Δέκα ημέρες Αγωνίας Έληξαν

Το τελευταίο δεκαήμερο παρακολουθώ σε καθημερινή βάση τις εξελίξεις στις τράπεζες. Πρώτον, γιατί είναι μέσα στα καθήκοντά μου ως οικονομικού συντάκτη η καθημερινή ενημέρωση. Δεύτερον, γιατί και εγώ, όπως και εκατομμύρια συμπολίτες μας, έχω εμπιστευθεί στις τράπεζες τις οικονομίες μιας ζωής και είναι φυσικό να συμμερίζομαι τις αγωνίες και τις ανησυχίες όλων των καταθετών.
Του Νίκου Νικολάου
Παρ, 10 Οκτωβρίου 2008 - 08:40

Το τελευταίο δεκαήμερο παρακολουθώ σε καθημερινή βάση τις εξελίξεις στις τράπεζες. Πρώτον, γιατί είναι μέσα στα καθήκοντά μου ως οικονομικού συντάκτη η καθημερινή ενημέρωση. Δεύτερον, γιατί και εγώ, όπως και εκατομμύρια συμπολίτες μας, έχω εμπιστευθεί στις τράπεζες τις οικονομίες μιας ζωής και είναι φυσικό να συμμερίζομαι τις αγωνίες και τις ανησυχίες όλων των καταθετών. Κάθε ημέρα, λοιπόν, έπαιρνα στο τηλέφωνο και ρωτούσα τους φίλους μου, που διευθύνουν τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες (Εθνική, Alpha, Eurobank και Πειραιώς) για τα συμβάντα και πρέπει να πω ότι ήταν πάντα αισιόδοξοι και με καθησύχαζαν ότι δεν υπάρχει κανένας κλονισμός της κεφαλαιακής τους επάρκειας, είτε συρρίκνωση της ρευστότητάς τους, αφού οι εισροές καταθέσεων ήταν μεγαλύτερες από τις εκροές για δανειοδότηση πελατών.

Επειδή όμως οι επικεφαλής ως εκ της θέσεώς τους και όταν συνομιλούν με δημοσιογράφο είναι φυσικό να δίνουν μια εικόνα πιο λαμπερή από την πραγματική, θεώρησα καθήκον μου να κάνω ρεπορτάζ στην πηγή, αξιοποιώντας τις γνωριμίες μου με διευθυντές υποκαταστημάτων. Λοιπόν, το ρεπορτάζ αυτό μου επιβεβαίωσε ότι όντως καμία τράπεζα δεν κλονίστηκε, υπό την έννοια ότι πολιορκήθηκε από καταθέτες που ζητούσαν τα λεφτά τους πίσω ή ότι σταμάτησαν οι εισροές νέου χρήματος. Όμως, ενώ δεν συνέβησαν αυτά τα τραγικά (τα οποία δυστυχώς τα ισχυρίσθηκαν ψευδώς τηλεοπτικοί «αστέρες»), οι τράπεζές μας πέρασαν όντως ένα δύσκολο δεκαήμερο, το οποίο ευτυχώς έληξε αισίως χθες Τετάρτη, που ήταν η πρώτη ήσυχη μέρα, καθώς η απόφαση της κυβέρνησης να θεσπίσει νομικά για μια τριετία την αύξηση της εγγύησης των καταθέσεων από 20.000 σε 100.000 ευρώ αποκατέστησε αίσθημα εμπιστοσύνης σε όλους τους αποταμιευτές, οι οποίοι χθες δεν πήγαν στις τράπεζες ούτε για να ρωτήσουν κάτι σχετικό με τους λογαριασμούς τους.

Τι συνέβη, λοιπόν, το προηγούμενο δεκαήμερο; Όλα άρχισαν στις 27 Σεπτεμβρίου, όταν ανακοινώθηκε στις Βρυξέλλες ότι κατέρρευσε η FORTIS, η παντοδύναμη βελγοολλανδική τράπεζα με άνοιγμα 40 δισ. ευρώ! Παρότι οι κυβερνήσεις του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου έσπευσαν αμέσως να την καλύψουν, η κατάρρευση της FORTIS που το ενεργητικό της είναι 1,5 φορά το ενεργητικό του συνόλου των εμπορικών τραπεζών της χώρας, έφθασε στην Αθήνα σαν μήνυμα ότι δήθεν κινδυνεύουν οι ελληνικές τράπεζες και συνεπώς τα 200 δισ. των ιδιωτικών καταθέσεων απειλούνται. Από την επομένη κιόλας, μια στρατιά μικροκαταθετών (που δυστυχώς είναι και οι απληροφόρητοι) έσπευσαν στις τράπεζες πραγματοποιώντας τις εξής δύο κινήσεις: Πρώτον, απέσυραν τις καταθέσεις τους από τις μικρές τράπεζες και τις πήγαιναν στις μεγάλες τράπεζες που τις θεωρούσαν, και δικαίως, πιο ασφαλείς.

Δεύτερον, έσπαζαν τις καταθέσεις τους σε κομμάτια των 20.000 ευρώ και τις μοίραζαν σε διάφορες τράπεζες ώστε να είναι κατοχυρωμένοι από την κρατική εγγύηση του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων. Τρίτον, έσπευδαν να βάλουν στην κατάθεση π.χ. των 60.000 ευρώ συνδικαιούχους δύο ακόμη συγγενείς τους, για να πάρει ο καθένας την εγγύηση των 20.000 ευρώ!

Όλα αυτά, βέβαια, δεν κλόνισαν ούτε για μια στιγμή το τραπεζικό μας σύστημα, αλλά προκάλεσαν ένα άσχημο κλίμα, γιατί έδειξαν ότι υπάρχουν στο αποταμιευτικό μας κοινό σπέρματα πανικού που εκδηλώνονται όταν από τα ΜΜΕ, για λόγους εντυπωσιασμού, μεταδίδονται ψευδείς πληροφορίες ή όταν ορισμένα κατώτερα στελέχη τραπεζών, για να συλλέξουν καταθέσεις στο κατάστημά τους, διέδιδαν συκοφαντίες εις βάρος των ανταγωνιστών τους.

Τώρα που πέρασε η μικροκαταιγίδα, πρέπει να επιδειχθεί απ’ όλους αίσθημα ευθύνης και υπό την έννοια αυτή η υπεύθυνη στάση τόσο της κυβέρνησης όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης δημιουργεί μια στέρεη βάση εμπιστοσύνης των πολιτών.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 09/10/2008)