Η Ανάγκη Νέου Κόμματος

Από τις εμφανίσεις των κ. Καραμανλή και Παπανδρέου στη Θεσσαλονίκη, αλλά γενικότερα από την περιρρέουσα περί τα πολιτικά ατμόσφαιρα, αποκομίζουμε ως συμπέρασμα (i) την παραδοχή της αδυναμίας του πρωθυπουργού να μεταρρυθμίσει τη χώρα «με ταχύτερους ρυθμούς» (ii) την εστίαση του αρχηγού της αντιπολίτευσης στην ανάγκη «αποτελεσματικότητας» του κράτους προκειμένου να εμπεδωθούν τα δέοντα για τη χώρα.
Του Νίκου Γεωργιάδη
Πεμ, 25 Σεπτεμβρίου 2008 - 09:19

Από τις εμφανίσεις των κ. Καραμανλή και Παπανδρέου στη Θεσσαλονίκη, αλλά γενικότερα από την περιρρέουσα περί τα πολιτικά ατμόσφαιρα, αποκομίζουμε ως συμπέρασμα (i) την παραδοχή της αδυναμίας του πρωθυπουργού να μεταρρυθμίσει τη χώρα «με ταχύτερους ρυθμούς» (ii) την εστίαση του αρχηγού της αντιπολίτευσης στην ανάγκη «αποτελεσματικότητας» του κράτους προκειμένου να εμπεδωθούν τα δέοντα για τη χώρα.

Κοινή συνισταμένη, λοιπόν, η ανάγκη «επανίδρυσης του κράτους», κάτι που ορθά οριοθέτησε ο Καραμανλής ως στόχο της νέας διακυβέρνησης από το 2004. Είναι προφανές πλέον ότι η Ν.Δ. –που είχε τα ηθικά ερείσματα το 2004 να επαγγελθεί την περίφημη «επανίδρυση»– δεν τα κατάφερε. Είναι επίσης αναμενόμενο ότι και το ΠΑΣΟΚ αν έλθει στην εξουσία, δυστυχώς θα αποτύχει και αυτό.

Ενα κοινό πρόβλημα και των δύο κομμάτων εξουσίας είναι η αδυναμία υλοποίησης πολιτικών. Στη διάγνωση των προτεραιοτήτων και στη μεθοδολογία για την αντιμετώπισή τους, σε γενικές γραμμές, παρατηρείται σύγκλιση των δύο κομμάτων. Και κάποιες τάσεις προς λαϊκισμό που διακρίνουν και τα δύο κόμματα (ενεργητικό λαϊκισμό το ΠΑΣΟΚ, που λέει πράγματα που δεν πιστεύει και παθητικό λαϊκισμό τη Ν.Δ., που δεν λέει πράγματα που πιστεύει) μπορεί να δημιουργούν την εικόνα ιδεολογικής αντιπαράθεσης, αλλά η ουσία παραμένει αλλού. Και τα δύο κόμματα εξουσίας γνωρίζουν τι χρειάζεται, αλλά αδυνατούν να το υλοποιήσουν.

Το «αδυνατούν» έχει δυνάμει δύο ερμηνείες: (i) δεν μπορούν (ii) δεν θέλουν. Το «δεν θέλουν» το αντιπαρέρχομαι, καθώς δεν πιστεύω ούτε σε θεωρίες συνωμοσίας ούτε στην έλλειψη πραγματικής βούλησης προσφοράς των πολιτικών. Θλιβερές εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα, που δεν είναι άλλος από τον ορισμό της ίδιας της πολιτικής στη δημοκρατία: «το να πράττεις εις το όνομα του κοινωνικού συνόλου για το καλό του». Το «δεν μπορούν» όμως είναι προφανές. Και έχει και συγκεκριμένη αιτία, που δεν είναι άλλη από τους ίδιους τους κομματικούς μηχανισμούς των κομμάτων εξουσίας.

Συνήθως, τα κομματικά στελέχη στα κόμματα εξουσίας επενδύουν χρόνο, προκειμένου να δρέψουν καρπούς και προνόμια, όταν το κόμμα τους έλθει στην εξουσία. Οσο είναι «στην απέξω» ζητούν αξιοκρατία, κανόνες, διαφάνεια κ.λπ. Οταν έλθουν στην εξουσία χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να εξαργυρώσουν την επιταγή της κομματικής νομιμοφροσύνης. Το σύστημα το ίδιο τους επιβραβεύει. Αν κάποιος δεν επενδύσει στην ικανοποίηση πελατειακών αιτημάτων, απλά δεν θα επανεκλεγεί. Αν ένας υπουργός τα βάλει με τη ΔΑΚΕ (το συνδικαλιστικό όργανο του κόμματός του!) δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει. Αν ένας διοικητής ΔΕΚΟ συγκρουστεί με τους κομματικούς μισθοφόρους (μέλη Δ.Σ., σύμβουλοι κ.λπ.) δεν θα μπορέσει να διοικήσει. Οσο τα κόμματα εξουσίας εκτρέφουν κομματικούς μισθοφόρους και συνδικαλιστικές οργανώσεις στις τάξεις τους είναι –και θα είναι– δέσμια αφόρητων πιέσεων που θα αναιρούν κάθε αγαθή πρόθεση, ακόμη και αυτή την ίδια τη «λαϊκή εντολή».

Ούτε η Ν.Δ. μπόρεσε να επανιδρύσει το κράτος ούτε το ΠΑΣΟΚ θα μπορέσει. Αλλωστε, φαίνεται ότι συμφωνούν και τα δύο κόμματα ότι αν δεν «αλλάξει» η διοίκηση, «μεταρρύθμιση» ή «εκσυγχρονισμός» (διαλέξτε τον όρο της αρεσκείας σας) σε αυτή τη χώρα δεν θα συντελεστεί ποτέ. Και την «αλλαγή» στη διοίκηση ή την «επανίδρυση του κράτους» και τα δύο κόμματα την ορίζουν με ταυτόσημο τρόπο. Αξιοκρατία, διαφάνεια, εξάλειψη του κομματισμού και των πελατειακών σχέσεων είναι στο λεξιλόγιο και των δύο πολιτικών αρχηγών.

Υπάρχει λύση; Νομίζω ναι. Η συγκυρία (μείωση της δύναμης των κομμάτων εξουσίας και εκλογικός νόμος) μας δείχνει ξεκάθαρα ότι μονοκομματικές κυβερνήσεις δεν αναμένεται να προκύψουν στην Ελλάδα στο προσεχές μέλλον. Υπό αυτό το πρίσμα, κάποιο κόμμα για να κυβερνήσει θα πρέπει να συνεργαστεί με κάποιο άλλο. Από τη στιγμή που αυτό συμβεί, θα χαλαρώσει ο αποπνικτικός εναγκαλισμός των κομματικά ιδιοτελών με την εξουσία. Οι κομματικοί μηχανισμοί θα αποδυναμωθούν καθώς θα πρέπει να «νερώσουν το κρασί τους», προκειμένου να συμμετέχουν σε κυβερνητικό σχήμα. Αν μάλιστα το κόμμα εξουσίας που θα κυβερνήσει την Ελλάδα από τις προσεχείς εκλογές και μετά, συνεργαστεί με κόμμα αρχών σε προγραμματική βάση, τότε –είναι βέβαιο– ότι θα «μπολιαστεί» θετικά και θα αρχίσει να μεταλλάσσεται σε ουσιαστικότερο φορέα πολιτικής από διαχειριστή κομματικών προσδοκιών.

Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι προφανές. Χρειάζεται άμεσα η δημιουργία κόμματος αρχών, το οποίο, αφού εισέλθει στη Βουλή, να «μπολιάσει» καταρχήν το κόμμα εξουσίας με το οποίο θα συνεργαστεί για την άσκηση της εξουσίας και, κατ’ επέκταση, όλο το πολιτικό σύστημα.

Το ζητούμενο αυτό σήμερα μπορεί να επιτευχθεί. Κομματικά ανιδιοτελείς πολίτες που διακρίνονται από κοινωνική ανησυχία και συνείδηση, πολίτες που ψήφισαν Σημίτη το 1996 και Καραμανλή το 2004, δεν έχουν σήμερα πολιτική έκφραση. Οσοι πιστεύουν στην αειφόρο ανάπτυξη της Ελλάδας, όσοι πιστεύουν ότι η χώρα μας μπορεί να καταστεί ανταγωνιστική, όσοι πιστεύουν ότι το κράτος μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματικό και όσοι πιστεύουν στην κοινωνική δικαιοσύνη σήμερα, δεν ξέρουν ποιους να ψηφίσουν. Αυτό το κενό στο πολιτικό μας σύστημα, του λεγόμενου «μεσαίου χώρου», είναι επιτακτική ανάγκη να καλυφθεί. Εκτιμώ, όπως άλλωστε δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ότι ένα ποσοστό της τάξης του 20% του εκλογικού σώματος προσμένει με αισιοδοξία μια τέτοια εξέλιξη. Και μια τέτοια εξέλιξη θα είναι ευεργετική για όλους – όχι, βέβαια, για τους κομματικά ιδιοτελείς.

Ο κ. Νίκος Γεωργιάδης είναι πρώην βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17/09/2008)