Ο επί εικοσαετία αντίπαλος της Άγγελας Μέρκελ, νυν πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) Φρίντιχ Μέρτς (1945) πρόκειται να αναλάβει νέος καγκελλάριος, εάν συμπράξει με το κόμμα των «Πρασίνων» και των Φιλελευθέρων.
Η μεταπολεμική Γερμανία κυβερνάται από συνασπισμούς κομμάτων μετά τον Αντενάουερ. Ο Μέρτς απολάβει στις τωρινές σφυγμομετρήσεις κοινής γνώμης το 31% της πρόθεσης ψήφου και μαζί με τους «Πρασίνους» (13%) - έναντι 17% των Σοσιαλιστών και 18% του ανερχομένου πατριωτικού κόμματος «Γερμανική Εναλλαγή» (18%) – μπορεί να χρησθεί καγκελλάριος, όποτε μετά του πρωθυπουργού της Βαυαρίας Μάρκους Σέμπερ (43) να κυβερνήσουν την Γερμανία που διέρχεται σοβαρά οικονομική κρίση.
Με τις δύο κυριότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως , τη Γαλλία και Γερμανία ευρισκόμενες σε πολιτική αβεβαιότητα , η επόμενη διμηνία θα είναι κρίσιμη καθώς και στις 20 Ιανουαρίου 2025, πρόεδρος των ΗΠΑ θ’ αναλάβει ο Ντόναλντ Τράμπ με νέα «ατζέντα» : απόσυρση της Αμερικής απ’ την Μέση Ανατολή , ειρήνευση στην Ουκρανία , σφράγισμα των συνόρων με Μεξικό και Καναδά , μείωση της γραφειοκρατίας από τον Ίλο Μάσκ και αντιπαράθεση με την Κίνα με δασμούς που δύσκολα θ’ αποφύγει η Ευρώπη.
Για την Ελλάδα, η δεξιά στροφή στην πολιτική ζωή της Γερμανίας ενέχει κινδύνους: Εθνικούς, με τον εξοπλισμό της Τουρκίας από μαχητικά αεροσκάφη ΓΙΟΥΡΩΦΑΪΤΕΡ, οικονομικούς με περικοπή πόρων του Ταμείου Ανασυγκρότησης και κοινωνικούς, με την έκδοση λαθρομεταναστών στην πρώτη χώρα εισόδου των στην ΕΕ που συνήθως είναι η χώρας μας, λόγω της «γαλήνης στο Αιγαίον»!
Από την άλλη πλευρά , η προτεινομένη χαλάρωση του Ευρωπαϊκού ορίου δανεισμού 3% του ΑΕΠ, ενδέχεται ν’ αναθερμάνει την Γερμανική οικονομία , σημαντικό πελάτη των Ελληνικών προϊόντων και του Τουρισμού και να υποτιμήσει το ευρώ από 1,05 ανά δολλάριο που έχει υποχωρήσει προσφάτως κι εκ της μειώσεως των επιτοκίων υπό της ΕΚΤ, σε «ουδέτερο επίπεδο» (κάτω του πληθωρισμού).
Εν τούτοις , ως καγκελλάριος ο Μέρτζ θα είναι αντίθετος με τις Γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις για την Ελλάδα και την αποπληρωμή του παρανόμου Γερμανικού δανείου του 1942 και θα επιβάλλει κατάργηση του ΒΕΤΟ στην ένταξη της Αλβανίας και των Σκοπίων στην ΕΕ , χωρίς πρόνοια για την Ελληνική κοινότητα στην Βόρειο ΄Ηπειρο και την συμμόρφωση των επιγόνων των Σκοπιανών κομμιτατζήδων , στο σεβασμό της Ελληνικής κυριαρχίας. Μόνη ελπίς απομένει η Βουλγαρία που απαιτεί αλλαγή του Σκοπιανού αλυτρωτικού συντάγματος.