Η αγορά των δεξαμενόπλοιων βρισκόταν στα «ρηχά» τα τελευταία χρόνια, αφού η πανδημία είχε περιορίσει την κατανάλωση του πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο και είχε ρίξει τη ζήτηση για tonnage στο ναδίρ.
Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πέρσι τον Φλεβάρη άλλαξε την εικόνα, αφού οι επιβολές κυρώσεων για το ρωσικό πετρέλαιο διαφοροποίησαν τις κλασικές ρότες μεταφοράς του «μαύρου χρυσού», αύξησαν τα τονομίλια και τους ναύλους για τα πλοία, ενώ κορυφώθηκε και η ζήτηση για μεταχειρισμένη χωρητικότητα. Παράλληλα όμως έδωσε ώθηση και στη ναυπηγική βιομηχανία, αφού μετά από πολλά χρόνια οι ναυτιλιακές εταιρείες επέστρεψαν στα ναυπηγεία για tankers.
Σύμφωνα με στοιχεία που επεξεργάστηκε η VesselsValue για τη «Ν», από τις αρχές του 2022 μέχρι και τον Αύγουστο του 2023 οι Έλληνες πλοιοκτήτες έχουν πουλήσει, με διαφορά, τα περισσότερα παλαιά tankers του στόλου τους και μάλιστα σε υψηλές τιμές. Ειδικότερα, έχουν πουλήσει 61 δεξαμενόπλοια ναυπήγησης πριν από το 2010 για πάνω από 30 εκατ. δολάρια το κάθε ένα.
Δεύτερη στη λίστα αυτή είναι οι πλοιοκτήτες από τις ΗΠΑ, με 10 tankers και τρίτοι οι Νορβηγοί και οι Κύπριοι με οκτώ.
Στην άλλη πλευρά, στους αγοραστές πρωταθλητές είναι οι εταιρείες εγκατεστημένες στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με 42 πλοία, συνολικής αξίας 1,67 δισ. δολ., με την Ινδία να ακολουθεί με 23 αγορές, ενώ ακόμα 22 δεν έχει γίνει γνωστό πού κατέληξαν. Πολύ κοντά και η Κίνα με 18 αγορές, ενώ σε ελληνικά χέρια έχουν φτάσει συνολικά 10 πλοία.
Οι ναυπηγήσεις
Παράλληλα με τις πωλήσεις παλαιότερων πλοίων, οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν βάλει και 101 παραγγελίες, αξίας 6,9 δισ. δολ. Πρώτα σε προτίμηση είναι τα aframaxes, συνολικά 45, αξίας 2,74 δισ. δολ., ενώ ακολουθούν τα suezmaxes, 34, με συνολικό κόστος 2,9 δισ. δολ.
Όσον αφορά τα super tankers, για τα VLCCs έχουν κατατεθεί παραγγελίες για 4, έναντι 480 εκατ. δολ., οκτώ παραγγελίες είναι για panamaxes, αντί 405 εκατ. δολ., έξι handys, έναντι 263 εκατ. δολ. και τέσσερα μικρά tankers αξίας 120 εκατ. δολ.
Η διεθνής αγορά πετρελαίου
Σύμφωνα με τη Xclusiv, οι πετρελαϊκές τιμές αυξήθηκαν σε επίπεδα που είχαν να παρατηρηθούν από τον περσινό Νοέμβριο, λόγω των προσδοκιών για περιορισμένες προμήθειες.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το αργό WTI ανέκαμψαν πάνω από τα 87 δολ. ΗΠΑ/βαρέλι, όταν στις 24 Αυγούστου 2023 η τιμή ήταν περίπου 78 δολ. ΗΠΑ, και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το αργό brent βρίσκονται στα 90,8 δολ. ΗΠΑ/βαρέλι, περίπου 10% υψηλότερα από τις 24 Αυγούστου.
Η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε ότι θα παρατείνει την εθελοντική μείωση της παραγωγής της κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως έως το τέλος Δεκεμβρίου.
Η Ρωσία παρέτεινε επίσης την εθελοντική μείωση των εξαγωγών πετρελαίου κατά 300.000 βαρέλια ημερησίως έως το τέλος του έτους. Η απόφαση αμφοτέρων δεν προκάλεσε μόνο την ενίσχυση της ζήτησης πετρελαίου και την εκτόξευση των τιμών, αλλά προκάλεσε και αντιδράσεις.
Το Ιράν, το Ιράκ και η Νιγηρία έχουν ήδη αυξήσει την παραγωγή αργού πετρελαίου, για να αντισταθμίσουν τις περαιτέρω μειώσεις που ανακοίνωσαν η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία.
Τον Αύγουστο του 2023, η παραγωγή αργού πετρελαίου του ΟΠΕΚ+ αυξήθηκε κατά 120.000 βαρέλια/ημέρα με τη βοήθεια των τριών προαναφερθεισών χωρών.
Πολλοί οικονομολόγοι, συμπληρώνει η Xclusiv, προβλέπουν ωστόσο ότι το 2023 θα είναι το τελευταίο έτος ανάκαμψης της ζήτησης αργού πετρελαίου από τον Covid-19 για την Κίνα και από το 2024 και μετά ο ρυθμός αύξησης της ζήτησης πετρελαίου θα αρχίσει να επιβραδύνεται. Υπάρχει ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων, μεταξύ της κρατικής Saudi Aramco και των Κινέζων πελατών της για το 2024, ο οποίος θα βοηθήσει τη Σαουδική Αραβία να ανταγωνιστεί για τον «κορυφαίο προμηθευτή αργού πετρελαίου» της Κίνας, που είναι η Ρωσία.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")