Οι Αιγύπτιοι δεν έχουν χρόνο για εορτασμό επετείων. Τα βλέμματά τους ήσαν περισσότερο στραμμένα την Τετάρτη στον σαρωτικό ανασχηματισμό του υπουργικού συμβουλίου από τον πρόεδρο Σίσι, εν μέσω πιεστικών οικονομικών προβλημάτων, παρά στην ενδέκατη επέτειο του ιδιόμορφου πραξικοπήματος που έφερε τον τότε υπουργό Άμυνας στην εξουσία, τερματίζοντας ένα σύντομο διάλειμμα διακυβέρνησης της Αιγύπτου από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα

Και όμως: τα τωρινά μελήματα συνδέονται απολύτως με τις συνθήκες υπό τις οποίες εγκαινιάσθηκε η “εποχή Σίσι” στις 3 Ιουλίου 2013, με τελεσίγραφο του αιγυπτιακού στρατού προς την κυβέρνηση του Μοχάμαντ Μόρσι, τρεις ημέρες μετά το ξέσπασμα ογκωδών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων.

Το ότι η παρέμβαση του στρατού είχε και ισχυρή υποστήριξη από αξιοσημείωτο τμήμα του λαού δεν την κατέστησε πάντως λιγότερο ωμή. Το απέδειξε αυτό η σφαγή της πλατείας Ραμπάα λίγες ημέρες αργότερα όταν 638 άνθρωποι σκοτώθηκαν και σχεδόν 4.000 τραυματίσθηκαν σε συγκρούσεις διαδηλωτών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας με τις δυνάμεις ασφαλείας. Ο ίδιος ο Μόρσι, μόνος εκλεγμένος (και μη προερχόμενος από τον στρατό) πρόεδρος της Αιγύπτου για την περίοδο 2012-2013 πέθανε στη φυλακή.

Τον Μάρτιο του 2014 δικαστήριο επέβαλε την θανατική ποινή σε 529 μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, στην μαζικότερη χρήση της εσχάτης των ποινών στα παγκόσμια χρονικά. Μέχρι τον Μάιο του 2016, περισσότεροι από 40.000 πολιτικοί κρατούμενοι βρίσκονταν στις φυλακές, με τις διεθνείς αντιδράσεις να είναι ισχνές, καθώς το αιγυπτιακό καθεστώς ισχυρίζεται ότι όλοι οι αντίπαλοί του είναι φορείς του ισλαμιστικού εξτρεμισμού, χωρίς να εξηγεί γιατί σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι πρωτεργάτες της δημοκρατικής εξέγερσης κατά του Χόσνι Μουμπάρακ το 2011. Μόνη η Ιταλία έχει απομείνει να εγείρει ερωτήματα για την τύχη του υπηκόου της Τζούλιο Ρετζένι, του μεταπτυχιακού ερευνητή των κοινωνικών κινημάτων που απήχθη στο Κάιρο το 2019 για να βρεθεί μερικές μέρες αργότερα νεκρός με εμφανή ίχνη βασανιστηρίων κοντά σε φυλακή των μυστικών υπηρεσιών.

Η Αίγυπτος βρίσκεται από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πολύ πιο πίσω από το 2011 όταν το καθεστώς Μουμπάρακ ανατράπηκε από την “Αραβική Άνοιξη”. Η δε πρώτη ενέργεια του καθεστώτος Σίσι ήταν η απελευθέρωση των απευθείας αναθέσεων έργων από τον στρατό, τον πραγματικό πρωταγωνιστή του οικοδομήματος διαφθοράς που δεσπόζει στην αιγυπτιακή οικονομία.

Ο στρατάρχης Αμπντελφάταχ αλ Σίσι φρόντισε το 2014 να νομιμοποιήσει την δική του εξουσία του δια της κάλπης. Επανεξελέγη δε για τρίτη προεδρική θητεία τον περασμένο Δεκέμβριο. Όμως η Αίγυπτος των 116 εκατομμυρίων κατοίκων, παραμένει στο χείλος της αποσταθεροποίησης τόσο για (γεω)πολιτικούς λόγους, τους οποίους άλλωστε παρόξυνε η ανάφλεξη της 7ης Οκτωβρίου στη γειτονικά Γάζα, όσο και κυρίως για οικονομικούς.

Η μερική περιφερειακή επέκταση των συγκρούσεων, με τις επιθέσεις εναντίον εμπορικών πλοίων που πραγματοποιεί η ελεγχόμενη από τους Χούθι κυβέρνηση της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα, έχει αναστατώσει την παγκόσμια ναυσιπλοΐα, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται από όλο και περισσότερες μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες η συγκεκριμένη θαλάσσια οδός και άρα να χάνονται πολύτιμα έσοδα και για την Αίγυπτο από την διέλευση της Διώρυγας του Σουέζ.
Η Διώρυγα, από την οποία διέρχεται το 98% της θαλάσσιας κίνησης μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, απέφερε στα αιγυπτιακά ταμεία 9,4 δισ. δολάρια κατά το προηγούμενο δημοσιονομικό έτος (ήτοι 25-30 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως κατά μέσο όρο), σε μία συγκυρία κατά την οποία το Κάιρο έχει απεγνωσμένη ανάγκη ξένου συναλλάγματος.

Υπενθυμίζεται ότι η χώρα καλύπτει το πλείστον των αναγκών της, και μάλιστα των διατροφικών, από εισαγωγές (πρόκειται για τον μεγαλύτερο εισαγωγέα σιτηρών παγκοσμίως), με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά ευάλωτη. Μια πρόσφατη εισροή επενδύσεων και χρηματοδότησης από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το ΔΝΤ και την Ε.Ε., μεταξύ άλλων, μείωσε τη χρόνια έλλειψη ξένου συναλλάγματος στην Αίγυπτο, αν και οι διακοπές ρεύματος και οι ελλείψεις φυσικού αερίου έχουν από τότε ταλαιπωρήσει τις επιχειρήσεις και τους πολίτες.

Οι διαπραγματεύσεις για την στήριξη από το ΔΝΤ έχουν φέρει στο προσκήνιο πιέσεις για αποκρατικοποίηση μεγάλων τομέων της οικονομίας, που ελέγχονται κυρίως από τον στρατό, ενώ έχουν υποχρεώσει την μεν κεντρική τράπεζα να υιοθετήσει ελεύθερη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της λίρας, την δε κυβέρνηση να περικόψει τις επιδοτήσεις στα τρόφιμα και τα καύσιμα. Η “γενναιοδωρία” των μοναρχών του Περσικού Κόλπου, είτε ως χορηγών είτε ως επενδυτών, είναι που κρατάει τη χώρα ακόμη όρθια, με τίμημα τις αναμενόμενες πολιτικές εξαρτήσεις.

Τα πρόσφατα ευρασιατικά ανοίγματα της Αιγύπτου, η οποία από 1ης-1ου αποτελεί πλήρες μέλος της ομάδας BRICS, ερμηνεύονται σε αυτό το πλαίσιο, ως μία προσπάθεια προώθησης των διεθνών εμπορικών της συναλλαγών στο εθνικό νόμισμα, εκτός του δολαρίου το οποίο σπανίζει στα αιγυπτιακά συναλλαγματικά αποθέματα.

Η κρίση στη Γάζα έχει προκαλέσει μια κάποια συσπείρωση περί την εθνική ηγεσία. Αλλά από την άλλη πλευρά, η οικονομική πραγματικότητα υπονομεύει την αποδοχή του προέδρου. Ο πληθωρισμός έφθασε τον περασμένο Αύγουστο το 37,9% και η ανεργία των νέων το 17,1% (σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας), ενώ το ένα τρίτο του διαρκώς διογκούμενου πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.

Ωστόσο, η πολιτικο-οικονομική στασιμότητα στην οποία έχει βυθισθεί η άλλοτε ηγέτιδα χώρα του αραβικού κόσμου έχει την γεωπολιτική της εξήγηση. Η Χώρα του Νείλου αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο (μετά το Ισραήλ) αποδέκτη αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας διεθνώς, έχοντας ως “αποστολή” την απαλλαγή του εβραϊκού κράτους από ανησυχίες για τα νότια σύνορά του, όπως αυτή επιτεύχθηκε με τις Συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ την δεκαετία του '70. Επιπλέον, η οργάνωση Χαμάς, ως παλαιστινιακό παρακλάδι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας αντιμετωπίζεται από τον Σίσι ως υπαρξιακή απειλή.

Από την άλλη πλευρά, η Ε.Ε. καταπατά όλη την περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων ρητορική της, εναγκαλιζόμενη το καθεστώς Σίσι, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνεργασία του αφενός στο μεταναστευτικό ζήτημα και αφετέρου στην (διαταραγμένη λόγω ουκρανικής κρίσης) ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης. Ήδη τον Ιούνιο του 2022 η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Ε.Ε. συνυπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας για την υγροποίηση σε αιγυπτιακές εγκαταστάσεις φυσικού αερίου από τα ισραηλινά κοιτάσματα, με προορισμό τις ευρωπαϊκές αγορές, ενώ η Κομισιόν διαπραγματεύεται με το Κάιρο σχέδιο συμφωνίας αντίστοιχο με αυτό που έχει υπογραφεί με την Τυνησία για το μεταναστευτικό, έναντι 9 δισ. ευρώ σε επενδύσεις, δάνεια ή διαγραφές δανείων.

Πρόκειται, ωστόσο, για κοντόθωρη επιλογή εξαγοράς χρόνου που απλώς κινδυνεύει να μεταθέσει για το όχι μακρινό μέλλον την εκδήλωση των αδιεξόδων της Αιγύπτου με εκρηκτικό τρόπο.

Άλλωστε και η Αθήνα, που μαζί με τη Λευκωσία πρωταγωνίστησε στην τριμερή σύμπραξη με το Κάιρο (στην πραγματικότητα, αφανή τετραμερή με την προσθήκη του Ισραήλ) ευελπιστώντας να αντισταθμίσει τις τουρικές φιλοδοξίες στην ανατολική Μεσόγειο, αντιμετωπίζει ήδη τα όρια αυτής της οπτικής. Το γεγονός ότι η Αίγυπτος αντέδρασε, όπως αντιστοιχεί στην ιστορία και τα μεγέθη της, στην προοπτική μετατροπής της σε δορυφόρο της Άγκυρας δια της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, δεν την καθιστά πρόθυμη για ολομέτωπη σύγκρουση με την Άγκυρα, ιδίως στην παρούσα φάση των δραματικών περιφερειακών ανακατατάξεων, ούτε δεκτική σε ιδιαίτερες παραχωρήσεις προς την ελληνική πλευρά. Και μόνο η μερική οριοθέτηση των θαλάσσιων δικαιοδοσιών Ελλάδας και Αιγύπτου (που σταματά εκεί ακριβώς που θα έθιγε τις τουρκικές διεκδικήσεις ως προς το Καστελλόριζο) είναι ενδεικτική.

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")