Υπάρχει Πολιτική Βούληση για να Αποκτήσει η Βιομηχανία Ανταγωνιστικό Κόστος Ενέργειας;

Υπάρχει Πολιτική Βούληση για να Αποκτήσει η Βιομηχανία Ανταγωνιστικό Κόστος Ενέργειας;
του Αντώνη Κοντολέοντος, προέδρου της ΕΒΙΚΕΝ
Δευ, 9 Σεπτεμβρίου 2024 - 15:18

Η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζει δομικά χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, καθώς συμμετέχουν μόνο 4 καθετοποιημένοι παίκτες, με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη συνθηκών ανάπτυξης έστω στοιχειώδους ανταγωνισμού. Διευκρινίζουμε ότι για τις εγχώριες βιομηχανίες έντασης ενέργειας οι ανταγωνιστικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ως προς τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους αποτελούν διαχρονικά ζητούμενο

Πρόσφατα, από τις 7 Ιουλίου έως και σήμερα, παρατηρούμε καθημερινά συμπεριφορές χειραγώγησης των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά στις ώρες αιχμής, παρά την προσπάθεια, ακόμη και εκ μέρους των αρμοδίων, να φανεί ότι οι εξαγωγές είναι υπεύθυνες για την εκτόξευση των τιμών.

Η μόνη αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες παραγωγοί των συμβατικών μονάδων συμπεριλαμβανομένων των και των Υ/Η, βρίσκοντας ως αφορμή την παρατηρούμενη αύξηση της ζήτησης μετά τη δύση του ηλίου για 3-4 ώρες, που σταματούν να παράγουν τα ΦΒ, αποφάσισαν να προσφέρουν την ίδια ενέργεια που τις προηγούμενες ώρες την ίδια ημέρα κοστολογούσαν με 100 €/MWh στα 350-850 €/Mwh.

Πιθανή εξήγηση για αυτή τη συμπεριφορά των παραγωγών είναι (follow the money), εκτός του πρόσκαιρου κέρδους, να διαφανεί ότι η διεκδίκηση τους για αποζημίωση της διαθεσιμότητας ισχύος των μονάδων, κόστους εκατοντάδων εκ € κρίνεται επιβεβλημένη, την οποία θα παίρνουν με αντάλλαγμα να συγκρατούν τις τιμές στην αγορά κάτω από μια συμφωνημένη τιμή.

Κερδισμένος επίσης από τις υψηλές τιμές είναι και ο λογαριασμός στήριξης των ΑΠΕ, που είδε να μειώνεται το έλλειμμα του, οπότε η αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ πάει πιο πίσω χρονικά, αύξηση που η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει γιατί θα έχει πολιτικό κόστος.

Η επιβολή φόρου στο φ.α, που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή τον Αύγουστο, κινείται στη λάθος κατεύθυνση, καθώς το μόνο που θα καταφέρει είναι να αυξηθούν οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά για τους λόγους που εξηγήθηκαν εκτενώς ανωτέρω.

Άρα ο φόρος που επιβλήθηκε θα πληρωθεί στην ουσία από όλους τους καταναλωτές και ιδιαίτερα από αυτούς που δεν θα επιδοτηθούν από την κυβέρνηση, ήτοι τις επιχειρήσεις και τις βιομηχανίες.

Την ίδια στιγμή η Βουλγαρία πέρασε νόμο για την επιδότηση όλων των επιχειρήσεων για τιμές αγοράς υψηλότερες των 90€/Mwh, καθώς έχουν επηρεαστεί οι τιμές και στη γειτονική χώρα λόγω της συμπεριφοράς των Ελλήνων παραγωγών.

Σαν ΕΒΙΚΕΝ έχουμε από το 2021 έγκαιρα επισημάνει, ότι από τη στιγμή που τα οικιακά τιμολόγια συνδέθηκαν με τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά δημιουργήθηκαν συνθήκες ενδεχόμενης χειραγώγησης των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά..

Και τούτο διότι οι καθετοποιημένοι παίκτες, ως παραγωγοί διαμορφώνουν τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά σε όποια επίπεδα τιμών επιθυμούν, αφού ως προμηθευτές δεν είναι εκτεθειμένοι στο ρίσκο των υψηλών τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς, καθώς αυτές μεταφέρονται αυτόματα στα τιμολόγια των καταναλωτών της ΧΤ, όπως συμβαίνει σήμερα μέσω των πράσινων και κίτρινων τιμολογίων.

Στα πρόσφατα κίτρινα και πράσινα πολυδιαφημισμένα τιμολόγια το μόνο που άλλαξε είναι ότι η ρήτρα αναπροσαρμογής αντικαταστάθηκε από πολύπλοκες φόρμουλες, που όμως και πάλι συνδέουν την τελική τιμή με τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά. Το παζλ συμπληρώθηκε με την αυτόματη ένταξη όλων των καταναλωτών στα πράσινα τιμολόγια και την εισαγωγή των σταθερών μπλέ τιμολογίων με πολύ υψηλές τιμές, ώστε να μην συμφέρει στους καταναλωτές να τα επιλέξουν.

Η απόφαση της κυβέρνησης να μην επεκτείνει το μέτρο της επιδότησης και στις βιομηχανίες δεν μας ξενίζει. Πρόσφατα παρατηρούμε ότι περικόπτονται κονδύλια από τις επιδοτήσεις της βιομηχανίας και διατίθενται για να επιδοτηθεί η αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων.

Λαμβάνοντας υπόψη μας αφενός τις περικοπές, αφετέρου την κωλυσιεργία στην εκταμίευση των οφειλόμενων ποσών σε εγκεκριμένες κρατικές ενισχύσεις αντιλαμβανόμαστε ότι η στήριξη της βιομηχανίας δεν αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

Δυστυχώς τα προβλήματα για την ελληνική βιομηχανία στο άμεσο μέλλον θα επιταθούν λόγω της επιμονής των Βρυξελλών να επιταχύνει την πολιτική της πράσινης μετάβασης, αγνοώντας το υψηλό κόστος μετάβασης και χωρίς όμως να είναι ώριμες οι απαιτούμενες τεχνολογίες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη δέσμη προτάσεων πολιτικής «Fit for 55» προτείνει τη σταδιακή μείωση, από το 2026 έως το 2035, που θα επέλθει η ολική κατάργηση, των δωρεάν δικαιωμάτων CO2 (EUAs), που διατίθενται μέχρι σήμερα σε συγκεκριμένους βιομηχανικούς κλάδους, όπως το τσιμέντο, ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα λιπάσματα (carbon leakage), για να αντισταθμίσουν το κόστος λόγω του περιβαλλοντικού φόρου που τους επιβλήθηκε από δεκαετία, όταν ακόμη και σήμερα στις τρίτες χώρες δεν υφίσταται αντίστοιχη υποχρέωση στις αντίστοιχες βιομηχανίες

Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι από το 2026 σταδιακά θα προκύψει σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής σε μια σειρά βασικών βιομηχανικών προϊόντων. Η αύξηση αυτή προφανώς θα έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και αναπόφευκτα θα περάσει στους ευρωπαίους καταναλωτές,

Στο ίδιο πλαίσιο σχεδιάζεται από το 2026 να ξεκινήσει η εφαρμογή ενός μηχανισμού συνοριακής προσαρμογής άνθρακα (CBAM, Carbon Border Adjustment mechanism), ο οποίος θα επιβάλει πρόσθετη χρέωση στα αντίστοιχα εισαγόμενα βιομηχανικά προϊόντα ανάλογα με το αποτύπωμα άνθρακα που έχουν.

Στη θεωρία βέβαια όλα είναι εύκολα. Στην πράξη όμως, ενώ η ευρωπαϊκή βιομηχανία θα επιβαρυνθεί λόγω των ανωτέρω ρυθμίσεων για το σύνολο της παραγωγής της, καθώς στις εξαγωγές προς τρίτες χώρες δεν θα της επιστρέφεται το κόστος άνθρακα που επωμίστηκε, οι ανταγωνιστές της θα επιβαρύνονται μόνο για τις εξαγωγές τους προς την Ευρώπη και τούτο εφόσον δεν καταστρατηγηθεί ο νέος μηχανισμός.

Σίγουρα τίθεται ερώτημα στο κατά πόσον είναι δυνατός ο έλεγχος της ακρίβειας των στοιχείων ως προς το αποτύπωμα άνθρακα των εγκαταστάσεων σε τρίτες χώρες, καθώς θα είναι πολύ εύκολο για τους εισαγωγείς μέσω αναδιάταξης των πόρων (resource shuffling) να αποφεύγουν την επιβολή φόρου.

Επίσης είναι βέβαιο ότι η εφαρμογή του CBAM θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των παραγόμενων προϊόντων εντός ΕΕ, τα οποία βρίσκονται πιο κάτω στις αλυσίδες αξίας (downstream).

Δυστυχώς οι λανθασμένες επιλογές στην πορεία για την πράσινη μετάβαση δεν τελειώνουν εδώ.

Έχει ανακοινωθεί ότι το 2026 θα αποφασιστεί εάν θα προχωρήσει η κατάργηση μιας ακόμη κρατικής ενίσχυσης που δίδεται στις επιλέξιμες βιομηχανίες για την Αντιστάθμιση της επιβάρυνσης από το έμμεσο κόστος εκπομπών, η οποία θα επιφέρει μια πρόσθετη σημαντική επιβάρυνση στους κλάδους των μετάλλων.

Δυστυχώς, φοβόμαστε ότι οι αποφάσεις για επιτάχυνση της πορείας της πράσινης μετάβασης επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις σε βαθμό που οδηγεί στο να υποβαθμίζονται οι αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών έντασης ενέργειας.

Βάσει των ανωτέρω κρίνεται επιβεβλημένο να παρθούν άμεσα μέτρα που να στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας ώστε να αντέξει στην καταιγίδα που έρχεται τα επόμενα έτη. Τα άμεσα μέτρα πρέπει να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο:

  • Άμεση κοινοποίηση του μηχανισμού για μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ
  • Η χρέωση του ΕΤΜΕΑΡ να γίνεται βάσει της χρήσης (βιομηχανική, εμπορική) και όχι βάσει της τάσης του δικτύου στο οποίο είναι συνδεδεμένος κάθε καταναλωτής
  • Να γίνουν άμεσα οι εκκαθαρίσεις του ΕΤΜΕΑΡ για τα έτη 2021-2023, καθώςυπολογίζονται σε 130εκ € που οφείλονται στις βιομηχανίες
  • Να διατεθεί το 25% από τα έσοδα από τις δημοπρασίες των δωρεάν δικαιωμάτων για την Αντιστάθμιση
  • Να υπογραφεί άμεσα η ΥΑ για το μέτρο στήριξης των βιομηχανιών λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας το 2023 στο πλαίσιο του Temporary Crisis Framework.
  • Να ληφθούν ουσιαστικά μέτρα στη λειτουργία της αγοράς, ώστε να αποτρέπεται η χειραγώγηση των τιμών στη χονδρεμπορική, όπως η επιβολή σταθερών τιμολογίων στα οικιακά τιμολόγια.
  • Να ασκηθεί πολιτική πίεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την έγκριση του μηχανισμού στήριξης για κάλυψη μέρους του κόστους που θα έχουν οι βιομηχανίες από την υπογραφή μακροχρόνιων συμβάσεων με ΑΠΕ.

(από την εφημερίδα «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»)