Όλο και περισσότερες χώρες ξεκινούν ή επανέρχονται στα πυρηνικά. Η απουσία ρύπανσης σε διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα πλεονέκτημά τους, έστω και αν διαθέτουν και πολλά μειονεκτήματα. Τέλειωσε η εποχή που τα πυρηνικά ήταν κάπως ντροπιαστικά: ήδη εδώ και μερικούς μήνες τα πυρηνικά για πολιτική χρήση έχουν επανέλθει στο ενεργειακό προσκήνιο.

Όλο και περισσότερες χώρες ξεκινούν ή επανέρχονται στα πυρηνικά. Η απουσία ρύπανσης σε διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα πλεονέκτημά τους, έστω και αν διαθέτουν και πολλά μειονεκτήματα.

Τέλειωσε η εποχή που τα πυρηνικά ήταν κάπως ντροπιαστικά: ήδη εδώ και μερικούς μήνες τα πυρηνικά για πολιτική χρήση έχουν επανέλθει στο ενεργειακό προσκήνιο. Υπάρχει ένας καλός λόγος για αυτό: ένας μεγάλος αριθμός χωρών (Νότιος Αφρική, Μεγάλη Βρετανία, Μέση Ανατολή...) έχουν υπογραμμίσει τη διάθεσή τους να ξεκινήσουν- ή να επανέλθουν- στα πυρηνικά προγράμματα.

Χωρίς να τις υπολογίσουμε αυτές, η Κίνα και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ έχουν ήδη παραγγείλει νέους αντιδραστήρες στους ειδικευμένους κατασκευαστές (είναι η γαλλική Αreva και η αμερικανική Westinghouse, η οποία είναι θυγατρική της Τoshiba).

Και υπάρχει βεβαίως και η Γαλλία, τρομερή βιτρίνα του κλάδου, με τους δεκαεννιά πυρηνικούς της σταθμούς και τους πενήντα οκτώ αντιδραστήρες, με τους οποίους παράγει σχεδόν το 80% του ηλεκτρισμού που καταναλώνεται στη χώρα. Η Γαλλία, όπου η ΕDF (ηλεκτρική εταιρεία) ξεκίνησε την κατασκευή στην Flamanville του ΕΡR, του αντιδραστήρα τρίτης γενιάς, με ικανότητα παραγωγής 1.600 ΜW (μεγαβάτ).

Η αφύπνιση Η αφύπνιση αυτή όσον αφορά τη χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας πηγάζει προφανώς από την προγραμματισμένη εξάντληση των ορυκτών καυσίμων, αλλά και από την υψηλή τους τιμή. Όσο το βαρέλι ξεπερνάει τα 120 δολάρια, η πυρηνική κιλοβατώρα γίνεται πολύ ανταγωνιστική, ακόμα και αν οι τιμές του ουρανίου επίσης και αυτές έχουν απογειωθεί. Εξ ου και ο αγώνας δρόμου ανάμεσα στους ομίλους για να εξασφαλίσουν τις ορυκτές τους πηγές. Αλλά υπάρχουν ταυτόχρονα και οι προσπάθειες πολλών χωρών, μέσω των δημοσίων αρχών τους, για να καταστήσουν την ιδέα των πυρηνικών «αποδεκτή», κυρίως παραπέμποντας στην προστασία του περιβάλλοντος (με το επιχείρημα ότι τα πυρηνικά δεν παράγουν διοξείδιο του άνθρακα). Στη Βρετανία ο Τόνι Μπλερ έβαλε τα δυνατά του προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά και στη Γερμανία, η οποία είχε ωστόσο αποφασίσει να βγει πλήρως από τα πυρηνικά ως το 2019, πολλοί είναι αυτοί που υπογραμμίζουν ότι η συγκεκριμένη απόφαση θα πρέπει γρήγορα ή αργά να αναθεωρηθεί.

Μήπως θα μπορούσε κάποιος περιγράφοντας τα ενεργειακά σενάρια του μέλλοντος να συμπεράνει ότι ο δρόμος των πυρηνικών είναι στρωμένος με... ροδοπέταλα; Κάτι τέτοιο θα ήταν υπερβολή. Γιατί κυρίως πρόκειται για βιομηχανικές κατασκευές που απαιτούν εξαιρετικό χρόνο, αρχίζοντας από τις πολλαπλές διοικητικές άδειες. Έπειτα, και κυρίως, έχουν πολλούς αντιπάλους- με επικεφαλής τα οικολογικά κινήματα που είναι πολύ δραστήριοι.

Μεταξύ των επιχειρημάτων τους - που είναι λογικά- είναι το πρόβλημα της επώδυνης διαχείρισης των αποβλήτων τους, που εξακολουθεί να μην έχει λυθεί. Υπάρχει και ο κίνδυνος για τις υποδομές, που απαιτούν εξαιρετική ασφάλεια. Υπάρχει ακόμα και ο κίνδυνος να δοθεί μια πυρηνική τεχνολογία, ακόμα και για πολιτική χρήση, σε χώρες που δεν είναι τόσο ασφαλείς σε διεθνή κλίμακα.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 19/08/2008)