Συγκεκριμένα αναμένεται υπουργική απόφαση ή κάποια διευκρινιστική εγκύκλιος που θα ρυθμίζει το θέμα, με δεδομένο ότι όλες οι διακηρύξεις των έργων μπορούν σήμερα να προσβληθούν από ενδιαφερομένους λόγω ύπαρξης δεδικασμένου από το ΣτΕ, ήδη από το τέλος του 2023. Ασφαλώς, μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε μεγάλο ζήτημα στην απορροφητικότητα των κονδυλίων, ιδίως του Ταμείου Ανάκαμψης, εξ ου και η χρονική πίεση.
Προσφυγές σε δικαστήρια
Μέχρι σήμερα στις διακηρύξεις των έργων τίθεται ο όρος ενός συγκεκριμένου ορίου ανεκτέλεστου, το οποίο αν έχει ξεπεραστεί από μια εταιρεία, της απαγορεύει τη συμμετοχή. Πρόκειται για ένα θέμα που έχει δημιουργήσει σημαντικές προστριβές και ακόμη και προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (από την ΕΚΤΕΡ, εταιρεία της 6ης τάξης του εργοληπτικού πτυχίου), διότι θεωρείται ότι πλήττει τον ανταγωνισμό.
Στο πλαίσιο αυτό, πριν από περίπου ένα χρόνο υπήρξε και απόφαση του ΣτΕ που ουσιαστικά επέβαλλε την αλλαγή αυτή στις διακηρύξεις των έργων. Συγκεκριμένα, το ΣτΕ επικύρωσε προγενέστερη απόφαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, με βάση την οποία ακυρώθηκε η διακήρυξη διαγωνισμού, αφού κρίθηκε μη νόμιμος ο όρος που περιείχε για το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των εργολαβικών συμβάσεων. Η προσφυγή είχε γίνει για έργο 23 εκατ. ευρώ της Περιφέρειας Ηπείρου, που διεκδικούσε το σχήμα των εταιρειών Μεσόγειος – ΜΤ ΑΤΕ (4ης τάξης), που δεν μπορούσε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό ακριβώς επειδή είχε ξεπεράσει το όριο του ανεκτέλεστου. Η κοινοπραξία κέρδισε την προσφυγή της και το ΣτΕ επικύρωσε την απόφαση αυτή, εναντίον της οποίας είχε προσφύγει άλλη εταιρεία που ενδιαφερόταν για το συγκεκριμένο έργο.
Το θέμα αυτό προκαλεί και στρεβλώσεις στο σύστημα της επανάκρισης των πτυχίων, καθώς σήμερα μια εταιρεία που ανήκει στην 6η τάξη, δηλαδή στην αμέσως χαμηλότερη από την ανώτατη 7η, μπορεί να διεκδικήσει έργα ύψους μόνο έως 44 εκατ. ευρώ και να δημιουργήσει ανεκτέλεστο υπόλοιπο όχι μεγαλύτερο των 132 εκατ. ευρώ. Αν επιθυμεί να συμμετάσχει σε διαγωνισμό έργου μεγαλύτερης αξίας, τότε μπορεί μεν να το πράξει, αλλά μόνον ως μέλος κοινοπραξίας με μεγαλύτερη εταιρεία.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι πλέον ακόμη και οι «μεγάλοι» του κλάδου εμφανίζονται έτοιμοι να αποδεχθούν την είσοδο νέων «παικτών» στην 7η τάξη. Για παράδειγμα, σε πρόσφατη ομιλία του στο Athens Investment Forum o κ. Αλ. Μιχαηλίδης, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος και γενικός τεχνικός διευθυντής της ΤΕΡΝΑ, υπερθεμάτισε της κατάργησης του κριτηρίου του ανεκτέλεστου. «Η σύνδεση του ανεκτέλεστου ποσού των υπό κατασκευήν έργων με τη συμμετοχή μιας επιχείρησης σε διαγωνισμούς δημιουργεί συνθήκες αποκλεισμού σε εταιρείες που βρίσκονται σε ανοδική τροχιά».
Στο πλαίσιο αυτό, οι «ζυμώσεις» που γίνονται στις εν εξελίξει διαδικασίες επανάκρισης των πτυχίων είναι σημαντικές, καθώς το θέμα αφορά τόσο τις μικρότερες εταιρείες, που ενδιαφέρονται να αναβαθμίσουν το πτυχίο τους και να μπορούν να διεκδικούν περισσότερα και μεγαλύτερα έργα, όσο και τις εταιρείες που έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για να βρεθούν στην α΄ κατηγορία, δηλαδή στην ανώτατη τάξη του εργοληπτικού πτυχίου, όπου σήμερα δραστηριοποιούνται η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, η Intrakat, η Αβαξ και η ΜΕΤΚΑ του ομίλου Metlen.
Με βάση τα όσα ορίζονται στο Π.Δ. 71 του 2019, για τη λήψη του πτυχίου της ανώτατης τάξης μια εταιρεία θα πρέπει να έχει ίδια κεφάλαια 44 εκατ. ευρώ και πάγια 15 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 20% να αφορά μηχανικό εξοπλισμό. Επίσης, ο κύκλος εργασιών της τελευταίας τριετίας θα πρέπει, κατ’ ελάχιστον, να διαμορφώνεται σε 88 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με φορείς της αγοράς, η προσθήκη κι άλλων εταιρειών στην ανώτατη τάξη θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και θα μειώσει τον βαθμό εξάρτησης της υλοποίησης του όλο και μεγαλύτερου προγράμματος μεγάλων δημοσίων έργων από έναν πολύ μικρό αριθμό εταιρειών. Αλλωστε τίθεται και ζήτημα προσωπικού και διαθέσιμων πόρων.
Ελλειψη προσωπικού
Οπως ανέφερε ο κ. Πέτρος Σουρέτης, εντεταλμένος σύμβουλος και εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στο συνέδριο Green Deal του ΤΕΕ, «είναι πραγματικά σοκαριστικό ένας κλάδος όπως αυτός των υποδομών, που αποδεδειγμένα έχει τεράστια επίδραση στην απασχόληση και στην τόνωση της οικονομίας, να μην μπορεί να βρει εργατικό δυναμικό και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που η κατασκευαστική δραστηριότητα γνωρίζει άνθηση. Ενδεικτικά, το μερίδιο της απασχόλησης στον κλάδο των κατασκευών επί της συνολικής απασχόλησης μειώθηκε από 8% το 2008 σε 4,1% το 2022, και συνεχίζει φυσικά να κινείται σαφώς χαμηλότερα από το 6,7% που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη των “27”. Πρέπει να δοθούν κίνητρα στους νέους ανθρώπους να δουλέψουν στον κλάδο, αλλά και να εντατικοποιηθεί η προσέλκυση εργαζομένων από τρίτες χώρες», τόνισε ο κ. Σουρέτης.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)