Η Δημοσία Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) αγοράζει το δίκτυο  25 καταστημάτων της φίρμας ΚΩΤΣΟΒΟΛΟΣ , αντί 200 εκατομμυρίων ευρώ – όσον περίπου τα καθαρά της κέρδη μετά φόρων, το 9μηνο του λήγοντος έτους. Με σκοπό να μετασχηματισθεί σε «πάροχο (Sic) πελατών προϊόντων και υπηρεσιών ηλεκτρισμού» , κατά δήλωσιν του διευθύνοντος συμβούλου και προέδρου

 

της ΔΕΗ κ.Γεωργίου Στάσση, η ΔΕΗ επεκτείνεται στο εμπόριο «λευκών συσκευών» κι όχι μόνον.

Με χρέη 2,2 δισ. ευρώ και 13.000 εργαζομένους (στους οποίο προστίθενται άλλοι 1.500 της ΚΩΤΣΟΒΟΛΟΣ) η νέα «παροχή» θα φέρει ζημίες στην ΔΕΗ εις μίαν εποχήν ανόδου των επιτοκίων και μισθών ενώ τα έσοδα της παρακολουθούν την πορεία των διεθνών τιμών των ενεργειακών πηγών, κατόπιν της πωλήσεως των λιγνιτωρυχείων στο δημόσιον.

Όταν ιδρύθηκε η ΔΕΗ, το 1950, την οργάνωσε η Αμερικανική εταιρία EBASCO, με αποκλειστικό σκοπό τον εξηλεκτρισμό της χώρας που μέχρι τότε εξυπηρετείτο από κάπου 380 ιδιωτικές, ξένες και ημεδαπές μικροεπιχειρήσεις, κυρίως στις μεγάλες πόλεις Αθηνών, Θεσ/κης, Πατρών κλπ.

Μόνο μία μεγάλη και μονοπωλιακή εταιρία θα μπορούσε να κάμει τις αναγκαίες επενδύσεις ηλεκτροπαραγωγής και να κατασκευάσει το απαραίτητο δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρισμού. Αποκλειστικώς το δημόσιο θα μπορούσε να εξασφαλίσει τα αναγκαία κεφάλαια, εκείνη την εποχή.

Ο πλήρης εξηλεκτρισμός της χώρας επετεύχθη κατά την στρατιωτική διακυβέρνηση  (1967-1973) ενώ το 2012, επί κοινοβουλευτικής κυβερνήσεως, η ΔΕΗ διεσπάσθη σε δύο κλάδους: διανομής και της παραγωγής ηλεκτρισμού, κατ’ απαίτησιν της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «για την άρση του μονοπωλίου». Της έμειναν όμως τα υδροηλεκτρικά φράγματα και η συμπαραγωγή με ιδιώτες.

Ήδη, η ΔΕΗ έχει χάσει τον δημόσιο χαρακτήρα της κι αντιμετωπίζεται από την κυβέρνηση όπως κάθε άλλος παραγωγός ηλεκτρισμού, με την μόνη διαφορά ότι το κυβερνών κόμμα διορίζει την διοίκηση της  -όχι πάντα αξιοκρατικά- αν και η επιχείρηση είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Εν τούτοις, αποστολή της ΔΕΗ δεν είναι να πωλεί πλυντήρια, κουζίνες και συσκευές αλλά να εξασφαλίζει την επάρκεια ηλεκτρικού ρεύματος από Διδυμοτείχου μέχρις  των νήσων Γαύδου και Καστελλορίζου, στην άκρα της Ελλάδος. Μετά τον στρατό, η παρουσία της ΔΕΗ κρίνεται ως απαραίτητη για την επιβίωση των Ελλήνων και τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας με τα σύγχρονα όπλα των.

Η εκάστοτε κυβέρνηση είναι υπόλογος για την εξασφάλιση φθηνού ηλεκτρικού ρεύματος στο Ελληνικό κοινό  που είναι στρατηγικό κι όχι μόνον καταναλωτικό αγαθό, ως λχ., η κινητή τηλεφωνία ή τα τηλεοπτικά δίκτυα.

Η πώληση του ΟΤΕ στην «Ντώϋτσε Τέλεκομ», με την συγχώνευση της ΚΟΣΜΟΤΕ και του δικτύου ΓΕΡΜΑΝΟΣ, είχε ως αποτέλεσμα το Ελληνικό κοινό να πληρώνει σήμερα την ακριβότερη κινητή τηλεφωνία στην Ευρώπη. Άλλο ένα καρτέλ!

Υπάρχει συνεπώς ο φόβος περαιτέρω ανατιμήσεως του ρεύματος υπό της  διευρυμένης δραστηριότητος της ΔΕΗ – ήδη εμφανής στα τιμολόγια προς την βιομηχανία και τα νοικοκυριά που οδηγεί σε κλείσιμο επιχειρήσεων και απόγνωση ορισμένων τάξεων όπως των συνταξιούχων. Η διορισμένη διοίκηση της ΔΕΗ  δεν είναι σε θέση να ανταγωνισθεί τις άλλες εμπορικές αλυσίδες καταναλωτικών αγαθών. Δεν είναι «έμπορος», με τη στενή έννοια του όρου αλλά τεχνοκρατική. Εάν μάλιστα κρίνομε από την έξοδο πολλών συναφών εταιριών απ’ το Χρηματιστήριο και τις αλλεπάλληλες εξαγορές και μεταπωλήσεις της ΚΩΤΣΟΒΟΛΟΣ από τα διεθνή «φαντ» (κονδύλια) που την πώλησαν, η απόκτηση απ’ την ΔΕΗ δεν θα είναι εύκολη. Αρκεί οι τυχόν ζημίες να μην επιβαρύνουν κι άλλο τα τιμολόγια του ηλεκτρισμού που είναι το υπ’ αριθμόν ένα πολιτιστικό αγαθό.

-Χωρίς ηλεκτρικό σε κάθε σπίτι ψηφοφόρου, πέφτει κάθε κυβέρνηση – ακόμη κι η πιο απολίτιστη. Αυτό το ήξευρε ακόμη και η δικτατορία το 1967.