O Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους άρχισε να αναγνωρίζει τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις του αυτά τα οκτώ χρόνια απέτυχαν να πάρουν πρωτοβουλίες για το θέμα. Αυτό ίσως αλλάξει μετά το 2008. Και οι δύο υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα και Τζον Μακ Κέιν, υπόσχονται να πάρουν την υπόθεση «κλιματική αλλαγή» πιο σοβαρά.

O Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους άρχισε να αναγνωρίζει τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις του αυτά τα οκτώ χρόνια απέτυχαν να πάρουν πρωτοβουλίες για το θέμα. Αυτό ίσως αλλάξει μετά το 2008. Και οι δύο υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα και Τζον Μακ Κέιν, υπόσχονται να πάρουν την υπόθεση «κλιματική αλλαγή» πιο σοβαρά.

Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ο σημαντικότερος παράγοντας για την αύξηση της θερμοκρασίας, είναι ένα τυπικό υποπροϊόν της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως. Και επειδή οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα είναι αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «αρνητικό αποτέλεσμα» της οικονομικής δραστηριότητας, αυτοί που είναι υπεύθυνοι για τη ρύπανση δεν μπορούν να δεχθούν το κόστος της ζημιάς που προκαλούν.

Το κάπνισμα είναι ένα αντίστοιχο παράδειγμα. Οι μη καπνιστές θα πρέπει να δέχονται να πληρώνουν το κόστος της περίθαλψης για τους καπνιστές. Αλλά αντίθετα από το κάπνισμα, που μπορεί να περιοριστεί με αυξήσεις φόρων και διάφορες ρυθμίσεις, δεν υπάρχει κυβέρνηση για να επιβάλει περιορισμούς στις εκπoμπές ρύπων και κάθε χώρα ρίχνει το μπαλάκι στην άλλη. Μερικές χώρες μάλιστα, όπως η Ρωσία, έχουν πολύ μικρότερα κίνητρα για κάτι τέτοιο από χώρες όπως το Μπανγκλαντές, που απειλείται από τις πλημμύρες και τη συνεχή άνοδο της στάθμης της θάλασσας.

Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ξηρασίες και πλημμύρες, που με τη σειρά τους θα προκαλέσουν μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Η αύξηση της θερμοκρασίας μεταξύ 1,6 και 2,8 βαθμών της κλίμακας Κελσίου μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια μπορεί να προκαλέσει άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά μισό μέτρο.

Αυτή είναι μια μετριοπαθής εκτίμηση, και αν η άνοδος της θερμοκρασίας συνεχιστεί με ταχύτερους ρυθμούς λόγω της τήξης των πάγων στην Αρκτική και της αύξησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και μεθανίου, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας θα είναι ακόμη μεγαλύτερη και θα απειλήσει νησιά, ακόμη και ολόκληρα έθνη. Ταυτόχρονα στην Αφρική και την Κεντρική Ασία το νερό γίνεται πιο δυσεύρετο και οι ξηρασίες μειώνουν την παραγωγή τροφίμων.

Οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή θα επηρεάσουν άμεσα και τις αναπτυγμένες οικονομίες. Αν η άνοδος της στάθμης της θάλασσας «πνίξει» τις Μαλδίβες, η καταστροφή θα είναι αντίστοιχη με την καταστροφή που μπορεί να προκαλέσει μια πυρηνική βόμβα. Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ ίσως πληρώσουν και αυτές το κόστος, στη Φλόριντα ή στην Ολλανδία.

Όμως, τέτοιου είδους σοκ μπορεί να επηρεάζουν και έμμεσα, επιδεινώνοντας τις ανισότητες μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών και δημιουργώντας επιπλέον κίνητρα για μαζική μετανάστευση σε πλούσιες, λιγότερο επηρεασμένες περιοχές. Επιπρόσθετα, η κλιματική αλλαγή θα επιτείνει τις πιέσεις που δέχονται ασταθείς κυβερνήσεις στις φτωχές χώρες και μπορεί να εξελιχθεί σε μια έμμεση αιτία διεθνών συγκρούσεων. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν δήλωσε πέρυσι πως η σύρραξη στο Νταρφούρ «ξεκίνησε ως οικολογική κρίση, που οφείλεται εν μέρει στην κλιματική αλλαγή».

Με τέτοιου είδους άμεσες και έμμεσες συνέπειες από την ανθρώπινη δραστηριότητα, ακόμη κι αν δεν υπάρχουν κακές προθέσεις, όπως στην περίπτωση της τρομοκρατίας, απαιτείται η διεύρυνση της εικόνας μας για το τι εστί ασφάλεια και η υιοθέτηση νέων πολιτικών.

Υπάρχουν δύο βασικά όπλα για να μειωθούν οι εκπομπές ρυπογόνων αερίων και συνεπώς να αντιμετωπιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη. Η τεχνολογική εξέλιξη και η αυξανόμενη εξοικονόμηση ενέργειας έχουν αξιοσημείωτες προοπτικές. Για παράδειγμα, η απομόνωση του διοξειδίου του άνθρακα επιτρέπει τη συγκέντρωση και αποθήκευσή του σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς και στον πυθμένα των ωκεανών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα μικρότερες ποσότητες CO2.

Όμως, η τεχνολογική πρόοδος καθαυτή είναι απίθανο να είναι αρκετή. Το άλλο βασικό όπλο περιλαμβάνει οικονομικά κίνητρα και αντικίνητρα. Το σύστημα εμπορίας εκπομπών ρύπων έχει στόχο τον έλεγχο των εκπομπών ρυπογόνων αερίων. Παράλληλα, έχει προταθεί η επιβολή ενός φόρου άνθρακα ως μια ακόμη μέθοδος για τη μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων.

Δεν θα αγκαλιάσουν όλοι τέτοιου είδους όπλα. Το 2007 η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ ως κορυφαία χώρα παγκοσμίως στις εκπομπές CO2. Όμως οι Κινέζοι αντιτείνουν πως στην κατά κεφαλήν σύγκριση οι αμερικανικές εκπομπές ρύπων είναι πενταπλάσιες.

Η Κίνα, η Ινδία και άλλες χώρες επιχειρηματολογούν πως η οικονομική ανάπτυξη στις πλούσιες χώρες προκάλεσε το σημερινό πρόβλημα και συνεπώς είναι δίκαιο τα κράτη του αναπτυσσόμενου κόσμου να μην υποχρεωθούν να περιορίσουν τις εκπομπές ρύπων πριν φτάσουν στα επίπεδα των εκπομπών των πλούσιων χωρών. Αλλά αυτή είναι μια συνταγή παγκόσμιας καταστροφής. Το παγκόσμιο κλίμα επηρεάζεται από τις συνολικές εκπομπές ρυπογόνων αερίων, ανεξάρτητα από πού προέρχονται.

Η Κίνα χρησιμοποιεί άνθρακα για να καλύψει το 70% των ενεργειακών αναγκών της. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Αμερική είναι 1/3. Η Κίνα σήμερα υπολογίζεται πως κάθε βδομάδα κατασκευάζει δύο νέα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα.

Ο άνθρακας είναι φτηνός και σε αφθονία στην Κίνα, γεγονός που είναι σημαντικό, καθώς η χώρα θέλει άφθονη ενέργεια για να λειτουργούν οι εξαιρετικά ενεργοβόρες βιομηχανίες της. Με δεδομένο πως οι βόμβες, οι σφαίρες και τα εμπάργκο της κλασικής πολιτικής ασφάλειας είναι ανεφάρμοστα σε αυτή την περίπτωση, τι μπορούν να κάνουν οι ΗΠΑ και άλλες πλούσιες χώρες για αυτή την απειλή ασφάλειας;

Περσινή έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας (συστάθηκε μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973) συστήνει την προσέγγιση της Κίνας και της Ινδίας ώστε να εξοικονομούν περισσότερη ενέργεια. Με άλλα λόγια, προκειμένου να αποτραπεί η επικίνδυνη κλιματική αλλαγή και να προαχθεί η δική τους ασφάλεια, οι ΗΠΑ κι άλλες πλούσιες χώρες μπορεί να υποχρεωθούν να συνεργαστούν με την Κίνα, την Ινδία και άλλους, για να βρουν δημιουργικές ιδέες, τεχνολογίες και πολιτικές.

Η κλιματική αλλαγή αναγνωρίζεται όλο και πιο πολύ ως μία από τις διεθνείς προκλήσεις με τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις, και ένα ισχυρό παγκόσμιο οικολογικό κίνημα υπογραμμίζει διαρκώς τη σημασία της. Οι αρχικές δηλώσεις των κυρίων Μακ Κέιν και Ομπάμα είναι ενθαρρυντικές, όμως η εξεύρεση διεθνούς συμφωνίας θα παραμείνει πρόκληση, ανεξάρτητα από το νικητή των προεδρικών εκλογών.

* Ο Joseph S. Nye έχει διατελέσει αναπληρωτής υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, υφυπουργός Αμυνας και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Πληροφοριών. Σήμερα είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και έχει υπάρξει πρύτανις της Σχολής Διακυβέρνησης «Τζον Φ. Κένεντι» του Χάρβαρντ.

(Από τον "Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής" - 12/10/2008)