Πώς Έγινε το «Θαύμα» στην Παραγωγικότητα της Ελληνικής Μεταποίησης

Πώς Έγινε το «Θαύμα» στην Παραγωγικότητα της Ελληνικής Μεταποίησης
της Ρούλας Σαλούρου
Πεμ, 10 Οκτωβρίου 2024 - 14:36

Η μείωση των ωρών εργασίας, η αύξηση των μισθών, οι τεχνολογικές επενδύσεις, με τη βοήθεια και της κοινοτικής χρηματοδότησης, καθώς και ο έντονος εξαγωγικός χαρακτήρας του κλάδου, έχει ως αποτέλεσμα να φέρει τη μεταποίηση στην πρώτη θέση, όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας

Είναι μάλιστα εντυπωσιακό, όπως περιγράφεται στην τελευταία έκθεση του Γραφείου  Προϋπολογισμού της Βουλής, ότι η μεταποίηση είναι ο μόνος κλάδος οικονομικής δραστηριότητας της ελληνικής οικονομίας που η παραγωγικότητα της εργασίας όχι μόνο έχει επιστρέψει αλλά και υπερβεί το επίπεδό της πριν την κρίση του 2010. 
Συγκεκριμένα, η παραγωγικότητα της εργασίας στη μεταποίηση έχει αυξηθεί κατά 43,6% από το α’ τρίμηνο του 2009 στο β’ τρίμηνο του 2024, την ώρα που στο σύνολο της οικονομίας, έχει μεν ανακάμψει από το β' τρίμηνο του 2019 στο β' τρίμηνο του 2024, δεν έχει ωστόσο επανέλθει στο προ κρίσης επίπεδο.

Η επίδοση του κλάδου της μεταποίησης οφείλεται τόσο στην αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του προϊόντος όσο και στη μείωση των ωρών εργασίας. Ο τομέας της μεταποίησης προσφέρει το 10,4% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της οικονομίας (β’ τρίμηνο 2024), ποσοστό αυξημένο σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα (8,6% το β’ τρίμηνο του 2009).

Η οικονομική κρίση του 2010 μείωσε σημαντικά την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του παραγόμενου προϊόντος (ΑΠΑ) σε όλους του κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, πλην εκείνου της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας.

Συγκεκριμένα, στο σύνολο της οικονομίας η ΑΠΑ μειώθηκε κατά 24% (από το 1ο εξάμηνο του 2009 στο ίδιο εξάμηνο του 2019). Από το 2019 και μετά, η ΑΠΑ του παραγόμενου προϊόντος έχει αρχίσει να ανακάμπτει τόσο για το σύνολο της οικονομίας (αύξηση κατά 4,9% από το β’ τρίμηνο του 2019 στο β’ τρίμηνο του 2024) όσο και για τους επιμέρους κλάδους.

Ωστόσο, σύμφωνα με τα τριμηνιαία στοιχεία της Eurostat, ο κλάδος της μεταποίησης είναι ο μόνος κλάδος της ελληνικής οικονομίας (μαζί με αυτόν της γεωργίας, υλοτομίας και αλιείας) στον οποίο η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του παραγόμενου προϊόντος έχει αυξηθεί σε σχέση με το επίπεδό της πριν την κρίση (αύξηση κατά 8,9% από το α’ τρίμηνο του 2009 στο β’ τρίμηνο του 2024).

Το 68,1% των ελληνικών εξαγωγών

Η καλή αυτή επίδοση μπορεί να αποδοθεί σε διάφορες αιτίες. Μία βασική είναι ο εξαγωγικός χαρακτήρας του κλάδου, καθώς σε αυτόν ανήκει το 29,3% των εξαγωγικών επιχειρήσεων της χώρας καλύπτοντας το 68,1% των συνολικών εξαγωγών της Ελλάδας (στοιχεία για το 2022, Eurostat).

Οι εξαγωγικές μεταποιητικές επιχειρήσεις έχουν αυξημένη παραγωγικότητα εργασίας λόγω του υψηλότερου ανταγωνισμού που αντιμετωπίζουν στις διεθνείς αγορές προϊόντων. Ο διεθνής ανταγωνισμός δημιουργεί αυξημένα κίνητρα καινοτομίας και συγκράτησης του κόστους, ενισχύοντας έτσι την παραγωγικότητα.

Μια άλλη αιτία, είναι το υψηλό επίπεδο επενδύσεων που έχει διοχετευτεί στον κλάδο της μεταποίησης από το ΤΑΑ. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι επενδύσεις στον κλάδο της μεταποίησης αυξήθηκαν σημαντικά την περίοδο 2021-2022, λόγω των εισροών από το ΤΑΑ, οδηγώντας σε αύξηση της προστιθέμενης αξίας του κλάδου κατά 5,5% το 2021 και περαιτέρω 7% το 2022.

Οι επενδύσεις

Ο σημαντικός ρόλος των επενδύσεων αποτυπώνεται και στην «Ερευνα Επενδύσεων» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για το 2023. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, το ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων στον κλάδο της μεταποίησης που δηλώνουν ότι θα αυξήσουν τις δαπάνες για επενδύσεις (σε σχέση με το προηγούμενο έτος) είναι 19%, υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (15%). Οι επενδύσεις στην ελληνική μεταποίηση επικεντρώνονται κυρίως σε μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό (60,7%), καθώς και σε γη, κτήρια και υποδομές (20,4%).

Σημαντικός παράγοντας ακόμα είναι οι δαπάνες σε έρευνα και ανάπτυξη, οι οποίες είναι υπερδιπλάσιες (ως ποσοστό της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας) στον συγκεκριμένο κλάδο σε σχέση με το σύνολο της οικονομίας: 10,8% έναντι 3,1% το 2021.

Οι ώρες εργασίας

Οσον αφορά τις ώρες εργασίας, ορισμένοι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας παρουσίασαν αύξηση, ενώ άλλοι μείωση κατά την περίοδο 2009- 2024. Σύμφωνα με τα τριμηνιαία στοιχεία της Eurostat, ο μεταποιητικός τομέας σημείωσε τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση (μετά από αυτόν των κατασκευών), ίση με 24,2%, δεκαπλάσια από την αντίστοιχη μείωση στο σύνολο της οικονομίας (2,1%).

Γενικά, οι πολλές ώρες εργασίας συνδέονται με χαμηλότερα ωριαία ποσοστά παραγωγικότητας. Οι Ελληνες απασχολούμενοι εργάζονται τις περισσότερες ώρες στην ΕΕ, με τη χώρα να έχει αρκετά χαμηλή ωριαία παραγωγικότητα της εργασίας (9η χαμηλότερη στην ΕΕ και αρκετά χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο). Η μείωση των ωρών απασχόλησης στον κλάδο της μεταποίησης σε συνδυασμό με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας επιβεβαιώνει την παραπάνω εικόνα.

Η υψηλή παραγωγικότητα της εργασίας στον τομέα της μεταποίησης αντανακλάται και στους μισθούς. Συγκεκριμένα, ο μέσος μισθός στον κλάδο της μεταποίησης είναι σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο μισθό στο σύνολο της οικονομίας, κάτι που από την κρίση του 2010 και μετά όχι μόνο παγιώθηκε αλλά και ενισχύθηκε.

(από euro2day.gr)