Η τιμή του πετρελαίου θα φθάσει στα 200 δολάρια το βαρέλι. Αυτή ήταν η προειδοποίηση (σ.σ. εκείνη την περίοδο) της Goldman Sachs. Η πραγματική τιμή έφθασε στα υψηλότερα επίπεδά της όλων των εποχών. Αν φθάσει στα 200 δολάρια θα είναι διπλάσια από το προηγούμενο ρεκόρ της. Ακόμη και έτσι, θα ήταν σφάλμα να επικεντρωθούμε μόνον στον αντίκτυπο που θα προκαλέσει η βραχυχρόνια εκτίναξη των τιμών. Τα πιο σημαντικά θέματα είναι αυτά που έχουν πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα.

Η τιμή του πετρελαίου θα φθάσει στα 200 δολάρια το βαρέλι. Αυτή ήταν η προειδοποίηση (σ.σ. εκείνη την περίοδο) της Goldman Sachs. Η πραγματική τιμή έφθασε στα υψηλότερα επίπεδά της όλων των εποχών. Αν φθάσει στα 200 δολάρια θα είναι διπλάσια από το προηγούμενο ρεκόρ της. Ακόμη και έτσι, θα ήταν σφάλμα να επικεντρωθούμε μόνον στον αντίκτυπο που θα προκαλέσει η βραχυχρόνια εκτίναξη των τιμών. Τα πιο σημαντικά θέματα είναι αυτά που έχουν πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα.

Στο σημείο αυτό υπάρχουν τρία δεδομένα που αφορούν στο πετρέλαιο: είναι ένας φθίνων φυσικός πόρος, κινεί το παγκόσμιο σύστημα μεταφορών και αν οι αναδυόμενες οικονομίες καταναλώσουν ποσότητες «μαύρου χρυσού» ανάλογες με εκείνες που καταναλώνει η Ευρώπη, η παγκόσμια κατανάλωση μπορεί να αυξηθεί κατά 150%. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, είναι μια πρόωρη προειδοποίηση αυτής της οδυνηρής πραγματικότητας. Είναι εύκολο να επιρρίψει κανείς τις ευθύνες για την εκρηκτική άνοδο των τιμών στους κερδοσκόπους και στις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική.

Η ζήτηση για πετρέλαιο αυξάνεται με σταθερό ρυθμό καθώς μεγαλώνουν οι στόλοι οχημάτων στον πλανήτη. Στις ΗΠΑ κυκλοφορούν, σήμερα, 250 εκατ. οχήματα, αλλά στην Κίνα, μόλις 37 εκατ. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία να δει κανείς ποια θα είναι η εξέλιξη στην ασιατική χώρα. Κι άλλες αναδυόμενες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Κίνας.

Μοιάζει ολοένα πιο δύσκολο να αυξηθεί η προσφορά κατά 1,4 εκατ. βαρέλια ετησίως που έχει υπολογιστεί ότι χρειάζονται για να καλυφθεί η ζήτηση. Αυτό σημαίνει επιπλέον όγκο ίσο προς την παραγωγή της Σαουδικής Αραβίας κάθε επτά χρόνια. Σύμφωνα με την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, πως χρειάζονται, σχεδόν, δύο τρίτα πρόσθετης χωρητικότητας στα επόμενα οκτώ χρόνια για να αντικαταστήσει τη φθίνουσα παραγωγή από τα υφιστάμενα κοιτάσματα. Αυτό καθιστά το έργο ακόμη πιο δύσκολο από ό,τι φαίνεται.

Όπως αναφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην τελευταία έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, το γεγονός πως η κορύφωση της παραγωγής έχει επέλθει νωρίτερα, εξαιτίας των πιο αποδοτικών τεχνολογικών λύσεων, σημαίνει, επίσης, πως οι συνακόλουθες μειώσεις θα είναι πιο έντονες.

Αυτό , δεν σημαίνει, φυσικά ότι η κερδοσκοπία δεν έχει παίξει το ρόλο της στην άνοδο των τιμών. Αλλά, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως είναι η ύρια υπεύθυνη.

Ούτε το γεγονός πως οι επενδύσεις που απαιτούνται προκειμένου να αυξηθεί η αποτελματωμένη παραγωγική ικανότητα καθυστερούν. Πρόσφατα στοιχεία έδειξαν πως οι ονομαστικές επενδύσεις σε επίπεδο χώρας ή διεθνών πετρελαϊκών επιχειρήσεων υπερδιπλασιάστηκαν μεταξύ 2000-2006. Ωστόσο, οι πραγματικές επενδύσεις παρέμειναν σχεδόν καθηλωμένες εξαιτίας της έλλειψης γεωτρητικών εξεδρών και ειδικευμένων εργατικών χεριών σε παγκόσμιο επίπεδο. Με βάσει την πραγματικότητα που προαναφέρθηκε, είναι πολύ πιο πιθανό ότι μια τέτοια κερδοσκοπία παίζει σταθεροποιητικό ρόλο παρά το αντίθετο; Με άλλα λόγια μετακινεί τις τιμές στη σωστή κατεύθυνση για να περιορίσει τη ζήτηση.

Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου θα καταφέρουν κάτι ανάλογο; Ασφαλώς. Η ζήτηση πρέπει να συγκλίνει με την προσφορά για έναν απλό λόγο: δεν μπορούμε να καταναλώνουμε πετρέλαιο που δεν υπάρχει.

Την άνοδο των τιμών στη δεκαετία του ΄70 ακολούθησαν κάθετες υποχωρήσεις στη ζήτηση και την παραγωγή. Αυτό προκλήθηκε, εν μέρει, εξαιτίας της ύφεσης και εν μέρει λόγω της αυξανόμενης αποδοτικότητας των κοιτασμάτων. Και οι δύο παράγοντες εμφανίζονται και σε αυτή την περίπτωση αν και σε χαμηλότερο βαθμό.

Συνολικώς, είναι μάλλον απίθανο ότι η συγκεντρωτική ζήτηση για πετρέλαιο θα καταρρεύσει όπως έγινε στις προηγούμενες δύο περιόδους των ανοδικών τιμών, όπως είναι εξαιρετικά απίθανο ότι η αγορά θα κατακλυστεί από ένα νέο μαζικό κύμα προσφοράς πετρελαίου στο βραχυπρόθεσμο μέλλον. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει πως οι τιμές θα παραμείνουν σε αυτά τα ύψη στο διηνεκές. Μια τέτοια σταθερότητα είναι εξωπραγματική. Αλλά, σημαίνει πως θα πρέπει να αναμένουμε μια μακρά περίοδο σχετικά υψηλών τιμών ακόμη και αν οι υποστηρικτές της θεωρίας της «κορύφωσης των τιμών» διαψευστούν.

Επομένως, πως πρέπει να αντιμετωπιστούν αυτές οι απλές πραγματικότητες;

Πρώτον, μην ψάχνετε για συνωμοσίες που έχουν εξυφάνει οι κερδοσκόποι, οι πετρελαϊκές εταιρείες ή ο ΟΠΕΚ. Αυτοί είναι απλοί διακομιστές.

Δεύτερο, μ ην κατηγορείτε τις αναδυόμενες χώρες για την ραγδαία αύξηση της ζήτησης. Οι πολίτες στις πλούσιες χώρες πρέπει να προσαρμοστούν στις υψηλές τιμές των φυσικών πόρων που συνεπάγεται η άνοδος της ζήτησης στις αναδυόμενες.

Τρίτο, κατανοείστε πως οι τιμές σε αυτά τα επίπεδα παίζουν μεγάλο μακροοικονομικό ρόλο. Με 100 δολάρια το βαρέλι, η ετήσια αξία της παγκόσμιας πετρελαϊκής παραγωγής ανέρχεται στα 3 τρισ. δολάρια, δηλαδή το 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Τέταρτο, προσαρμοστείτε στις υψηλές τιμές, που θα παίξουν μεγάλο ρόλο στο να ενθαρρύνουν την πιο αποδοτική χρήση αυτού του φθίνοντος φυσικού πόρου και στη βελτίωση της κατάστασης όσον αφορά στις κλιματικές αλλαγές.

Πέμπτο, επιχειρείστε να υπογράψετε μια παγκόσμια Συνθήκη για το πετρέλαιο που θα βασίζεται στη θεμελιώδη αρχή ότι οι παραγωγοί θα μπορούν να πωλούν το πετρέλαιό τους σε όποιον προσφέρει την υψηλότερη τιμή. Με άλλα λόγια, η παγκόσμια αγορά πετρελαίου πρέπει να παραμείνει ενοποιημένη.

Τέλος, επενδύστε στη βασική έρευνα στον τομέα των εναλλακτικών τεχνολογιών. Η ενεργειακή αποδοτικότητα είναι ένας αβάσιμος στόχος. Το να επενδύεις για ένα μετα-πετρελαϊκό μέλλον δεν είναι.

Δεν ζούμε, πλέον σε μια εποχή αφθονίας φυσικών πόρων. Είναι πιθανό πως μια στροφή 180 μοιρών στη ζήτηση και προσφορά μπορεί να αντιστρέψει αυτή την κατάσταση, όπως συνέβη στις δεκαετίες του ΄80 και του ΄90.

Η αγορά λέει πως πρέπει να χρησιμοποιήσουμε πιο σοφά φυσικούς πόρους ου έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη αξία. Η αγορά έχει δίκιο.

(Financial Times, 13/06/2008)