Η Optima αυξάνει τις προηγούμενες προβλέψεις της για τα EBITDA της περιόδου 2024-27 κατά 6-7%, κυρίως λόγω των εξαγορών στο μέτωπο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Όπως αναφέρει εν μέσω μιας σειράς κρίσεων στις ενεργειακές αγορές και μιας επίμονης αστάθειας στις τιμές ενέργειας τα τελευταία χρόνια, η ΔΕΗ αποδείχθηκε αλεξίσφαιρη, καθώς α) τήρησε τις προβλέψεις της για το 2023 (και βρίσκεται επίσης σε καλό δρόμο με τις αναβαθμισμένες προβλέψεις για το 2024), β) επιτάχυνε τον επιχειρηματικό της μετασχηματισμό τόσο οργανικά όσο και με εξαγορές και γ) έθεσε σημαντικά υψηλότερους οικονομικούς στόχους για το μεσοπρόθεσμο διάστημα. Στην έκθεση των αναλυτών υπογραμμίζεται ότι σε σύγκριση με τον ανταγωνισμό, η ΔΕΗ εμφανίζεται «βαθιά υποτιμημένη» σε όρους δείκτη EV/EBITDA την περίοδο 2025-2026 και διαπραγματεύεται με έκπτωση 32-40%. Επίσης, τονίζει ότι η ανώτερη αύξηση των κερδών ανά μετοχή της ΔΕΗ οδηγεί σε εμβάθυνση της έκπτωσης σε όρους P/E στο μέλλον.
Η ΔΕΗ παρουσίασε πρόσφατα το επικαιροποιημένο μεσοπρόθεσμο επιχειρηματικό της σχέδιο, με στόχο EBITDA 2027 στα 2,7 δισ. ευρώ (από 1,8 δισ. ευρώ το 2024), προσθήκες ισχύος ΑΠΕ 6,3GW μέχρι το 2027 (εκτός υδροηλεκτρικών), πλήρη κατάργηση λιγνιτικών μονάδων, καθαρά κέρδη που θα ανέλθουν σε πάνω από 0,8 δισ. ευρώ το 2027 (από 350 εκατ. ευρώ το 2024) και πληρωμές μερισμάτων που θα αυξηθούν σταδιακά από 0,25 ευρώ ανά μετοχή το 2023 σε 0,4 ευρώ για το 2024, 0,60 ευρώ για το 2025 και 1 ευρώ ανά μετοχή το 2027.
Ο βασικός μοχλός ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα θα είναι, πέρα από την παραγωγή από τις ΑΠΕ (αύξηση EBITDA από ΑΠΕ κατά 0,6 δισ. ευρώ), η επέκταση του RAB τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Ρουμανία στα 6 δισ. ευρώ έως το 2027 (με αποτέλεσμα αύξηση EBITDA κατά 200 εκατ. ευρώ) και σε μικρότερο βαθμό από το πιο αποδοτικό συμβατικό μείγμα παραγωγής (σταδιακή κατάργηση λιγνιτικών μονάδων, η έναρξη του νέου CCGT, η επέκταση στην αγορά των τηλεπικοινωνιών σε επίπεδο χονδρικής και το αναπτυσσόμενο δίκτυο στο e-mobility).