Ένα Έτος «Ζειν Επικινδύνως» για την Παγκόσμια Οικονομία

Πέρασε σχεδόν ένα έτος από τότε που η κρίση στην αγορά στεγαστικών δανείων υψηλής επισφάλειας των ΗΠΑ (subprime market) απέκτησε διεθνείς διαστάσεις. Πολλοί ήλπισαν ότι η ανατίμηση του ρίσκου δεν θα αποτελέσει τίποτε περισσότερο από μια μικρή διακοπή στην πρόοδο της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Ωστόσο, αυτές οι ελπίδες διαψεύστηκαν. Τα προβλήματα των στεγαστικών ομίλων Fannie Mae και Freddie Mac, η υποχώρηση των χρηματιστηριακών δεικτών και η έκρηξη των τιμών του πετρελαίου κατέστησε σαφές το πόση απόσταση χωρίζει την αναταραχή από τον τερματισμό της. Στην πραγματικότητα, δεν έχει περάσει, καν, το τέλος της αρχής της.
energia.gr
Τρι, 2 Σεπτεμβρίου 2008 - 15:28

Πέρασε σχεδόν ένα έτος από τότε που η κρίση στην αγορά στεγαστικών δανείων υψηλής επισφάλειας των ΗΠΑ (subprime market) απέκτησε διεθνείς διαστάσεις. Πολλοί ήλπισαν ότι η ανατίμηση του ρίσκου δεν θα αποτελέσει τίποτε περισσότερο από μια μικρή διακοπή στην πρόοδο της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Ωστόσο, αυτές οι ελπίδες διαψεύστηκαν. Τα προβλήματα των στεγαστικών ομίλων Fannie Mae και Freddie Mac, η υποχώρηση των χρηματιστηριακών δεικτών και η έκρηξη των τιμών του πετρελαίου κατέστησε σαφές το πόση απόσταση χωρίζει την αναταραχή από τον τερματισμό της. Στην πραγματικότητα, δεν έχει περάσει, καν, το τέλος της αρχής της.

Επομένως, που οδεύει σήμερα η παγκόσμια οικονομία; Και που μπορεί να φθάσει; Σας παραθέτω, ευθύς αμέσως, ορισμένες πρόχειρες απαντήσεις.

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα έχει δύο σκέλη: τη συνεχιζόμενη αναταραχή στον χρηματοοικονομικό τομέα και την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων.

Η απόδοση των μετοχών του τραπεζικού τομέα αποκαλύπτει περισσότερα από όσα χρειάζεται να γνωρίζουμε για την χρηματοοικονομική κρίση. Στις ΗΠΑ, το επίκεντρο της αναταραχής, οι τράπεζες, απώλεσαν το ήμισυ της αξίας τους στην κεφαλαιαγορά σε ετήσια βάση στο πλαίσιο του ευρύτερου δείκτη S&P 500.

Οι επενδυτές των χρηματιστηρίων δεν είναι οι μοναδικοί που ανησυχούν για την ευρωστία των τραπεζών. Τα ίδια τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ανησυχούν, επίσης. Τα τρίμηνα και εξάμηνα περιθώρια μεταξύ των επιτοκίων διατραπεζικού δανεισμού σε όρους δολαρίου, ευρώ και στερλίνας, και των επίσημων επιτοκίων, έχουν διευρυνθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από όσο ήταν διαμορφωμένα τον περασμένο Μάρτιο.

Δεν πρόκειται για μια, αμιγώς, κρίση ρευστότητας. Οι τράπεζες ανησυχούν για τη φερεγγυότητα των ανταγωνιστών τους. Ένας καλός λόγος που τις κάνει να ανησυχούν είναι η ποιότητα των υποκείμενων εγγυήσεων (underlying collateral) για το μεγαλύτερο μέρος των δανείων που εκταμίευσαν τα προηγούμενα χρόνια εξακολουθεί να επιδεινώνεται. [πιστώσεών τους for much of the lending of previous years - housing - continues to deteriorate.

Δεν προκαλεί, επομένως, μεγάλη έκπληξη το γεγονός πως η κεφαλαιαγορά εμφανίζει ενδείξεις πανικού όσον αφορά στις προοπτικές των δύο χρηματοδοτούμενων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ στεγαστικών ομίλων δηλαδή, τις Fannie Mae και Freddie Mac,οι οποίες χρηματοδοτούν σχεδόν τα Ύ όλων των στεγαστικών δανείων που εκδίδονται στη χώρα. Τυχόν εξαγορά, από την κυβέρνηση, των δύο εταιρικών οντοτήτων, των οποίων το συνολικό παθητικό τους προσεγγίζει το 40% του αμερικανικού ΑΕΠ, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί.

Ενώ ένα σημαντικό τμήμα της παγκόσμιας οικονομίας μοιάζει να ανησυχεί για τους κινδύνους μιας κατάρρευσης του χρηματοοικονομικού τομέα και του παρεπόμενου πληθωρισμού, η τιμή του πιο πολύτιμου εμπορεύματος στον πλανήτη, του αργού πετρελαίου, έχει σχεδόν διπλασιαστεί από πέρυσι και σε πραγματικούς όρους, είναι κατά 25% υψηλότερη από το 1979, δηλαδή, το έτος στο οποίο κορυφωνόταν η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση.

Οι εκρηκτικά ανερχόμενες τιμές του «μαύρου χρυσού» και των άλλων εμπορευμάτων αποτελεί ένα αίνιγμα από την στιγμή που ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας επιβραδύνεται .

Γιατί, λοιπόν, οι τιμές των εμπορευμάτων αυξάνονται ενώ η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται; Μια δημοφιλής εξήγηση είναι η «κερδοσκοπία». Αλλά, από τη στιγμή που η κερδοσκοπία είναι διαρκώς παρούσα, δεν μπορεί να εξηγήσει την εκρηκτική άνοδο των τιμών αυτή την περίοδο. Άλλη μια δημοφιλής εξήγηση είναι η επιθετική χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ωστόσο, ούτε αυτό μπορεί να εξηγήσει το γεγονός ότι η τιμή του πετρελαίου αυξάνεται ακόμη και σε όρους ευρώ. Και φυσικά, η κερδοσκοπία δεν εξηγεί την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων που δεν διαθέτουν ενεργές προθεσμιακές αγορές: του σιδηρομεταλλεύματος, για παράδειγμα.

Οι παραγωγοί θα προτιμήσουν να μην εξορύξουν πετρέλαιο αν εκτιμήσουν πως η αύξηση των πραγματικών τιμών θα είναι ταχύτερη από την απόδοση των εναλλακτικών στοιχείων ενεργητικού. Επομένως, αυτό που θα καθορίσει τις τρέχουσες τιμές θα είναι η πρόβλεψη για τις μελλοντικές.

Επομένως, τι θα συμβεί με την παγκόσμια οικονομία αμέσως μετά; Εδώ, ίσως, το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η αβεβαιότητα.

Εν τούτοις, η εξισορρόπηση των οικονομικών δυνάμεων είναι συστολική: οικονομικές κρίσεις και κατάρρευση των τιμών των ακινήτων στις ΗΠΑ και σε αριθμό άλλων χωρών υψηλού εισοδήματος, εκρηκτικά ανερχόμενες τιμές των εμπορευμάτων καθώς και πληθωριστικές πιέσεις, ιδίως στις αναδυόμενες χώρες. Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα εκτός από μια συνεχή επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης στον πλανήτη. Είναι ακόμη, πολύ πιθανό ότι η τάση της ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας να είναι σημαντικά πιο βραδεία από ό,τι ήλπιζε η αγορά πριν από ορισμένα χρόνια.

Τα καλά νέα είναι πως η παγκόσμια οικονομία έχει καταφέρει να ανταποκριθεί στις περιστάσεις με αναπάντεχα ικανοποιητικό τρόπο. Τα άσχημα νέα είναι πως οι κίνδυνοι εξακολουθούν να κινούνται πτωτικά. Θα απαιτήσει μπόλικη τύχη και σοφές αποφάσεις για να περάσουμε αλώβητοι αυτή τη θύελλα.

( του Martin Wolf, από τους Financial Times)