Ένα από τα βασικά επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη αποδοχή του αιτήματος πολιτικών και οικονομικών παραγόντων να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων, είναι ότι οι πληθωριστικές πιέσεις εξακολουθούν να είναι ισχυρές, παρά την υποχώρηση του εναρμονισμένου πληθωρισμού στο 3,8% τον Αύγουστο.

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη αποδοχή του αιτήματος πολιτικών και οικονομικών παραγόντων να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων, είναι ότι οι πληθωριστικές πιέσεις εξακολουθούν να είναι ισχυρές, παρά την υποχώρηση του εναρμονισμένου πληθωρισμού στο 3,8% τον Αύγουστο.

Το επιχείρημα όσων προτείνουν τη μείωση των επιτοκίων, είναι ότι πλέον οι τιμές των υγρών καυσίμων υποχωρούν σημαντικά, γεγονός το οποίο αποδυναμώνει τις πληθωριστικές πιέσεις. Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι στην αγορά εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα κι αυτό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς.

Επιπλέον, υποστηρίζεται ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν περαιτέρω αυξήσεις των τιμών των επεξεργασμένων ειδών διατροφής, παρά τη σχετική επιβράδυνση της βραχυπρόθεσμης δυναμικής. Σε πρόσφατο Οικονομικό Δελτίο της ΕΚΤ, αναλύονταν οι αιτίες της μεγάλης ανόδου των τιμών διατροφής παγκοσμίως, που επηρέασαν το πληθωρισμό στην ευρωζώνη με συνέχεια να διατηρούνται υψηλά τα επιτόκια παρέμβασης.

Η άνοδος των τιμών των εμπορευμάτων διεθνώς και ιδίως των τιμών των ειδών διατροφής προκάλεσε έντονες συζητήσεις αφενός σχετικά με τους παράγοντες που οδήγησαν σ' αυτή την εξέλιξη και αφετέρου σε σχέση με την προοπτική για τις μελλοντικές εξελίξεις.

Η πορεία των τιμών από το 2006

Σύμφωνα με τους αναλυτές της ΕΚΤ, από τις αρχές του 2006 οι τιμές του αραβοσίτου σχεδόν τριπλασιάστηκαν, οι τιμές της σόγιας υπερδιπλασιάστηκαν και οι τιμές του σίτου αυξήθηκαν περισσότερο από 80%. Ενώ η άνοδος των τιμών των ειδών διατροφής είχε αρχικά σχετικά ευρεία βάση, τελευταία η εξέλιξη των τιμών ήταν λιγότερο συγχρονισμένη.

Από το Μάρτιο του 2008 οι τιμές του αραβοσίτου εξακολούθησαν να αυξάνονται και οι τιμές της σόγιας παρουσίασαν κάποια αστάθεια -αν και σε επίπεδα χαμηλότερα από τις κορυφαίες τιμές τους- ενώ οι τιμές του σίτου μειώθηκαν κατακόρυφα. Αν το θέμα, επισημαίνεται, εξεταστεί από μια πιο μακροχρόνια προοπτική, αποκαλύπτονται δύο σημαντικά στοιχεία:

  • Πρώτον η άνοδος των τιμών των ειδών διατροφής παγκοσμίως -ιδίως όταν μετρείται σε πραγματικούς όρους- αντιπροσωπεύει μερική αντιστροφή της μακροχρόνιας πτώσης που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες και
  • Δεύτερον οι πραγματικές τιμές των ειδών διατροφής παραμένουν χαμηλότερες από ό,τι κατά το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1980.

Ανεξαρτήτως αυτού οι εγχώριες τιμές λιανικής των ειδών διατροφής υπέστησαν σημαντικές ανοδικές πιέσεις σε όλες τις χώρες καθώς η άνοδος των τιμών των ειδών διατροφής σε όλο τον κόσμο μετακυλίστηκε σε ολόκληρη την αλυσίδα της προσφοράς.

Οι τάσεις του πληθωρισμού σε όλες τις προηγμένες οικονομίες επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτές τις εξελίξεις και ακόμη περισσότερο στις οικονομίες με αναδυόμενες αγορές όπου οι τιμές των ειδών διατροφής φέρουν υψηλότερη στάθμιση στο καλάθι του καταναλωτή, ενώ η άνοδος των τιμών των ειδών διατροφής προκάλεσε σημαντικά χειροπιαστά προβλήματα στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος.

Διαρθρωτικοί παράγοντες

Πέραν των παγκόσμιων δημογραφικών εξελίξεων βάσει των οποίων προβλέπεται σταδιακή αύξηση της ζήτησης ειδών διατροφής, η πρόσφατη άνοδος των τιμών των βασικών εμπορευμάτων που είναι είδη διατροφής σχετίζεται και με άλλους διαρθρωτικούς παράγοντες που προσδιορίζουν τη ζήτηση, όπως η μεταβολή των προτύπων κατανάλωσης ειδών διατροφής στις ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες με αναδυόμενες αγορές λόγω του έντονα αυξανόμενου εισοδήματος, καθώς και η υψηλότερη ζήτηση για βιοκαύσιμα στις βιομηχανικές οικονομίες.

Οι επιδράσεις στις τιμές από αυτούς τους σχετικούς με τη ζήτηση παράγοντες επιδεινώθηκαν λόγω της δυσκολίας εφοδιασμού εκείνων των τομέων της αγοράς που εμφανίζουν έντονο ρυθμό αύξησης της ζήτησης αλλά και εξαιτίας των διαταραχών που αποδίδονται στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες.

Ένας από τους σημαντικότερους διαρθρωτικούς παράγοντες που σχετίζονται με τη ζήτηση προκύπτει από τη μεταβολή του προτύπου διατροφής στις δυναμικές οικονομίες με αναδυόμενες αγορές. Καθώς αυξάνεται έντονα το εισόδημα, τα πρότυπα κατανάλωσης ειδών διατροφής μεταβάλλονται σταδιακά στις μεγαλύτερες οικονομίες με αναδυόμενες αγορές. Καθώς αυξάνεται έντονα το εισόδημα, τα πρότυπα κατανάλωσης ειδών διατροφής μεταβάλλονται σταδιακά στις μεγαλύτερες οικονομίες με αναδυόμενες αγορές, από είδη πρώτης ανάγκης σε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα πρωτεϊνών.

Για παράδειγμα, η κατανάλωση κρέατος στις χώρες εκτός του ΟΟΣΑ αυξήθηκε κατά 40% περίπου μεταξύ 1995 και 2006. Οι σοβαρές συνέπειες στη ζήτηση βασικών ειδών διατροφής οφείλονται κυρίως στο γεγονός ότι η παραγωγή κρέατος απαιτεί σημαντική ποσότητα ζωοτροφών οι οποίες αποτελούνται κυρίως από σιτηρά. Δεδομένου ότι οι οικονομίες με αναδυόμενες αγορές αναμένεται ότι θα συνεχίσουν αυτή την πορεία ανάπτυξης, είναι μάλλον απίθανο να αλλάξει αυτή η τάση σύντομα.

Τα βιοκαύσιμα

Η παραγωγή βιοκαυσίμων αποτέλεσε άλλη μια σχετική με τη ζήτηση σημαντική πηγή στενότητας στην αγορά αγροτικών προϊόντων. Η παγκόσμια παραγωγή βιοκαυσίμων σημείωσε εξαιρετικά εύρωστη αύξηση τα τελευταία χρόνια υποστηριζόμενη από τις κυβερνητικές επιλογές. Η άνοδος αυτή επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την έντονη αύξηση της παραγωγής αιθανόλης στις ΗΠΑ για την οποία απαιτείται η χρήση αραβοσίτου. Οι ποσότητες καλλιεργήσιμης γης και προϊόντος για το σκοπό αυτό δεν είναι αμελητέες.

Για τις ΗΠΑ, το σημαντικότερο εξαγωγές παγκοσμίως το 2006 η παραγωγή βιοκαυσίμων απαιτούσε περίπου το 1/5 της παραγωγής αραβοσίτου -γύρω στα 55 εκατ. τόνους- που σχεδόν ισοδυναμούσε με την εξαγόμενη ποσότητα αραβοσίτου από τις ΗΠΑ (το 2006/2007). Η αυξημένη ζήτηση αραβοσίτου επηρέασε επίσης τις συνθήκες προσφοράς και ζήτησης για διάφορες υποκατάστατες καλλιέργειες (σίτος και σόγια). Οι υψηλότερες τιμές αποτέλεσαν κίνητρο για την επέκταση των καλλιεργειών αραβοσίτου εις βάρος των υποκατάστατων καλλιεργειών, γεγονός που συνέβαλε επίσης στην άσκηση ανοδικών πιέσεων στις τιμές τους.

Ενώ η κερδοσκοπική συμπεριφορά στην αγορά στο πλαίσιο της άφθονης ρευστότητας παγκοσμίως αναφέρεται συχνά ως πρόσθετος σχετικός με τη ζήτηση παράγοντας που ασκεί ανοδική πίεση στις τιμές η δυνητική συμβολή του παράγοντα αυτού στην πρόσφατη άνοδο των τιμών δεν είναι εύκολο να ποσοτικοποιηθεί.

Αβέβαιη η προοπτική

Η συνολική προοπτική για τις τιμές των ειδών διατροφής παγκοσμίως είναι εξαιρετικά αβέβαιη. Κατά πόσον οι συνεχώς αυξανόμενες πιέσεις στη ζήτηση θα επιφέρουν πράγματι περαιτέρω αυξήσεις των τιμών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αντίδραση της προσφοράς καθώς και από την πρόοδο της έρευνας στον τομέα της γεωργίας και τον αντίκτυπο του φαινομένου του θερμοκηπίου. Ως εκ τούτου από ό,τι γνωρίζουμε έως τώρα, το εύρος των δυνητικών αποτελεσμάτων είναι εξαιρετικά μεγάλο.

Στη μελέτη επισημαίνεται ακόμη ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο αρκετά μέτρα έχουν ληφθεί στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής για τον περιορισμό των επιδράσεων από τις αυξήσεις των τιμών των ειδών διατροφής. Μεσοπρόθεσμα τονίζεται, η προσφορά ειδών διατροφής μπορεί να στηριχθεί από την περαιτέρω βελτίωση του προσανατολισμού της αγοράς στη γεωργία, την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των πολιτικών για τα βιοκαύσιμα και την επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας.

Ο πληθωρισμός ταλανίζει τις ευρωπαϊκές οικονομίες και όχι μόνο. Αποτελεί τροχοπέδη στην υιοθέτηση χαλαρών πολιτικών αλλά υπάρχει και αισιοδοξία. Στις προβλέψεις της Επιτροπής που θα δημοσιοποιηθούν τις επόμενες ημέρες προβλέπεται ότι φέτος σε μέσα επίπεδα μπορεί να κλείσει στο 2,9%, ίσως και παρακάτω. Αυτό θα λειτουργήσει θετικά για την οικονομία της Ε.Ε. και θα διευκολύνει την Κεντρική Τράπεζα για την επόμενη κίνηση στα επιτόκια.

Μεγάλη ελαστικότητα

Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα βασικά εμπορεύματα -όπως πετρέλαιο και μέταλλα-, η αντίδραση της προσφοράς βασικών ειδών διατροφής στις μεταβολές των τιμών παρουσιάζει ιστορικά μεγάλη ελαστικότητα. Κατ' αρχήν υπάρχει επαρκής μη χρησιμοποιούμενη καλλιεργήσιμη γη η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώστε να καλυφθεί η αυξανόμενη ζήτηση δημητριακών σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, διάφοροι θεσμικοί παράγοντες δεν επιτρέπουν την αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας βραχυπρόθεσμα. Η ποιότητα και η καταλληλότητα της γης ενδέχεται να μειωθούν εάν επεκταθεί η καλλιεργήσιμη γη.

Επίσης, οι περισσότερες από τις χώρες που διαθέτουν αχρησιμοποίητη καλλιεργήσιμη γη χαρακτηρίζονται από ελλείψεις υποδομής, ενώ σε ορισμένες χώρες με δυνητικά άγονη καλλιεργήσιμη γη, η πολιτική αστάθεια καθιστά δύσκολη την αποτελεσματική αγροτική παραγωγή. Επιπλέον παρατηρείται συχνά μια αντίφαση όσον αφορά τους στόχους που επιδιώκονται όταν υπάρχει διαθέσιμη γη δηλαδή για αύξηση της αγροτικής παραγωγής διατήρηση των φυσικών αποθεμάτων (δάση, νερό), αστικοποίηση και άλλες χρήσεις (π.χ. βοσκότοποι).

Μακροπρόθεσμα η αύξηση της ζήτησης βασικών ειδών διατροφής μπορεί να καλυφθεί με αύξηση της παραγωγικότητας στον τομέα της γεωργίας. Παρόλο που η αύξηση της απόδοσης υποχώρησε σημαντικά την τελευταία δεκαετία, οι οικονομίες με αναδυόμενες αγορές εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν προηγμένη τεχνολογία και να αυξήσουν τις αποδόσεις προς τα επίπεδα που παρατηρούνται στις προηγμένες οικονομίες.

Αρνητικοί παράγοντες

Από την πλευρά της προσφοράς οι αυξημένες τιμές της ενέργειας προκάλεσαν άνοδο του κόστους μεταφοράς και του κόστους των λιπασμάτων -που παρουσιάζουν υψηλή εξάρτηση από την ενέργεια- αυξάνοντας έτσι το οριακό κόστος όλων των παραγωγών αγροτικών προϊόντων και τροφοδοτώντας την άνοδο των τιμών των ειδών της διατροφής. Επίσης σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν καθυστερήσεις στην παραγωγή λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.

Συγκεκριμένα στην Αυστραλία παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σημαντική πτώση της παραγωγής σίτου λόγω της ξηρασίας που πλήττει την περιοχή. Δεδομένου ότι προβλέπεται έντονη ανάκαμψη της τρέχουσας παραγωγής σίτου οι τιμές έχουν ήδη μειωθεί σημαντικά. Ωστόσο μακροπρόθεσμα η ενδεχομένως συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων στο πλαίσιο κλιματικών αλλαγών υποδηλώνει ότι υφίσταται καθοδικός κίνδυνος για την αγροτική παραγωγή και αντίστοιχα, ανοδικός κίνδυνος για τις τιμές.

Τέλος, τα μέτρα προστατευτισμού που αποσκοπούν συχνά στη μείωση των εξαγωγών βασικών εμπορευμάτων επηρεάζουν όλο και περισσότερο τις τιμές των ειδών διατροφής παγκοσμίως τους τελευταίους μήνες.

(Από την εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 22/09/2008)