Οι επιπτώσεις στη ναυτιλία σε τρία μέτωπα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών των οίκων Breakwave και Braemar

Τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει για την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία πιθανή επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ εξετάζει σε ανάλυσή της η Breakwave σε συνεργασία με τη Braemar.

Με τις δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ να δείχνουν ότι η επανεκλογή του Τραμπ είναι πολύ πιθανή, οι αναλυτές των δύο οίκων εξετάζουν τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια τέτοια εξέλιξη στον πόλεμο στην Ουκρανία, στις επιθέσεις των Χούθι σε εμπορικά πλοία, αλλά και στον «εμπορικό πόλεμο» μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Μια διαμάχη η οποία ξεκίνησε επί προεδρίας Τραμπ, αλλά, όπως φαίνεται, συνεχίζεται και από τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.

Η κυβέρνηση Τραμπ είχε επιβάλει δασμούς σε κινεζικά προϊόντα που σε πολλές περιπτώσεις είχαν αλλάξει τα trade της ναυτιλίας, στους οποίους απάντησε η Κίνα, ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν πρόσφατα επέβαλε δασμούς στα ηλεκτρικά κινεζικά αυτοκίνητα, στον χάλυβα και το αλουμίνιο.

Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι στην κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει προταθεί και η επιβολή τέλους σε όλα τα πλοία κινεζικής κατασκευής που πιάνουν σε αμερικανικά λιμάνια, με το σκεπτικό ότι οι Κινέζοι μέσω των επιδοτήσεων στα ναυπηγεία τους έχουν καταστεί η μεγαλύτερη ναυπηγική χώρα στον κόσμο.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, μια δεύτερη προεδρία Τραμπ είναι πολύ πιθανό να επηρεάσει την παγκόσμια γεωπολιτική και η ποντοπόρος ναυτιλία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή οποιασδήποτε αλλαγής στο σημερινό status quo.

Η ναυτιλία απολαμβάνει επί του παρόντος μερικές από τις υψηλότερες αποδόσεις των τελευταίων δεκαετιών και οι προσδοκίες είναι για συνέχιση του τρέχοντος κύκλου για τα επόμενα χρόνια.

Εστιάζοντας στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη, υπάρχουν ορισμένοι τομείς που πρέπει να εξεταστούν:

Η Ουκρανία

Πρώτον, η πιθανότητα κάποιας επίλυσης του πολέμου στην Ουκρανία, που διαρκεί δύο και πλέον χρόνια, είναι κάτι που οι αναλυτές πιστεύουν ότι θα μπορούσε να συμβεί στα πρώτα στάδια μετά από μια νίκη του Τραμπ.

Όπως επισημαίνουν, το κύριο ζήτημα εδώ έχει να κάνει με όλες τις καθιερωμένες οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και κυρίως με τις ροές πετρελαίου προς τη Δύση που έχουν μειωθεί σημαντικά και έχουν ανακατευθυνθεί σε πιο απομακρυσμένους ασιατικούς προορισμούς.

«Οποιαδήποτε άρση κυρώσεων που θα αποκαταστήσει τα εμπορικά πρότυπα για το πετρέλαιο και τα διυλισμένα προϊόντα θα είναι αρνητική για την αγορά των δεξαμενόπλοιων.

Για το χύδην ξηρό φορτίο, η επανέναρξη των εξαγωγών σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα με πλήρη δυναμικότητα θα είναι επίσης αρνητική για τον τομέα, αν και πολύ λιγότερο από ό,τι οι συναλλαγές πετρελαίου που έχουν υποστεί υψηλές κυρώσεις».

Ωστόσο, οι αναλυτές πιστεύουν ότι είναι απίθανο να επιστρέψουμε στην προ του πολέμου εμπορική τάξη πραγμάτων σύντομα, καθώς οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη ενδέχεται να παραμείνουν σταθερά αντίθετες σε οποιαδήποτε τέτοια πλήρη ανακούφιση από τις κυρώσεις, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα.

Επιπλέον, η αρχική αλλαγή στα εμπορικά πρότυπα ήταν γρήγορη και υποχρεωτική, ενώ αυτή τη φορά η αγορά θα εξετάσει τα βασικά οικονομικά στοιχεία για να προβεί σε μια τέτοια αλλαγή και δεν είναι σαφές στους αναλυτές ότι η ρωσική υποδομή βρίσκεται στην ίδια κατάσταση όσον αφορά την εξαγωγική ικανότητα και τις δυνητικές ροές που προσθέτουν μόνιμη αναποτελεσματικότητα και αυξημένο κόστος.

Σε κάθε περίπτωση, «οποιαδήποτε άρση των κυρώσεων θα είναι αρνητική για την αγορά δεξαμενόπλοιων, αλλά δεν θα είναι επιστροφή στο προ του πολέμου καθεστώς της ναυτιλίας για τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου».

Ερυθρά – Σουέζ

Το δεύτερο σημαντικό γεωπολιτικό γεγονός που επηρέασε σημαντικά τη ναυτιλία είναι οι εκτροπές των πλοίων από το πέρασμα της Ερυθράς Θάλασσας και τη Διώρυγα του Σουέζ λόγω του κινδύνου επιθέσεων των Χούθι, γεγονός που προσέθεσε σημαντικές αποστάσεις πλεύσης σε όλους τους τομείς της ναυτιλίας (δηλαδή μεγαλύτερες αποστάσεις σημαίνει μεγαλύτερη ζήτηση πλοίων), με τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων να επηρεάζονται περισσότερο, ακολουθούμενα στενά από τα τάνκερ.

«Για άλλη μια φορά, δεν είναι σαφές ποια πολιτική θα ακολουθήσει μια δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ, αλλά δεδομένης της προθυμίας προβολής της αμερικανικής ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο, πιστεύουμε ότι είναι απίθανο οι ΗΠΑ να συνεχίσουν να παραμένουν σχετικά παθητικές σε επιθέσεις κατά πλοίων, ιδίως αμερικανικών πλοίων.

Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε την επιχειρησιακή δυσκολία της προστασίας της διέλευσης από την Ερυθρά Θάλασσα, αλλά η άποψή μας είναι ότι οι ΗΠΑ είναι πιθανό να υιοθετήσουν μια πιο επιθετική στάση έναντι του Ιράν και των Χούθι, με στόχο να επιτύχουν μια ασφαλέστερη διέλευση της εμπορικής ναυτιλίας μέσω της Ερυθράς Θάλασσας».

Η επιθετική στάση προς την Κίνα

Σε επίπεδο εμπορικής διαμάχης, «μια πιο επιθετική στάση απέναντι στην Κίνα και η αυξανόμενη χρήση δασμών που διαφημίζει ο Τραμπ αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά το παγκόσμιο εμπόριο και συνεπώς τη ναυτιλία.

Η παγκοσμιοποίηση ήταν στην πρώτη γραμμή της ανάπτυξης του θαλάσσιου εμπορίου και κάθε πολιτική που διαταράσσει το παγκόσμιο εμπόριο είναι αρνητική για όλη τη ναυτιλία.

Επιπλέον, τέτοιες πολιτικές θα πλήξουν τελικά και την οικονομία της Κίνας που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, επηρεάζοντας αρνητικά την εγχώρια ζήτηση για πρώτες ύλες και εμπορεύματα και μειώνοντας τις εισαγωγές πετρελαίου, άνθρακα και σιδηρομεταλλεύματος, τους τρεις πυλώνες της ναυτιλίας εμπορευμάτων».

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")