Η χθεσινή έκτακτη σύνοδος των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες δεν απέδωσε τίποτε το συγκεκριμένο για τη Γεωργία. Και δεν ήταν δυνατόν να αποδώσει. Η Ουάσιγκτον, η οποία προκάλεσε τη σύνοδο, ήθελε να δείξει ότι δεν είναι κενές περιεχομένου οι υποσχέσεις της προς τις διάφορες χώρες που προέκυψαν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης.

Η χθεσινή έκτακτη σύνοδος των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες δεν απέδωσε τίποτε το συγκεκριμένο για τη Γεωργία. Και δεν ήταν δυνατόν να αποδώσει. Η Ουάσιγκτον, η οποία προκάλεσε τη σύνοδο, ήθελε να δείξει ότι δεν είναι κενές περιεχομένου οι υποσχέσεις της προς τις διάφορες χώρες που προέκυψαν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης. Οι περισσότερες από τις χώρες-μέλη της Συμμαχίας προτίμησαν να διατυπώσουν τις απόψεις τους στην Αμερική που θα προκύψει μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.

Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα των δυνατοτήτων και του ρόλου της στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου, η Ουάσιγκτον θέλει πάση θυσία να δείξει ότι «οι ισορροπίες στην περιοχή δεν μεταβάλλονται» («Washington Ρost») και ότι η ρωσική ενέργεια «δεν είναι τίποτε πέραν μιας τυχοδιωκτικής δράσης η οποία θα αντιμετωπιστεί» («Wall Street Journal»). Φυσικά αυτές οι αερολογίες πρέπει να έχουν κάποια επένδυση- και η Ουάσιγκτον δεν έχει πλέον παρά το ΝΑΤΟ για μια έστω φραστική υποστήριξη. Μη όντας σε θέση να βοηθήσει στρατιωτικά τον Σαακασβίλι «της» η κυβέρνηση Μπους περιορίζεται να του υποσχεθεί ότι η Γεωργία «του» θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Στη χθεσινή σύνοδο διαπιστώθηκε ότι υπάρχει διάσταση απόψεων και εκτιμήσεων μεταξύ των κρατών-μελών ως προς το όλο «πρόβλημα Ρωσία/Γεωργία»- από το ποιος ευθύνεται για τη σύγκρουση ως το αν θα πρέπει να «τιμωρηθεί» η Ρωσία και ποια θα είναι η ενδεχόμενη ποινή της. Αν η Ρωσία είχε δικαίωμα να επέμβει στρατιωτικά ως το αν η Αμπχαζία και η Νότια Οσετία είναι νομικά και πρακτικά γεωργιανό έδαφος.

Αν η Ευρώπη και η Αμερική έχουν δικαίωμα να ζητούν την απομάκρυνση του Μπουγκάμπε της Ζιμπάουε, γιατί ο Μεντβέντεφ να μην έχει δικαίωμα να ζητήσει την απομάκρυνση του Σαακασβίλι; [Στην πραγματικότητα, ο ρώσος πρόεδρος δήλωσε ότι «δεν είναι δυνατόν να γίνονται συζητήσεις» με τον Σαακασβίλι.] Και αν οι ΗΠΑ έχουν δικαίωμα να υπερασπιστούν τους αμερικανούς υπηκόους τους στον Παναμά (1989) και στη Γρανάδα (1983), γιατί η Ρωσία κατηγορείται ότι «παραβίασε τα διεθνή νόμιμα» προστατεύοντας τους ρώσους υπηκόους στην Οσετία;

Αλλωστε δεν ήταν ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο οποίος δήλωσε πρόπερσι ότι θα προστατέψει «την ελευθερία και την ασφάλεια των πολιτών του οποτεδήποτε χρειαστεί να αναληφθεί κάποια δράση»; Η Κοντολίζα Ράις μπορεί να δηλώνει ότι οι ΗΠΑ «είναι αποφασισμένες να αρνηθούν τους στρατηγικούς στόχους της Ρωσίας» αλλά οι ευρωπαίοι ομόλογοί της- τουλάχιστον η «παλιά» Ευρώπη- δεν δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον να καθορίσουν ποιοι είναι αυτοί οι στόχοι. Ο γερμανός ομόλογός της Σταϊνμάγερ έσπευσε να προκαταλάβει κάποιες «υπερβολές» που εκδηλώθηκαν από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δηλώνοντας ότι «σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διακοπούν οι συνομιλίες» Ευρώπης- Ρωσίας.

Παρόμοιες απόψεις διατυπώνουν και σοβαροί αμερικανοί αναλυτές. Κρίνουν ότι είναι κάτι περισσότερο από αφελείς οι προειδοποιήσεις για «απομόνωση» της Ρωσίας ως τιμωρία της ούτε και έχουν κάποια βαρύτητα οι απειλές για αμερικανικά «περιοριστικά μέτρα» στις ρωσικές επενδύσεις σε χώρες του ΝΑΤΟ.

Οσο για τους περιορισμούς στη σύναψη διμερών συμφωνιών των συμμάχων της Αμερικής με τη Ρωσία, είναι βέβαιον ότι στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης αυτοί δεν θα έχουν ούτε πρακτική σημασία ούτε διάρκεια- αν, εννοείται, επιβληθούν.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 20/08/2008)