Η αξιοποίηση του πνεύματος συνεργασίας που επέτρεψε την επίτευξη συμφωνίας την Κυριακή για τη διάσωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος ώστε να δρομολογηθούν πολύ ευρύτερες αλλαγές στη λειτουργία των αγορών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, θα κυριαρχήσει στη σύνοδο κορυφής των «27» της Ενωσης που αρχίζει σήμερα και ολοκληρώνεται αύριο στις Βρυξέλλες.

Η αξιοποίηση του πνεύματος συνεργασίας που επέτρεψε την επίτευξη συμφωνίας την Κυριακή για τη διάσωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος ώστε να δρομολογηθούν πολύ ευρύτερες αλλαγές στη λειτουργία των αγορών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, θα κυριαρχήσει στη σύνοδο κορυφής των «27» της Ενωσης που αρχίζει σήμερα και ολοκληρώνεται αύριο στις Βρυξέλλες.

Η απόφαση που έλαβαν την Κυριακή τα κράτη–μέλη της ομάδας ευρώ, για ενέσεις δύο και πλέον τρισεκατομμυρίων στην τραπεζική αγορά, θα τεθεί τώρα προς επικύρωση και υιοθέτηση από όλα τα κράτη–μέλη, όμως ήδη το ενδιαφέρον στρέφεται στην επόμενη ημέρα και την αποτροπή παρόμοιων κρίσεων στο μέλλον διά της αυστηρότερης και προσεκτικότερης ρύθμισης των αγορών και δη της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

Αν οι ηγέτες της Γαλλίας και της Βρετανίας μιλούν για ένα νέο διεθνές «σύστημα» ανάλογο του μεταπολεμικού συστήματος του Μπρέτον Γουντς που οργάνωσε αλλά και απελευθέρωσε τις διεθνείς αγορές, οδηγώντας στη δημιουργία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, οι Βρυξέλλες υπενθυμίζουν ότι κατ’ αρχήν η ίδια η Ευρώπη οφείλει να βάλει σε τάξη τα του οίκου της, με μέτρα για την καλύτερη εποπτεία της λειτουργίας του συστήματος. Είναι ενδεικτικό ότι τα περισσότερα από τα μέτρα, με κυριότερο τη δημιουργία ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής για τις τράπεζες, βρίσκονται από καιρό στο τραπέζι αλλά έχουν εκτροχιασθεί από τις αντιδράσεις πολλών κρατών–μελών, που δεν έχουν δεχθεί όχι τη δημιουργία τέτοιας αρχής αλλά ούτε καν τη συνεργασία των 27 εθνικών εποπτικών οργάνων.

Ομως, οι περιπέτειες των δύο τελευταίων εβδομάδων έχουν αλλάξει πολλά πράγματα και τώρα ελπίζεται ότι οι αντιστάσεις θα καμφθούν για το θέμα αυτό αλλά και άλλες παγωμένες ή και εντελώς νέες ιδέες όπως ο έλεγχος των απολαβών των στελεχών ή η αλλαγή ορισμένων λογιστικών προτύπων που προκάλεσαν προβλήματα στις τράπεζες.

Ταυτόχρονα, όμως, μάχη θα δοθεί για τον περιορισμό του πνεύματος «ελαστικοποίησης» που κυριαρχεί τις τελευταίες εβδομάδες, ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα για τουλάχιστον δύο σημαντικότατες ευρωπαϊκές πολιτικές που έχουν βρεθεί τις τελευταίες ημέρες στο στόχαστρο ως ακατάλληλες ή και επικίνδυνες, «δεδομένων των συνθηκών».

Πρόκειται για το ίδιο το Σύμφωνο Σταθερότητας, που προβλέπει την ποινικοποίηση της δημοσιονομικής χαλαρότητας όταν αυτή οδηγεί σε υπέρβαση του ανώτατου ορίου του 3% που έχει τεθεί για το έλλειμμα του προϋπολογισμού, αλλά και τις προσπάθειες μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Ουγγαρία: χαλάρωση Συμφώνου

Η Ουγγαρία, που μετά την Ισλανδία δείχνει να είναι έτοιμη να αποτελέσει το δεύτερο μεγάλο ευρωπαϊκό θύμα της κρίσης, ζήτησε χθες επισήμως τη «χαλάρωση» του Συμφώνου, χωρίς, όπως εξήγησε, να θίγεται το όριο του 3%. Από την πλευρά τους, οι Βρυξέλλες έχουν εξηγήσει ότι το ίδιο το Σύμφωνο, πέραν του ότι σώζει όσους το εφάρμοσαν ορθά μειώνοντας χρέη και ελλείμματα, εμπεριέχει πλέον αρκετές βαλβίδες ασφαλείας για «έκτακτες περιστάσεις» όπως οι τρέχουσες, ώστε να μην απαιτείται ουδεμία περαιτέρω χαλάρωσή του.

Οσο για το κλίμα… Αν προ καιρού ο επίτροπος Περιβάλλοντος Στ. Δήμας υπενθύμιζε ότι η οικονομική κρίση κάποτε θα περάσει αλλά η περιβαλλοντική κρίση (και το κολοσσιαίο οικονομικό κόστος της) είναι διαρκής, χθες ο πρόεδρος της Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, εξήγησε ότι το περιβάλλον δεν είναι ένα «επιδόρπιο» που κάποιος μπορεί να αφήσει κατά μέρος, έστω και αν «κατανοεί» τις «πιέσεις» που δέχονται ορισμένες κυβερνήσεις. Ετσι, στις οιμωγές των Γερμανών που ζητούν εξαίρεση της βαριάς βιομηχανίας, προσέθεσε χθες τη φωνή της η Ιταλία, ζητώντας «χαλάρωση» των προβλεπόμενων στόχων (μείωση κατά 20% της κατανάλωσης ενέργειας και της ρύπανσης και αύξηση στο 20% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέχρι το 2020) με τον υπουργό Εξωτερικών της, Φ. Φρατίνι, να δηλώνει ότι το «πακέτο» για το κλίμα δεν πρέπει «να κρίνεται μόνον πολιτικά αλλά και οικονομικά, ως σχέση κόστους - απόδοσης»…

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 15/10/2008)