Την ώρα που η κατάσταση άρχισε να μετατρέπεται στη χειρότερη κρίση μετά την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, οι ηγέτες του βιομηχανικά ανεπτυγμένου κόσμου αποτελούσαν μια κακόφωνη ασυμφωνία, τραγουδώντας ο καθένας τον δικό του σκοπό την ώρα που οι χρηματαγορές γύρω τους κατέρρεαν.

Την ώρα που η κατάσταση άρχισε να μετατρέπεται στη χειρότερη κρίση μετά την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, οι ηγέτες του βιομηχανικά ανεπτυγμένου κόσμου αποτελούσαν μια κακόφωνη ασυμφωνία, τραγουδώντας ο καθένας τον δικό του σκοπό την ώρα που οι χρηματαγορές γύρω τους κατέρρεαν.

Τελικά, στη διάρκεια μιας εβδομάδας κατά την οποία ο φόβος της κατάρρευσης του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος εντεινόταν καθημερινά, οι πολιτικοί άρχισαν να συγκλίνουν γύρω από το ίδιο μοτίβο: μαζική παρέμβαση με «ενέσεις» δημόσιου χρήματος στις τράπεζες, τροφοδότηση των χρηματαγορών με περισσότερο ρευστό και εγγύηση του ασφαλούς διατραπεζικού δανεισμού.

Τελικά, στο τέλος της περασμένης εβδομάδας, έδειξαν να πείθουν τους επενδυτές ότι μπορούσαν να τα καταφέρουν. Πώς το κατάφεραν, την ώρα μάλιστα που τα πρώτα μηνύματα ήταν κάθε άλλο παρά αισιόδοξα; Το κλειδί ήταν η σταδιακή χρεοκοπία του μοντέλου της κατά περίπτωση και κατά χώρα προσέγγισης των προβλημάτων. Μέσα σε ένα κλίμα μαζικών πωλήσεων μετοχών, η αντίσταση κεντρικών τραπεζιτών και πολιτικών στην ιδέα μιας αποφασιστικής παρέμβασης κάμφθηκε ταχύτατα.

Έτσι, την Τετάρτη, η Βρετανία ανακοίνωσε μια μαζική κεφαλαιακή ενίσχυση προς τις τράπεζες της χώρας. Στα μάτια των λαϊκιστών, η κυβέρνηση που επί μία δεκαετία ήταν εμποτισμένη από τη ρητορική της χρηματοοικονομικής ορθοδοξίας, προχωρούσε σε μια συνολική εθνικοποίηση.

Αρχικά, μάλιστα, η ενέργεια αυτή ενδέχεται να παρέπεμψε σε υπερβολική αντίδραση λόγω πανικού, ενώ οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομίας εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί.

Ο Γκόρντον Μπράουν, όμως, τηλεφώνησε στον Νικολά Σαρκοζί για να του εξηγήσει γιατί, στην περίπτωση που δεν ενεργούσε άμεσα, οι βρετανικές τράπεζες αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο της κατάρρευσης μέσα σε μερικές ώρες.

Αυτή ήταν η πρώτη μιας σειράς επαφών και συνομιλιών που συνέβαλαν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας διάσωσης, βασισμένης σε μεγάλο βαθμό στο μοντέλο της Βρετανίας. Η Γερμανία χρειάστηκε περισσότερο χρόνο για να πειστεί.

Ωστόσο, η πίεση αυξήθηκε από τη στιγμή που η συντονισμένη μείωση επιτοκίων, κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, από τις κεντρικές τράπεζες απέτυχε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις αγορές.

Έτσι, μέχρι την Πέμπτη και ενώ τα μάτια στρέφονταν στις συναντήσεις των G7, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, πολιτικά εργαλεία που ήταν απενεργοποιημένα πήραν πάλι μπροστά.

Οι Βρετανοί αξιωματούχοι παρατηρούσαν με ανακούφιση ότι, παρ’ όλο που η διατραπεζική αγορά παρέμενε παγωμένη και οι μετοχές εξακολουθούσαν την κατηφόρα, η τιμή των συμβολαίων προστασίας από χρεοκοπία που αφορούσαν τις τράπεζες είχαν μειωθεί. Όταν δε ξεκίνησαν το ταξίδι για την Ουάσινγκτον, είχαν στις βαλίτσες τους απτές αποδείξεις πως η παρέμβασή τους μπορούσε να λειτουργήσει -ή, τουλάχιστον, να φέρει καλύτερα αποτελέσματα από οποιαδήποτε άλλη μέθοδο.

Ήδη, ο Πέερ Στάινμπρουκ, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας, μιλούσε ανοιχτά για την ανάγκη ενός δημόσιου εγχειρήματος σωτηρίας των τραπεζών που θα βασίζεται στο βρετανικό μοντέλο.

Ο κ. Σαρκοζί είχε επίσης πειστεί ότι ότι η προσέγγιση του κ. Μπράουν ήταν η ενδεδειγμένη για ολόκληρη την Ευρώπη. Έτσι, παρά το φιάσκο της προηγούμενης οικονομικής συνόδου της ΕΕ, άρχισε να σχεδιάζει μια δεύτερη, που θα πραγματοποιούνταν στο Παρίσι την Κυριακή και στην οποία θα συμμετείχαν οι «15» της ευρωζώνης, μαζί με τη Βρετανία.

Ο Φρανσουά Περόλ, προεδρικός σύμβουλος σε θέματα οικονομίας, άρχισε να επεξεργάζεται ένα «κοινό δόγμα» για τις κυβερνήσεις της ΕΕ, βασισμένο στο πρότυπο του αντίστοιχου σχεδίου που είχε εκπονήσει ο Τζον Κάνλιφ, σύμβουλος του κ. Μπράουν για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Έτσι, αυτή η συνάντηση των G7ήταν διαφορετική από τις άλλες. Είχε μετατραπεί σε ένα θέατρο γεωπολιτικής, όπου η ισορροπία ρίσκου-απόδοσης άλλαζε ώρα με την ώρα: ο κίνδυνος της αντιμετώπισης των ηγετών ως εκείνων που πήραν το δημόσιο χρήμα για να σώσουν τους έκλυτους τραπεζίτες υπερσκελίστηκε ταχέως από την απειλή να παραμείνουν απαθείς παρατηρητές την ώρα που το παγκόσμιο σύστημα θα κατέρρεε.

Επρόκειτο για μια συνάντηση εργασίας. Ο Σοίτσι Νακαγκάβα, υπουργός Οικονομίας της Ιαπωνίας, παρενέβη το σύνηθες πρωτόκολλο και δήλωσε, σε δημόσιο και ιδιωτικό επίπεδο, ότι η χώρα του γλίτωσε από την κρίση στον τραπεζικό κλάδο μόνο μετά την απευθείας προσφορά δημοσίων κεφαλαίων.

Ο Χανκ Πόλσον, άνοιξε τη συνάντηση της Παρασκευής με ταπεινοφροσύνη, καλώντας τους παρευρισκόμενους να διατυπώσουν ανοιχτά τα προβλήματα και τις απόψεις τους. Ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ παρουσίασε διαγράμματα που αποδείκνυαν ότι, κατά την άποψή του, η κατάρρευση της Lehman ήταν αυτή που έκανε τις εξελίξεις να ξεφύγουν από κάθε έλεγχο.

Ο Μέρβιν Κινγκ, πρόεδρος της Τράπεζας της Αγγλίας, ήταν ιδιαιτέρως εύγλωττος όταν καλούσε σε δράση. Το μοναδικό φάλτσο προήλθε από την πλευρά του κ. Στάιμπρουκ, ο οποίος σημείωσε προς τους συναδέλφους του από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία ότι «εγώ σας το είχα πει».

Το αποτέλεσμα της συνάντησης της G7 -κάτι ανάλογο έγινε και κατά τη σύνοδο ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας- ήταν δραματικό και αποφασιστικό. Δεν θα υπήρχαν άλλες καταρρεύσεις κατά το πρότυπο της Lehman.

Αντιθέτως, ήταν ανοιχτό το ενδεχόμενο ανακεφαλαιοποιήσεων και παροχής εγγυήσεων για τις καταθέσεις. «Όλα θα γίνουν με τον κατάλληλο τρόπο, που θα φέρει αποτέλεσμα», τόνισε ο κ. Πόλσον. «Πιστέψτε με, δεν χάνουμε τον χρόνο μας, εργαζόμαστε όλη την ώρα».

Ωστόσο, οι γενικές αρχές έπρεπε να μεταφραστούν σε εθνικά προγράμματα δράσης. Χωρίς εξειδίκευση, οι αγορές ενδέχεται να συμπέραιναν πως δεν είχαν γίνει αρκετά. Το Σάββατο το βράδυ, στο καθιερωμένο ετήσιο δείπνο 1.000 εκ των κορυφαίων παραγόντων της παγκόσμιας αγοράς, η ανησυχία ήταν εμφανής.

Ο Ντανιέλ Μπουτόν, πρόεδρος της γαλλικής Societe Generale, παρουσιάζοντας την ομιλήτρια, την υπουργό Οικονομίας της Γαλλίας Κριστίν Λαγκάρντ, είπε: «Όλοι όσοι είμαστε εδώ αδημονούμε να ακούσουμε τις λεπτομέρειες».

«Σας διαβεβαιώνω ότι δεν θα σας απογοητεύσουμε», είπε εκείνη, που στη συγκεκριμένη στιγμή έμοιαζε περισσότερο με μια σταρ του ροκ ή μια προεδρική υποψήφια παρά με πρώην δικηγόρο του επιχειρηματικού δικαίου. Έτσι, 24 ώρες προτού ανοίξουν και πάλι οι αγορές της Ασίας τη Δευτέρα, οι τραπεζίτες πήγαν για ύπνο λίγο πιο ήσυχοι, αν και όχι απολύτως σίγουροι.

Λίγα τετράγωνα πιο πέρα, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι εργάζονταν πυρετωδώς για να εκπονήσουν το δικό τους σχέδιο.

Στην Ευρώπη, ο κ. Σαρκοζί διαβουλευόταν με την κ. Μέρκελ. Το Σάββατο, οι δύο ηγέτες επισκέφθηκαν την γενέτειρα του Σαρλ ντε Γκολ, μισό αιώνα μετά τη συνάντηση εκεί του πρώην προέδρου της Γαλλίας με τον Κόρναντ Αντενάουερ, για τη διακήρυξη της γαλλογερμανικής φιλίας στην καρδιά της Ευρώπης.

Πέρα από τον συμβολισμό της συμφιλίωσης, η κ. Μέρκελ αναζητούσε διαβεβαιώσεις ότι το σχέδιο σωτηρίας της ΕΕ θα αντιμετωπιζόταν ως εργαλείο και όχι ως δόγμα.

Στις συναντήσεις που έγιναν την Κυριακή στο Μέγαρο των Ηλυσίων εξειδικεύτηκαν τα μέτρα ανά χώρα. Στις 8.30 ο κ. Σαρκοζί ανέβηκε στο βήμα, πλαισιωμένος από τον Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και τον κ. Τρισέ, για να ανακοινώσει το σχέδιο της ευρωζώνης. Φεύγοντας από τη σκηνή, οι συνεργάτες του κραύγασαν «μπράβο», με το αίσθημα της ανακούφισης ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους.

Πριν από μία εβδομάδα, όποιος υποστήριζε μια κυβερνητική παρέμβαση τέτοια έκτασης θα ήταν σαν να έβαζε ένα παρακινδυνευμένο στοίχημα. Μια εβδομάδα όμως, αποδείχθηκε ότι είναι πολύ μεγάλο διάστημα όταν το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα κινδυνεύει με κατάρρευση.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 18-19/10/2008)