα πολιτικό δεδομένο που δεν μπορεί να παραβλέπεται. Και αν δηλαδή η εντύπωσις αυτή είναι εσφαλμένη, αυτό αποδεικνύει ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά στο κέντρο της ΕΕ, αφού οι πολίτες δεν ενημερώνονται επαρκώς, και το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται τέτοιες πλάνες.

Το σύνολο των αρχών που συνιστούν το λεγόμενο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» στηρίζεται κατ’ εξοχήν στην δημοκρατική αντίληψη και στην αποδοχή της ελευθέρας οικονομίας. Κάτι που αποδέχονται όλοι οι Ευρωπαίοι. Και μόνον σε αυτές τις αρχές μπορεί να στηριχθή το όποιο όραμα για το μέλλον της ΕΕ. Η άποψις που προβάλλεται ότι «αν περιμένουμε να ωριμάση η ιδέα της στενώτερης πολιτικής ενώσεως, μπορεί να περιμένουμε εσαεί» δεν δικαιολογεί βεβιασμένες αποφάσεις για συνταγματικές συνθήκες ή άλλες δεσμευτικές ενέργειες.

Ήδη, με τις αλλεπάλληλες διευρύνσεις, η ΕΕ έχει καταστή σε μεγάλο βαθμό ένωσις κρατών διαφορετικού πολιτικού και πολιτιστικού προσανατολισμού με μεγαλύτερη σύγκληση στον οικονομικό τομέα. Για την ώρα λοιπόν, η προσπάθεια και οι στόχοι πρέπει να επικεντρωθούν σε αυτόν. Όπου αν μη τι άλλο, τα μεγέθη και τα αποτελέσματα είναι μετρήσιμα.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 15/07/2008)