Πετρέλαιο και Ακρίβεια

Η συνεχής αύξηση των τιμών του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές τους τελευταίους μήνες με την παράλληλη αύξηση των τιμών πολλών καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών έχει δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο βασικός ένοχος για την παρατηρούμενη ακρίβεια είναι το πετρέλαιο.
Energia.gr
Τρι, 15 Ιουλίου 2008 - 10:22

Η συνεχής αύξηση των τιμών του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές τους τελευταίους μήνες με την παράλληλη αύξηση των τιμών πολλών καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών έχει δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο βασικός ένοχος για την παρατηρούμενη ακρίβεια είναι το πετρέλαιο. Ουδέν το αναληθέστερον διότι η εκτόξευση των τιμών του αργού σε πρωτόγνωρα ύψη – $147.50 το βαρέλι την περασμένη εβδομάδα – μπορεί μεν να έχει επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, η οποία ήδη πλήττεται, όμως αυτό δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε ανατιμήσεις προϊόντων και ακρίβεια.

Όχι ότι το πετρέλαιο δεν συμβάλει καθόλου στις ανατιμητικές τάσεις πολλών προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά αυτό δεν μπορεί να φταίει για όλα και άρα να δαιμονοποιείται από τα ΜΜΕ ως η βασική αιτία. Κατ΄ αρχάς εάν μελετήσουμε την αύξηση στις τιμές των προϊόντων πετρελαίου στην Ελληνική αγορά, και στην Ευρωπαϊκή γενικότερα, τους τελευταίους μήνες θα διαπιστώσουμε ότι ενώ οι διεθνείς τιμές Brent έχουν αυξηθεί συνολικά κατά 363% τα τελευταία 4 χρόνια η μέση τιμή της αμόλυβδης έχει αυξηθεί μόνο κατά 73.8%.

Βασικός λόγος για την μη αντίστοιχη αύξηση των τιμών των εγχώριων πετρελαϊκών προϊόντων είναι το ακριβό ευρώ, η ισοτιμία του οποίου με το δολάριο έχει φθάσει σχεδόν το 1.6, το οποίο προσφέρει έτσι ασπίδα προστασίας από τις συνεχείς αυξήσεις των διεθνών τιμών οι οποίες ως γνωστόν εκφράζονται σε δολάρια.

Για να αντικρούσουμε την «θεωρία» ότι πίσω από όλες τις πρόσφατες ανατιμήσεις κρύβεται το ακριβό πετρέλαιο αρκεί να αναφέρουμε ότι σήμερα, σε σχέση με ότι ίσχυε πριν από 30 χρόνια, η συμμετοχή του πετρελαίου στην παραγωγική διαδικασία είναι πολύ μικρότερη. Σύμφωνα με μια επισταμένη έρευνα του ΜΙΤ (βλέπε Economist 17,11,2007) η κατανάλωση πετρελαίου ανά παραγωγική μονάδα ΑΕΠ, στις επτά μεγαλύτερες βιομηχανικές χώρες, έχει μειωθεί σχεδόν 50%. Δηλαδή οι πλούσιες χώρες καταναλώνουν σήμερα το μισό πετρέλαιο, για την παραγωγή μιας αναπροσαρμοσμένης μονάδας GDP σε σύγκριση με την δεκαετία του ’70. Ως εκ τούτου η αρνητική επίπτωση από το ακριβό πετρέλαιο στην οικονομία είναι πολύ ολιγότερο ισχυρή σε σχέση με ότι συνέβαινε την εποχή της πρώτης και της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης (1973 – 1982), ενώ σήμερα οι οικονομίες έχουν επιπλέον την δυνατότητα μιας πιο εύκολης προσαρμογής. Σε αντίθεση με τότε οι ανατιμήσεις στο πετρέλαιο δεν συνοδεύονται από συνεχείς αναπροσαρμογές σε μισθούς (θυμηθείτε την Αυτόματη Τιμολογιακή Αναπροσαρμογή, γνωστή ως ΑΤΑ), κάτι που οδήγησε τότε σε παγκόσμια ύφεση με κύρια αιτία το ακριβό πετρέλαιο.

Όμως το υψηλό επίπεδο τιμών πολλών προϊόντων και υπηρεσιών που παρατηρούμε σήμερα σε συνδυασμό με έναν υψηλό ρυθμό αύξησής τους, που έχουν οδηγήσει σε πληθωρισμό ρεκόρ του 5%, (σε επίπεδο διπλάσιο αυτού που τρέχει σήμερα στην Ευρωζώνη) είναι ότι χειρότερο μπορεί να συμβεί για την κατανάλωση. Ακόμα και εάν ο κύκλος κλείσει σε αυτά τα επίπεδα ακόμα και χωρίς άλλες αυξήσεις πετρελαίου, ο πληθωρισμός θα μείνει στο «άνω του 5%» για πάρα πολλούς μήνες. Αυτό όμως συμβαίνει όχι λόγω του ακριβού πετρελαίου, ο ρόλος του οποίου είναι οριακός, και είναι ζήτημα αν συμβάλλει 4.0 – 5.0 % στην αύξηση του τιμαρίθμου, αλλά λόγω της αύξησης της ζήτησης.

Και η ζήτηση αυξάνει διότι έχει αυξηθεί η προσφορά χρήματος από τις τράπεζες (Μ0 μέχρι Μ3). Επιπλέον, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις ελάχιστες χώρες (μαζί με την Ισπανία και το Βέλγιο στην Ευρωζώνη) που έχουν τιμαριθμοποιήσει τις αυξήσεις των εισοδημάτων. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί και ο κ. Μπάμπης Παπαδημητρίου (βλέπε Καθημερινή της 12/07/2008) αυτό εξηγεί πολύ καλά γιατί το γενικό επίπεδο τιμών έχει πρακτικώς εξομοιωθεί με το μέσο επίπεδο των χωρών της Ευρωζώνης, όταν μετατρέψουμε τα εισοδήματα σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής αξίας. Σε καθημερινά «ελληνικά», το αίσθημα της, μέσα σε μια 15ετία, προσέγγισης του επιπέδου τιμών εξηγεί τις παρατηρήσεις πως στην Ελλάδα είναι ακριβότερη η... φέτα, πολύ ακριβότερος ο σερβιρισμένος... καφές και ακόμη πιο ακριβά τα τυριά, το γάλα και το... λάδι!»

Όμως για την αύξηση της ζήτησης και την καθιέρωση νέων καταναλωτικών συνηθειών καθώς και την αθρόα προσφορά καταναλωτικών δανείων από τις Τράπεζες δεν είναι δυνατό να φταίει το πετρέλαιο. Οι αρμόδιοι ας αναζητήσουν αλλού τις αιτίες και κυρίως στην αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Έλληνα καταναλωτή ο οποίος πληρώνει αγογγύστως ότι τιμές αξιώνουν οι εκάστοτε μαγαζάτορες και τα super markets (κοινώς μπακάλικα) ταυτόχρονα δε εκφράζει δυσθυμία για την ακρίβεια της αγοράς.