Ευάλωτη η Ελληνική Οικονομία

Φύσει αισιόδοξος, ο υπογράφων ουδέποτε κινδυνολογεί και είναι παντελώς αδιάφορος απέναντι στην ελληνικού τύπου εμπορία φόβου. Δύσκολα πείθεται δε και από προφητείες οι οποίες προαναγγέλλουν την συντέλεια του κόσμου. Θιασώτης της κατά Φρ. φον Χάγιεκ «αυθόρμητης τάξεως», πιστεύει ότι στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα χωρίς λύσεις.
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Παρ, 5 Σεπτεμβρίου 2008 - 10:50

Φύσει αισιόδοξος, ο υπογράφων ουδέποτε κινδυνολογεί και είναι παντελώς αδιάφορος απέναντι στην ελληνικού τύπου εμπορία φόβου. Δύσκολα πείθεται δε και από προφητείες οι οποίες προαναγγέλλουν την συντέλεια του κόσμου. Θιασώτης της κατά Φρ. φον Χάγιεκ «αυθόρμητης τάξεως», πιστεύει ότι στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα χωρίς λύσεις.

Ωστόσο, στην σημερινή φάση της παγκόσμιας οικονομίας και με δεδομένη την αποσύνθεση του δημοσίου βίου στην Ελλάδα, υπό καθεστώς κρατικής και πολιτικής ανικανότητος και διαφθοράς, δεν μάς είναι δύσκολο να προβλέψουμε την τιμωρία που έρχεται ως αποτέλεσμα της μωρίας που κυριαρχεί. Ας δούμε, όμως, γεγονότα και δεδομένα.

Σε ολόκληρο τον κόσμο, η άνοδος των τιμών ειδών διατροφής και των μεταφορών είναι πραγματικότητα. Στις αναπτυγμένες χώρες, η ανάπτυξη είναι χαμηλότερη από 2%, ο πληθωρισμός πάνω από 4% και η ανεργία ανεβαίνει. Στις ΗΠΑ, το εξωτερικό έλλειμμα έφθασε τα 700 δισ. δολλάρια, η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας έπεσε κατά 2 τρισ. δολλάρια σε ένα τρίμηνο και τους τελευταίους τρεις μήνες η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών έπεσε κατά 400 δισ. δολλάρια. Στο πρώτο εξάμηνο του 2008, οι αξίες που κινούνται στα χρηματιστήρια έχασαν 20%, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό πλησίασε το 40%. Σε πολλές χώρες, οι διαδηλώσεις, οι εξεγέρσεις κατά της πείνας και οι συγκρούσεις αυξάνονται, ενώ στον αναπτυγμένο κόσμο απαισιοδοξία και αβεβαιότητα συμβαδίζουν.

Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός έφθασε το 5%, η ανεργία επισήμως στο 7,5% και τα χρέη του κράτους θα ξεπεράσουν φέτος τα 254 δισ. ευρώ –ποσό αστρονομικό. Όσο για την ανάπτυξη, η μεγέθυνσή της εκτιμάται φέτος στο 3% και το 2009 στο 2,5%, αλλά για τα ποσοστά αυτά διατηρούμε πολλές επιφυλάξεις. Όσοι έχουμε την ικανότητα να βλέπουμε, διαπιστώνουμε ότι στην διεθνή οικονομία η μεταφορά πλούτου μέσω των υψηλών τιμών του πετρελαίου και των πρώτων υλών από τον αναπτυγμένο κόσμο στις χώρες της Ασίας και του Νότου, πυροδοτεί έναν σκληρό ανταγωνισμό για το ποιος θα αποσπάσει από την τούρτα του Δυτικού πλούτου το μεγαλύτερο μερίδιο –και, βεβαίως, πώς θα το διατηρήσει.

Αρκετοί είναι αυτοί που ελπίζουν ότι η παρούσα κρίση είναι παροδική και θα λάβει τέλος αρκετά σύντομα. Κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται. Όμως, για να γίνει πραγματικότητα, απαιτούνται συγκλίσεις γεγονότων οι οποίες, κατά την γνώμη μας, δεν είναι πολύ πιθανές. Κατ’ αρχήν, θα πρέπει η ασθενής ανάπτυξη στις ΗΠΑ να οδηγήσει σε μείωση της ζητήσεως πρώτων υλών και στην κάμψη των τιμών τους. Θα χρειαστεί το ασθενές δολλάριο να τονώσει τις αμερικανικές εξαγωγές, με ταυτόχρονη διατήρηση της ισχυρής οικονομικής αναπτύξεως στην Ασία, ώστε ο κόσμος να αποφύγει την ύφεση. Ωστόσο, η ελπίδα ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν να συνδυαστούν ταυτοχρόνως και θετικά, είναι κάτι που με βάση τον νόμο των πιθανοτήτων έχει πολύ μικρές πιθανότητες να πραγματοποιηθεί.

Έτσι, το πιθανότερο σενάριο για την προσεχή διετία είναι η μη αποφυγή της κρίσεως. Στην Ασία, η ανάπτυξη θα συνεχίσει να ωθεί προς τα πάνω τις τιμές των πρώτων υλών, τροφοδοτώντας τον παγκόσμιο πληθωρισμό, ο οποίος δύσκολα θα τιθασεύεται από τις αυξήσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Σε Αμερική και Ευρώπη, οι πτωχεύσεις και οι δυσκολίες των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και η κάμψη των τιτλοποιημένων προϊόντων θα αυξήσουν τις ζημίες των τραπεζών, θα μειώσουν τις δυνατότητές τους για χορηγήσεις πιστώσεων, θα κάμψουν μερικά τρισεκατομμύρια δολλάρια στα ενεργητικά τους και θα ωθήσουν τις αναπτυγμένες χώρες στον στασιμοπληθωρισμό.

Οι παραπάνω ορατές δια γυμνού οφθαλμού εξελίξεις θα έχουν και στην ελληνική οικονομία τις  ανάλογες επιπτώσεις, τόσο από μακροοικονομικής όσο και από μικροοικονομικής πλευράς. Κατά κύριο δε λόγο, θα επηρεάσουν πληθωρισμό, ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών και ανταγωνιστικότητα. Ακόμα, η κρίση θα θέσει επί τάπητος, με ιδιαίτερη πλέον οξύτητα, την λειτουργία του βαθειά διεφθαρμένου ελληνικού κράτους, το οποίο τελικώς διεκπεραιώνει δύο και μόνον αποστολές: Από την μια, επιτρέπει στο πολιτικό σύστημα να το χρησιμοποιεί ως μοχλό κομματικής και προσωπικής εξουσίας και, από την άλλη, δίνει την δυνατότητα πολιτικής αναρριχήσεως σε απίθανους συνδικαλιστές και κομματικούς εγκάθετους, οι οποίοι δεν θα είχαν καμμία επαγγελματική τύχη στον ιδιωτικό τομέα.

Στο μέτρο, λοιπόν, που το σύστημα αυτό θα διαιωνίζεται, η Ελλάς θα βυθίζεται, αργά αλλά σταθερά. Εκτός και αν η κρίση αφυπνίσει κάποιους σκεπτόμενους ανθρώπους στην χώρα αυτή, οι οποίοι θα είχαν την θέληση να αλλάξουν κάποια πράγματα. Συνεπώς, η κρίση είναι νόμισμα με δύο όψεις. Από το ποια όψη θα μάς τύχει, εξαρτάται αν αύριο θα υπάρχουν στην χώρα αυτή και κάποιοι αξιόλογοι άνθρωποι.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 04/09/2008)