Η εξελισσόμενη παγκόσμια πιστωτική κρίση, που αναμφίβολα είναι η χειρότερη από το 1929, δείχνει πως μια συγχρονισμένη ύφεση στις αναπτυγμένες χώρες είναι πλέον αναπόφευκτη. Οι αγορές άρχισαν πλέον να προεξοφλούν το σενάριο της παγκόσμιας ύφεσης με ιλιγγιώδη ταχύτητα, καθώς καταγράφηκαν κύματα ρευστοποιήσεων μετοχών των κυκλικών κλάδων, των πρώτων υλών, των αναδυόμενων αγορών, αλλά και των ομολόγων υψηλότερου ρίσκου, ενώ ενισχυμένα βρέθηκαν τα ομόλογα χαμηλής διάρκειας, ο χρυσός, το δολάριο, το γεν και το ελβετικό φράγκο.

Η εξελισσόμενη παγκόσμια πιστωτική κρίση, που αναμφίβολα είναι η χειρότερη από το 1929, δείχνει πως μια συγχρονισμένη ύφεση στις αναπτυγμένες χώρες είναι πλέον αναπόφευκτη. Οι αγορές άρχισαν πλέον να προεξοφλούν το σενάριο της παγκόσμιας ύφεσης με ιλιγγιώδη ταχύτητα, καθώς καταγράφηκαν κύματα ρευστοποιήσεων μετοχών των κυκλικών κλάδων, των πρώτων υλών, των αναδυόμενων αγορών, αλλά και των ομολόγων υψηλότερου ρίσκου, ενώ ενισχυμένα βρέθηκαν τα ομόλογα χαμηλής διάρκειας, ο χρυσός, το δολάριο, το γεν και το ελβετικό φράγκο. Οι τελευταίες δραματικές εξελίξεις αναμένεται να αλλάξουν μάλιστα τη μορφή όχι μόνο του χρηματοοικονομικού αλλά και πολύ πιθανόν του κοινωνικού και πολιτικού τοπίου.

Τα μακροοικονομικά στοιχεία συνεχίζουν να προβληματίζουν. Οι αγορές κατοικίας παραμένουν σε πίεση, η μεταποιητική και η βιομηχανική παραγωγή είναι αδύναμες, η κατανάλωση περιορίζεται και η ανεργία αυξάνεται. Από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός φαίνεται να υποχωρεί και αυτό μπορεί να επιτρέψει περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, αλλά ακόμη και αν αποτραπεί η δημιουργία ενός φαύλου κύκλου στην οικονομία, η συρρίκνωση του τραπεζικού κλάδου οδηγεί από μόνη της σε ισχνή ανάπτυξη. Παράλληλα, καθώς ο μοναδικός ικανός υποψήφιος να αναλάβει τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι οι κεντρικές κυβερνήσεις, αναμένεται συνολικά αύξηση των εκδόσεων μακροχρόνιων ομολόγων, άνοδος του εθνικού χρέους και του κόστους δανεισμού, καθώς και μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων με αντίκτυπο στην ανάπτυξη.

Μπορεί η παρούσα κρίση να μην προσεγγίσει τελικά τη Μεγάλη Υφεση του ΄30, καθώς ο κόσμος είναι πιο προετοιμασμένος και έχει μεγαλύτερες ασφαλιστικές δικλίδες, αλλά δεν φαίνεται ότι μπορεί να ξεπεραστεί χωρίς μεγάλες απώλειες. Σήμερα δείχνει συγκρίσιμη σε δριμύτητα με αυτήν στη Σουηδία του 1989-1993 όπου τα προβληματικά δάνεια του τραπεζικού συστήματος είχαν φτάσει το 12% του ΑΕΠ. Κατά τη διάρκειά της, η κυβέρνηση της Σουηδίας επενέβη δραστικά στο τραπεζικό σύστημα και, αν και οι μετοχές εξακολούθησαν να πέφτουν, έναν μήνα μετά βρήκαν ένα επίπεδο στήριξης και ακολούθησε ράλι, παρ΄ ότι η οικονομία παρέμεινε σε ύφεση. Το θέμα όμως σήμερα είναι ότι, πέρα από τη δριμύτητά της, μιλάμε πλέον για νέα παγκόσμια κρίση, οι επιπτώσεις της οποίας είναι δύσκολο ακόμη να ποσοτικοποιηθούν.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ,16/10/2008)