Ο εμβληματικός νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αποκατάσταση της φύσης αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα. Ενώ η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ αναμετρήθηκε ήδη με επιμέρους αντιπαραθέσεις - από τις υψηλές τιμές του άνθρακα του περασμένου έτους έως την εξέγερση της Γερμανίας για τη σταδιακή κατάργηση των κινητήρων εσωτερικής καύσης το 2035 - η αυξανόμενη αντίδραση κατά του νόμου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αποκατάσταση της φύσης  δεν έχει προηγούμενο.

 

 

Το συντηρητικό μπλοκ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θέλει τον νόμο νεκρό. Δύο επιτροπές απέρριψαν οριστικά την πρόταση. Οι αγρότες πραγματοποίησαν μεγάλη διαμαρτυρία στις Βρυξέλλες ενώ κριτική έχει αρχίσει να συσσωρεύεται και από τους ηγέτες της ΕΕ.

Η Επιτροπή βρίσκεται σε κατάσταση πανικού. Ο επικεφαλής της Πράσινης Συμφωνίας, Φρανς Τίμερμανς, έχοντας επίγνωση του κινδύνου για το έργο του, προσπάθησε σκληρά να πείσει τους ευρωβουλευτές πριν τη διεξαγωγή κρίσιμης ψηφοφορίας στην Επιτροπή Περιβάλλοντος.

Τι προβλέπει η επίμαχη νομοθεσία

Σε όλες τις χώρες της ΕΕ είναι κοινός τόπος ότι η φύση βρίσκεται σε κακή κατάσταση με το 80% των οικοτόπων να αντιμετωπίζουν πρόβλημα.

Τα υγιή οικοσυστήματα συμβάλλουν ουσιαστικά στην εξασφάλιση της παραγωγής τροφίμων, στην προστασία από ακραία καιρικά φαινόμενα και στη μείωση των εκπομπών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η αντιστροφή της υποβάθμισης της φύσης - όπως η αποψίλωση των δασών, η ερημοποίηση ή η ρύπανση των υδάτων - είναι σημαντικό μέρος της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας της βιοποικιλότητας.

Ο νόμος για την αποκατάσταση της φύσης, που παρουσιάστηκε πέρυσι, είναι το μεγάλο σχέδιο της Επιτροπής για την αναζωογόνηση των κατεστραμμένων φυσικών περιοχών στις χώρες της ΕΕ. Η πρόταση επιβάλλει την αποκατάσταση τουλάχιστον του 20% της υποβαθμισμένης γης και των θαλασσών της ΕΕ έως το 2030 και όλων των περιοχών που χρήζουν αποκατάστασης έως το 2050.

Ο κανονισμός θέτει επίσης στόχους σε ολόκληρη την ΕΕ για την αποκατάσταση ορισμένων οικοσυστημάτων - συμπεριλαμβανομένης της εκ νέου διαβροχής του 30% των στραγγισμένων τυρφώνων έως το 2030, της αποκατάστασης 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, της αντιμετώπισης της μείωσης των επικονιαστών και της αύξησης των χώρων πρασίνου στις πόλεις.

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι είναι αδύνατο να επιτευχθεί ο νομικά δεσμευτικός στόχος της ΕΕ για την κλιματική ουδετερότητα για το 2050 - ο οποίος βασίζεται εν μέρει στην αποθήκευση CO2 σε εδάφη, δάση και άλλες φυσικές καταβόθρες άνθρακα - χωρίς αυτά τα μέτρα. Ο κανονισμός προορίζεται επίσης να ενσωματώσει στη νομοθεσία της ΕΕ τις δεσμεύσεις που αυτή ανέλαβε στη διάσκεψη κορυφής για τη βιοποικιλότητα COP15 του περασμένου έτους, οι οποίες περιλαμβάνουν την αποκατάσταση του 30% των υποβαθμισμένων περιοχών του κόσμου έως το 2030.

Ποιοι αντιδρούν

Ο νόμος δέχεται σφοδρή κριτική κυρίως από συντηρητικούς πολιτικούς και λόμπι που εκπροσωπούν τους τομείς της γεωργίας, της δασοκομίας και της αλιείας.

Μεγάλο μέρος των αντιδράσεων επικεντρώνεται γύρω από ισχυρισμούς ότι οι νέοι κανόνες απαιτούν πάρα πολλά από τους ευρωπαίους αγρότες σε μια εποχή που ήδη παλεύουν με το αυξανόμενο κόστος και τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία. Η υπερβολική επιβάρυνσή τους θα έθετε σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια της ΕΕ, λένε οι επικριτές.

Ενορχηστρωτής της αντίδρασης είναι το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), το οποίο έχει επανειλημμένα ζητήσει την απόρριψη του νόμου. Μάλιστα ο πρόεδρός του Μάνφρεντ Βέμπερ έχει επισημάνει ότι «η πρόταση -που αφορούσε στον σχετικό φάκελο- ήταν αρχικά κακή και άφηνε αναπάντητα ζητήματα».

Στην ίδια γραμμή, αγρότες πραγματοποίησαν διαμαρτυρία κατά του νόμου μπροστά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την ώρα που ομάδες Πρασίνων είχαν οργανώσει αντιδιαμαρτυρία στην πλατεία.

Άλλοι επικριτές είναι οι αλιείς, το λόμπι των ευρωπαίων αγροτών Copa & Cogeca και η Συνομοσπονδία Ευρωπαίων Ιδιοκτητών Δασών, καθώς και ένας αυξανόμενος αριθμός πρωτευουσών της ΕΕ.

Αναλυτές επισημαίνουν ότι είναι έντονα τα στοιχεία της παραπληροφόρησης που έχει εισχωρήσει στη συζήτηση. Επισημαίνουν πως η εκστρατεία του ΕΛΚ μεγέθυνε κάποιες ανησυχίες, όπως ότι ο νόμος θα καταστρέψει χωριά, θα περιορίσει την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και θα μειώσει την παραγωγή τροφίμων σε σημείο που μπορεί να προκαλέσει «παγκόσμιο λιμό».

Οι ίδιοι υπογραμμίζουν ότι η αποκατάσταση της γης δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να λάβει χώρα οικονομική δραστηριότητα αφού δεν ταυτίζεται με τη δημιουργία ενός φυσικού καταφυγίου. Ούτε η αποκατάσταση της φύσης και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έρχονται απαραίτητα σε αντίθεση. Τα υπεράκτια αιολικά έργα μπορούν να δημιουργήσουν τεχνητούς υφάλους, ενώ τα ηλιακά πάρκα σε παλιές βιομηχανικές τοποθεσίες μπορούν να βοηθήσουν στην ανάκτηση της βιοποικιλότητας. Τα λόμπι της βιομηχανίας όπως η WindEurope υποστηρίζουν το νόμο.

Βασικό επιχείρημα των επικριτών είναι ο αντίκτυπος της αποκατάστασης της φύσης στη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια παρά το ότι οι επιστήμονες λένε ότι η κλιματική αλλαγή και η απώλεια βιοποικιλότητας είναι οι μεγαλύτερες απειλές για τη γεωργική παραγωγή μακροπρόθεσμα και ότι η γεωργική δραστηριότητα μπορεί να λάβει χώρα σε αποκατεστημένη γη.

«Μερικές φορές ακούω ότι αυτές οι προτάσεις είναι εναντίον των αγροτών. Δεν είναι», υπογράμμισε ο Φρανς Τίμερμανς στις επιτροπές Γεωργίας και Περιβάλλοντος του Κοινοβουλίου. Η Πράσινη Συμφωνία, είπε, «δεν είναι μενού à la carte» και χρειάζεται υγιή οικοσυστήματα για να λειτουργήσει. «Δεν μπορούμε να επιτύχουμε την κλιματική ουδετερότητα ή να εγγυηθούμε την παραγωγή τροφίμων, τα προς το ζην των αγροτών και μια ευημερούσα βιοοικονομία αν δεν αποκαταστήσουμε τη φύση μας».