Υπό την πίεση του Κογκρέσου, που ζητεί ρύθμιση των αγορών εξ αιτίας της εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου, η αμερικανική εποπτική αρχή της αγοράς προθεσμιακών συμβολαίων εμπορευμάτων (CFTC) κατηγόρησε την ολλανδική εταιρεία Optiver Holding BV για χειραγώγηση των αμερικανικών αγορών ενέργειας. Της επέρριψε ειδικότερα ότι κέρδισε ποσό άνω του ενός εκατ. δολαρίων χειραγωγώντας τις αγορές αργού, βενζίνης και πετρελαίου θέρμανσης στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης τον Μάρτιο του 2007.

Υπό την πίεση του Κογκρέσου, που ζητεί ρύθμιση των αγορών εξ αιτίας της εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου, η αμερικανική εποπτική αρχή της αγοράς προθεσμιακών συμβολαίων εμπορευμάτων (CFTC) κατηγόρησε την ολλανδική εταιρεία Optiver Holding BV για χειραγώγηση των αμερικανικών αγορών ενέργειας. Της επέρριψε ειδικότερα ότι κέρδισε ποσό άνω του ενός εκατ. δολαρίων χειραγωγώντας τις αγορές αργού, βενζίνης και πετρελαίου θέρμανσης στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης τον Μάρτιο του 2007.

Στη σχετική καταγγελία, την οποία υπέβαλε επισήμως την Παρασκευή, επιρρίπτει στην ολλανδική εταιρεία ότι προσπάθησε να «εξαναγκάσει την αγορά» αγοράζοντας και πουλώντας τεράστιες ποσότητες προθεσμιακών συμβολαίων τα τελευταία λεπτά πριν από τη λήξη της συνεδρίασης προκειμένου να επηρεάσει τις τιμές. Εκτιμά μάλιστα πως η Optiver μαζί με δύο από τις θυγατρικές της προσπάθησε να χειραγωγήσει τις αγορές προθεσμιακών συμβολαίων καυσίμων σε 19 διαφορετικές περιστάσεις και το πέτυχε τουλάχιστον στις πέντε από αυτές, «προκαλώντας τεχνηέντως αλλαγή στις τιμές». Ειδικότερα, αναφέρεται σε δύο περιστάσεις, στις 16 και στις 19 Μαρτίου, οπότε η ολλανδική εταιρεία πέτυχε αλλαγές στην τιμή του ελαφρού αργού, μία φορά άνοδο 79 σεντς και μία πτώση κατά 49 σεντς.

Η εξέλιξη έγινε γνωστή ενώ αναμενόταν η ψηφοφορία της Γερουσίας επί του νομοσχεδίου για την πάταξη της κερδοσκοπίας στις αγορές ενέργειας και την επέκταση των αρμοδιοτήτων της εποπτικής αρχής. Σε ό,τι αφορά τη Βουλή των Αντπροσώπων, η πρόεδρος Νάνσι Πελόζι ανέφερε πως θα ασχοληθεί με το θέμα «πιθανώς στη διάρκεια της εβδομάδας». Αναλυτές της αγοράς, πάντως, επισημαίνουν ότι το Κογκρέσο προσπαθεί να βρει κάποιον να του επιρρίψει την ευθύνη και η εποπτική αρχή προσπαθεί να διασφαλίσει ότι δεν θα είναι αυτή που θα κατηγορηθεί.

Η εν λόγω εποπτική αρχή προέβη τον Μάιο στην «έκτακτη κίνηση» να ανακοινώσει ότι είχε αρχίσει από τον Δεκέμβριο να διερευνά τη διαπραγμάτευση, μεταφορά, αποθήκευση και αγορά αργού πετρελαίου. Ο πρόεδρός της, Γουόλτερ Λούκεν, τόνισε πως «αν και οι ύποπτες συναλλαγές διήρκεσαν μόλις λίγες ημέρες τον Μάρτιο του 2007, δεν πρόκειται να ανεχθούμε στρεβλώσεις τιμών».

Στην καταγγελία που υπέβαλε η CFTC την Παρασκευή αναφέρονται τα ονόματα τριών υπαλλήλων της Optive, μεταξύ των οποίων και του διευθύνοντος συμβούλου Μπάστιαν βαν Κέμπεν, τον οποίο κατηγορεί ότι συγκάλυψε τη χειραγώγηση και παρουσίασε ψευδείς ανακοινώσεις στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης. Σε ό,τι αφορά τους άλλους υπαλλλήλους που είχαν την ευθύνη για τις συναλλαγές, η ανακοίνωση της CFTC τονίζει πως έχουν καταγραφεί σε τηλεφωνική συνδιάλεξη στην οποία «παραδέχονται ότι διασκέδασαν με τη μέθοδο χειραγώγησης που χρησιμοποίησαν, ενώ παράλληλα συζητούν κατά πόσον θα το επεκτείνουν και σε άλλες αγορές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των «μαλακών» εμπορευμάτων όπως η ζάχαρη, τα σιτηρά ή το καλαμπόκι».

Από την πλευρά της, η Optiver απήντησε ότι εξετάζει την εν λόγω καταγγελία την οποία «λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη και την αντιμετωπίζει με τη μέγιστη προσοχή και μέριμνα». Απέφυγε, ωστόσο, περαιτέρω σχόλια και ερωτήσεις μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι σχετικές έρευνες. Σημειωτέον ότι η Optiver, που ιδρύθηκε το 1986, αναφέρει στην ιστοσελίδα της πως είναι ο μεγαλύτερος όμιλος συναλλαγών παραγωγών στα χρηματιστήρια της Αυστραλίας και του Αμστερνταμ. Σε περίπτωση που επαληθευθούν οι κατηγορίες, τόσο η Optiver όσο και οι υπάλληλοί της που ενεπλάκησαν θα υποχρεωθούν να καταβάλουν σημαντικά πρόστιμα.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 27/07/2008)