Η μεγάλη αύξηση στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το πρώτο εξάμηνο φέτος, εξηγείται μεν από τη μεγάλη άνοδο των πληρωμών για εισαγωγή καυσίμων, δεν παύει όμως να αποτελεί ένα ανησυχητικό μήνυμα για τις σοβαρές συνέπειες που έχει η σταδιακή μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Η μεγάλη αύξηση στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το πρώτο εξάμηνο φέτος, εξηγείται μεν από τη μεγάλη άνοδο των πληρωμών για εισαγωγή καυσίμων, δεν παύει όμως να αποτελεί ένα ανησυχητικό μήνυμα για τις σοβαρές συνέπειες που έχει η σταδιακή μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Διότι εάν η ανταγωνιστικότητα βελτιωνόταν από χρόνο σε χρόνο, η οικονομία μας με τα έσοδα που θα αποκτούσε από τις εξαγωγές αγαθών και από τον τουρισμό (διότι οι αυξημένες εισπράξεις από τη ναυτιλία είναι λεφτά των εφοπλιστών που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό και ενίοτε με πλοία εκτός ελληνικής σημαίας), θα μπορούσε άνετα να χρηματοδοτήσει τις εισαγωγές αγαθών και καυσίμων. Επομένως, η ανόρθωση της ανταγωνιστικότητας μέσω μέτρων πολιτικής για την αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά και της ποιότητας των ελληνικών αγαθών και του τουρισμού, παραμένει το κεντρικό πρόβλημα για την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας.

Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν μπορούμε να αγνοούμε ότι το πρόβλημα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι σήμερα εντελώς διαφορετικό από εκείνο που παρουσιαζόταν όταν η οικονομία μας παρέμενε κλειστή και εθνικό μας νόμισμα ήταν η δραχμή. Ενα έλλειμμα ισοζυγίου, μεγέθους 14% του ΑΕΠ όπως είναι σήμερα, τότε θα ήταν καταστρεπτικό.

Τις διαφορές αυτές τονίζει μια ενδιαφέρουσα ανάλυση για το ισοζύγιο που δημοσιεύεται στο χθεσινό εβδομαδιαίο δελτίο της Alpha Bank, η οποία ίσως να μοιάζει αιρετική, αλλά δεν παύει να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη. Η ανάλυση έχει ως εξής:

«Το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ), συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιακών μεταβιβάσεων, αυξήθηκε στο 1ο 6μηνο του ’08 κατά 2,53 δισ. ευρώ ή κατά 17,55% σε σχέση με πέρυσι και διαμορφώθηκε σε 16,95 δισ. ευρώ.

Το έλλειμμα αυτό χρηματοδοτήθηκε από την αντίστοιχη αύξηση του πλεονάσματος του Λογαριασμού Κεφαλαίων (Λ.Κ.) το οποίο διαμορφώθηκε επίσης ακριβώς στα 16,95 δισ. ευρώ. Το πλεόνασμα στο Λ.Κ. υπάρχει διότι οι ξένοι επενδυτές θεωρούν ότι οι τοποθετήσεις τους σε ελληνικά χρεόγραφα (ομόλογα, μετοχές, καταθέσεις) αποτελούν περισσότερο ικανοποιητικούς συνδυασμούς αποδόσεως - κινδύνου από ό,τι οι τοποθετήσεις τους σε άλλες οικονομίες.

Ειδικότερα, στο 1ο 6μηνο του ’08 κάποιες μεγάλες ξένες εταιρείες θεώρησαν ότι η πραγματοποίηση επενδύσεων δισ. ευρώ στις ελληνικές τηλεπικοινωνίες και στα ελληνικά λιμάνια αποτελούσαν πολύ καλές προοπτικές για επίτευξη σημαντικών αποδόσεων στο παρόν και στο μέλλον.

Γενικότερα, αντίθετα με ό,τι φαίνεται να πιστεύουν πολλοί αναλυτές, η ελληνική οικονομία προσελκύει σημαντικά ξένα επιχειρηματικά κεφάλαια τα τελευταία έτη, είτε για άμεσες επενδύσεις είτε για επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Αλλωστε, ακόμη και μετά τη χρηματοοικονομική κρίση άνω του 50% της χρηματιστηριακής αξίας στο Χρηματιστήριο Αθηνών παρακρατείται από ξένους επενδυτές. Οι εισροές αυτές δεν θα γίνονταν αν οι ξένοι επενδυτές θεωρούσαν ότι η ανταγωνιστικότητα και οι προοπτικές αναπτύξεως της ελληνικής οικονομίας ήταν υποβαθμισμένες σε σχέση με άλλες χώρες. Και βέβαια η ελληνική οικονομία τους δικαιώνει συνεχώς τουλάχιστον τα τελευταία 12 έτη. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Το εκτεταμένο πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό αν οι ξένοι επενδυτές δεν επιθυμούσαν να τα αγοράσουν με σχετικά χαμηλό κόστος. Το ίδιο βέβαια θα πρέπει να λεχθεί και για τις μεγάλες αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, για τη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων κ.ά.

Γενικά, οι ξένοι επενδυτές φαίνεται να προτιμούν τα κρατικά ομόλογα περισσότερο από τους Ελληνες. Ετσι, ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού δημοσίου χρέους κατέχεται από ξένους. Αυτό αφήνει ελεύθερη αγοραστική δύναμη στους Ελληνες να ξοδεύουν σε αγαθά και υπηρεσίες, αυξάνοντας το έλλειμμα του ΙΤΣ. Γενικότερα, η σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία των ελεύθερων χρηματοοικονομικών αγορών και με την Ελλάδα να είναι εδώ και χρόνια πλήρες μέλος της Ζώνης του Ευρώ, το Ισοζύγιο Πληρωμών λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από εκείνον της περιόδου της εκτεταμένης προστασίας και των συναλλαγματικών περιορισμών».

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22/08/2008)