Η Αποτυχημένη Εξαγορά της US Steel και το Δίλημμα της Αμερικανικής Πολιτικής

Η Αποτυχημένη Εξαγορά της US Steel και το Δίλημμα της Αμερικανικής Πολιτικής
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Σαβ, 7 Σεπτεμβρίου 2024 - 09:35

Τον περασμένο Μάιο, οι γίγαντες του χάλυβα Nippon Steel και US Steel ανακοίνωσαν την εξαγορά του δεύτερου από τον πρώτο. Όπως ανέφεραν στο σχετικό δελτίο τύπου, οι δύο εταιρείες είχαν λάβει την έγκριση από τις ρυθμιστικές αρχές διάφορων μεγάλων αγορών, μεταξύ αυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Βρετανίας. Ο σχεδιασμός προέβλεπε πως η εξαγορά θα ολοκληρωνόταν στο δεύτερο μισό του 2024, ενώ η Nippon Steel δεσμεύτηκε πως η ανώτατη ηγεσία αλλά και το Διοικητικό Συμβούλιο της US Steel θα είναι Αμερικάνοι πολίτες. Φαίνεται, όμως, πως οι δύο επιχειρήσεις “λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο”, καθώς ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε πως θα μπλοκάρει τη συμφωνία

Αυτή η απόφαση δεν αποτέλεσε έκπληξη. Τόσο ο Πρόεδρος Μπάιντεν, όσο και οι υποψήφιοι για την προεδρία Τραμπ και Χάρις είχαν εναντιωθεί στη συμφωνία. Με βάση τα επίσημα λεγόμενά τους, η εξαγορά δεν μπορεί να προχωρήσει καθώς απειλεί την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό εγείρει συγκεκριμένους προβληματισμούς για την εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον, πέρα από το ποιος κάθεται στο Οβάλ Γραφείο. Αφενός, με ποιον τρόπο μπορεί η Ιαπωνία, ο στενότερος σύμμαχος της Ουάσιγκτον στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, να απειλήσει τις ΗΠΑ; Αφετέρου, αν η αμερικανική ηγεσία δεν μπορεί να εμπιστευτεί τους πιο διαχρονικούς συμμάχους της, πώς σκοπεύει να εξισορροπήσει την (πολύ πιο άμεση) απειλή της Κίνας;

Η περίπτωση της US Steel είναι χαρακτηριστική γιατί αφορά σε έναν τομέα όπου η Κίνα έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις ΗΠΑ. Με βάση τα στοιχεία του 2023, οι 6 από τους κορυφαίους 10 παραγωγούς χάλυβα παγκοσμίως εδρεύουν στην Κίνα, κατέχοντας και την πρώτη θέση με τη China Baowu Group. Αντιθέτως, οι τρεις μεγαλύτεροι παραγωγοί χάλυβα των ΗΠΑ, Nucor, Cleveland-Cliffs, και US Steel βρίσκονται στις θέσεις 15, 22, και 24 αντίστοιχα. Μία λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι η προσέγγιση του ‘friend-shoring’, δηλαδή η ανάπτυξη των αλυσίδων παραγωγής σε φιλικά κράτη με σκοπό τον περιορισμό των (πιο εχθρικών) ανταγωνιστών. Η πρακτική αυτή ήταν δημοφιλής κατά τα προηγούμενα χρόνια της διακυβέρνησης Μπάιντεν, καθώς η αμερικανική ηγεσία ενίσχυε την παραγωγή σε κρίσιμους κλάδους με τους στενούς συμμάχους της, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, και η ΕΕ με σκοπό να περιορίσει την Κίνα και τη Ρωσία.

Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί χάλυβα για το 2023/2024. Πηγή: World Steel.

 

Τι άλλαξε λοιπόν; Για αρκετούς αναλυτές, η πραγματική απειλή της εξαγοράς δεν ήταν η ασφάλεια, αλλά η ικανοποίηση των ψηφοφόρων σε πολιτείες-κλειδιά. Με την προεκλογική μάχη μεταξύ Τραμπ και Χάρις να βρίσκεται πολύ κοντά, όλοι πλέον συμφωνούν πως το τελικό αποτέλεσμα θα κριθεί από μερικές χιλιάδες ψήφους σε συγκεκριμένες πολιτείες. Η πιο κρίσιμη από αυτές είναι η Πενσυλβάνια, οι οποία έχει 19 εκλέκτορες. Συμπωματικά, τόσο η έδρα, όσο και 6 εργοστάσια της US Steel βρίσκονται στη συγκεκριμένη πολιτεία. Με το σωματείο των εργατών στις χαλυβουργίες να εναντιώνεται στη συμφωνία υπό τον φόβο απολύσεων και τις εκλογές του Νοεμβρίου να πλησιάζουν, η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν είχε πολλά περιθώρια.

Πέρα από τις προεδρικές εκλογές, υπάρχουν κι άλλοι υποψήφιοι που θα επηρεάζονταν από την εξαγορά. Μία σειρά υποψηφίων για το Κογκρέσο από την Πενσυλβάνια και το γειτονικό Οχάϊο καλούνται να υπερασπιστούν τις βουλευτικές έδρες τους. Φυσικά, πέρα από τον Λευκό Οίκο, οποιοσδήποτε Πρόεδρος χρειάζεται και ένα φιλικό Κογκρέσο για να κυβερνήσει, με τους κανόνες του αμερικανικού συστήματος να καθιστούν κάθε έδρα πολύτιμη για την ψήφιση νομοσχεδίων.

Η κίνηση του Μπάιντεν έχει προκαλέσει ντόμινο αντιδράσεων. Η έτερη αμερικανική χαλυβουργία Cleveland-Cliffs υποδέχθηκε με ενθουσιασμό την απόφαση, δηλώνοντας πως είναι έτοιμη να εξαγοράσει τμήματα της US Steel. Η Cleveland-Cliffs είχε υποβάλει και προηγουμένως πρόταση, με τιμή αγοράς στα 54 δολάρια ανά μετοχή, έναντι των 55 δολαρίων που είχε προτείνει η Nippon Steel. Αντιθέτως, η πιθανότητα εξαγοράς της US Steel από την Cleveland-Cliffs έχει ήδη χτυπήσει τον συναγερμό για μονοπωλιακές πρακτικές. Μία συγχώνευση των δύο παραγωγών θα δημιουργούσε μονοπώλια στην παραγωγή από υψικάμινους και τον χάλυβα που χρησιμοποιείται στα ηλεκτρικά οχήματα. Πολύ εύκολα αυτό θα οδηγούσε στην άνοδο των τιμών.

Πιο σημαντικές όμως είναι οι αντιδράσεις των συμμάχων των ΗΠΑ. Η δικαιολογία της εθνικής ασφάλειας υπονοεί με σαφήνεια πως η Ουάσιγκτον δεν εμπιστεύεται έναν από τους πιο στενούς και μακροχρόνιους συμμάχους της. Αναπόφευκτα, η αίσθηση που δημιουργείται στις ευρύτερες συμμαχίες που προσπαθούν να περιορίσουν την Κίνα και τη Ρωσία δεν είναι ευχάριστη. Από την άλλη, η απόφαση Μπάιντεν φέρνει στο προσκήνιο έναν από τους μεγαλύτερους φόβους των εταίρων της Ουάσιγκτον, δηλαδή πως ασχέτως του ποιος βρίσκεται στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει μία εμπορική στρατηγική προστατευτισμού. Φυσικά, αυτό δεν αποτελεί ζήτημα για την πλευρά Τραμπ, καθώς ο ίδιος έχει δηλώσει πως θα επιβάλει δασμούς μεταξύ 10-20% σε όλες τις εισαγωγές. Εγείρει, όμως, ερωτήματα για τα σχέδια της Χάρις αν τελικά καταφέρει να εκλεγεί.

Σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια των ΗΠΑ να εξισορροπήσουν τη Μόσχα και το Πεκίνο δεν πρόκειται να είναι αποτελεσματική αν αμφισβητούν τους συμμάχους τους με τέτοιον εμφανή τρόπο. Εντέλει, όπως είχε συμβεί και το 1945, η ηγεσία της Ουάσιγκτον καλείται να αποφασίσει αν προτιμά να είναι μία διπλωματική υπερδύναμη ή μία αυτάρκης οικονομία.