για μια απατηλή επιδίωξη που είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δυνατότητα να ηγηθούν του κόσμου, ακόμη κι αν αυτό ήταν η επιθυμία των άλλων εθνών, κάτι που δεν ισχύει. Το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια παραγωγή (σε διεθνείς τιμές) είναι 16% με πτωτική τάση, από περίπου 27% το 1950 και 21% το 1980. Το μερίδιο της Κίνας είναι 19%. Η βιομηχανική παραγωγή της Κίνας είναι σχεδόν διπλάσια από εκείνη των ΗΠΑ και η Κίνα ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ σε τεχνολογίες αιχμής.
Οι ΗΠΑ είναι επίσης στρατιωτικά υπερεκτεθειμένες, με περίπου 750 υπερπόντιες στρατιωτικές βάσεις σε 80 χώρες. Εμπλέκονται σε παρατεταμένους πολέμους στην Υεμένη, στο Ισραήλ με την Παλαιστίνη, στην Ουκρανία, στη Συρία, στη Λιβύη και άλλες περιοχές. Οι πόλεμοι και η επιδίωξη της ηγεμονίας των ΗΠΑ χρηματοδοτούνται μέσω του χρέους, ακόμη και εκείνου προς αντίπαλες δυνάμεις όπως η Κίνα.
Επιπλέον, η δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ έχει παραλύσει. Οι πλούσιοι, οι οποίοι χρηματοδοτούν τις πολιτικές εκστρατείες, επιθυμούν χαμηλότερους φόρους, ενώ οι φτωχοί απαιτούν μεγαλύτερες κοινωνικές δαπάνες. Το αποτέλεσμα είναι ένα αδιέξοδο, με χρόνια δημοσιονομικά ελλείμματα που σήμερα υπερβαίνουν το 5% του ΑΕΠ. Το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί σήμερα, από περίπου 35% του ΑΕΠ το 2000 σε 100%.
Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ διατηρούν τον τεχνολογικό τους δυναμισμό σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και ο σχεδιασμός μικροτσίπ, τα επιτεύγματά τους ξεπερνιούνται ταχύτατα από την Κίνα, λόγω της εξάπλωσης της τεχνογνωσίας και των καινοτομιών που προωθεί η χώρα. Η πλειονότητα του παγκόσμιου εξοπλισμού για πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες –όπως προηγμένες φωτοβολταϊκές μονάδες, ανεμογεννήτριες, πυρηνικά εργοστάσια, μπαταρίες, μικροκυκλώματα, ηλεκτροκίνητα οχήματα, συστήματα 5G και τεχνολογίες μεταφοράς ενέργειας μεγάλων αποστάσεων– παράγεται στην Ασία, με ένα σημαντικό ποσοστό να προέρχεται από την Κίνα ή από αλυσίδες εφοδιασμού που ελέγχονται από αυτήν.
Λόγω των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τους, οι ΗΠΑ αποφεύγουν να αναλάβουν τα οικονομικά βάρη που συνεπάγεται η παγκόσμια ηγεσία. Ζητούν από τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ να καλύπτουν οι ίδιοι τις αμυντικές τους δαπάνες, ενώ γίνονται ολοένα και πιο απρόθυμες να συνεισφέρουν στο σχέδιο δράσης του ΟΗΕ για τη χρηματοδότηση της βιώσιμης μετάβασης και ανάπτυξης.
Εν ολίγοις, ενώ οι ΗΠΑ αυταπατώνται ότι διατηρούν την παγκόσμια ηγεμονία, έχουμε ήδη εισέλθει σε έναν πολυπολικό κόσμο. Αυτό θέτει το ερώτημα για τη σημασία της νέας πολυπολικότητας. Υπάρχουν τρεις πιθανότητες.
Η πρώτη, δηλαδή η τρέχουσα πορεία μας, είναι η συνεχής αντιπαράθεση για κυριαρχία μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, που φέρνει τις ΗΠΑ αντιμέτωπες με την Κίνα, τη Ρωσία και άλλες χώρες. Ο κορυφαίος μελετητής της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, καθηγητής Τζον Μερσχάιμερ, έχει αναπτύξει τη θεωρία του «επιθετικού ρεαλισμού», η οποία υποστηρίζει ότι οι μεγάλες δυνάμεις αναπόφευκτα μάχονται για την κυριαρχία, με τις συνέπειες ωστόσο να είναι ενδεχομένως τραγικές, υπό τη μορφή καταστροφικών πολέμων. Ωστόσο, είναι καθήκον μας να αποτρέψουμε τέτοιες τραγικές εκβάσεις, αντί να τις αποδεχτούμε ως αναπόφευκτες.
Η δεύτερη πιθανότητα είναι η εύθραυστη ειρήνη που προκύπτει από την ισορροπία μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, που συχνά αποκαλείται «αμυντικός ρεαλισμός». Εφόσον οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δυνατότητα να νικήσουν την Κίνα ή τη Ρωσία, και αντίστροφα, οι μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει να διατηρήσουν την ειρήνη αποφεύγοντας τις άμεσες συγκρούσεις μεταξύ τους. Οι ΗΠΑ δεν θα πρέπει να επιδιώκουν την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αγνοώντας τις έντονες αντιρρήσεις της Ρωσίας ούτε να εξοπλίζουν την Ταϊβάν, κόντρα στη σφοδρή αντίθεση της Κίνας.
Εν ολίγοις, οι μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει να δρουν με σύνεση, αποφεύγοντας τις κόκκινες γραμμές των άλλων. Αυτή η προσέγγιση είναι σίγουρα χρήσιμη, αλλά δεν αρκεί από μόνη της. Οι ισορροπίες δυνάμεων μπορούν να εξελιχθούν σε ανισορροπίες, θέτοντας σε κίνδυνο την ειρήνη. Το Κονσέρτο της Ευρώπης, η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών τον 19ο αιώνα, υπέκυψε τελικά σε μετατοπίσεις στην ισορροπία δυνάμεων στο τέλος του 19ου αιώνα, οι οποίες οδήγησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η τρίτη πιθανότητα, που περιφρονήθηκε τα τελευταία 30 χρόνια από τους ηγέτες των ΗΠΑ, αλλά αποτελεί τη μεγαλύτερη ελπίδα μας, είναι η πραγματική ειρήνη μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Αυτή η ειρήνη θα στηρίζεται στην κοινή αποδοχή ότι δεν μπορεί να υπάρξει ένας απόλυτος ηγεμόνας και ότι το κοινό καλό απαιτεί ενεργή συνεργασία μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Αυτή η προσέγγιση βασίζεται σε διάφορες θεμελιώσεις, όπως ο ιδεαλισμός (ένας κόσμος βασισμένος στην ηθική) και ο θεσμισμός (ένας κόσμος βασισμένος στο διεθνές δίκαιο και τους πολυμερείς θεσμούς).
Η διαρκής ειρήνη είναι εφικτή. Μπορούμε να αντλήσουμε πολύτιμα διδάγματα από τη μακροχρόνια ειρηνική περίοδο που επικράτησε στην Ανατολική Ασία πριν από την άφιξη των δυτικών δυνάμεων τον 19ο αιώνα. Στο βιβλίο της «Chinese Cosmopolitanism», η φιλόσοφος Σούχεν Σιανγκ αναφέρει τον ιστορικό Ντέιβιντ Κανγκ, ο οποίος επισημαίνει ότι «από την ίδρυση της δυναστείας των Μινγκ μέχρι τους πολέμους του οπίου –δηλαδή από το 1368 έως το 1841– υπήρξαν μόνο δύο πόλεμοι μεταξύ της Κίνας, της Κορέας, του Βιετνάμ και της Ιαπωνίας. Ο ένας ήταν η εισβολή της Κίνας στο Βιετνάμ (1407-1428) και ο άλλος η εισβολή της Ιαπωνίας στην Κορέα (1592-1598)». Η μακροχρόνια ειρήνη της Ανατολικής Ασίας διαλύθηκε από την επίθεση της Βρετανίας στην Κίνα κατά τον πρώτο πόλεμο του οπίου (1839-1842) και τις επακόλουθες συγκρούσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης (και αργότερα Κίνας και Ιαπωνίας).
Η Σιανγκ αποδίδει τη μισή χιλιετία ειρήνης στην Ανατολική Ασία στους κομφουκιανικούς κανόνες αρμονίας που διέπνεαν την πολιτική δεινότητα της περιοχής, σε αντίθεση με τον αγώνα για ηγεμονία που χαρακτήριζε εκείνη της Ευρώπης. Παρόμοιες παρατηρήσεις για τις διαφορές μεταξύ της κινεζικής και της ευρωπαϊκής πολιτικής δεινότητας διατυπώνει και η δρ Ζαν Ντονγκ, στο βιβλίο της «Chinese Statecraft in a Changing World: Demystifying Enduring Traditions and Dynamic Constraints».
Πρόσφατα πρότεινα 10 Αρχές για τη διαρκή ειρήνη στον 21ο αιώνα, που συνδυάζουν τις πέντε αρχές της Κίνας για την ειρηνική συνύπαρξη με πέντε πρακτικά επιπλέον βήματα, δηλαδή ένα μείγμα κομφουκιανικής ηθικής και θεσμισμού. Το σκεπτικό μου είναι να αξιοποιήσουμε την ηθική της συνεργασίας και τα πρακτικά οφέλη του διεθνούς δικαίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
Καθώς οι παγκόσμιοι ηγέτες συγκεντρώνονται τον Σεπτέμβριο στη Σύνοδο Κορυφής του ΟΗΕ για το Μέλλον, το βασικό μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Δεν θέλουμε ούτε χρειαζόμαστε έναν απόλυτο ηγεμόνα. Δεν χρειαζόμαστε μια ισορροπία δυνάμεων που μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ανισορροπία ισχύος. Χρειαζόμαστε μια διαρκή ειρήνη που θα βασίζεται στην ηθική, στα κοινά συμφέροντα, στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς.
*Ο κ. Τζέφρι Σακς είναι οικονομολόγος και καθηγητής στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ