Μονομερής προσέγγιση: Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ανακατευθύνουν τις εισαγωγές τους από χώρες με τις οποίες διατηρούν μεγάλα εμπορικά ελλείμματα προς χώρες με μικρότερα ή καθόλου ελλείμματα, που θα μπορούσαν να εισάγουν προϊόντα από τις ΗΠΑ. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της εξάρτησής τους από πλεονασματικές χώρες, όπως η Κίνα και η Γερμανία, και θα μπορούσε να αυξήσει την εσωτερική παραγωγή και τη ζήτηση.
Ωστόσο, η εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής δεν είναι απλή. Οι οικονομικές σχέσεις είναι πολυδιάστατες και οι αλλαγές στις εισαγωγές μπορούν να προκαλέσουν αντιδράσεις τόσο στις πλεονασματικές όσο και στις ελλειμματικές χώρες. Οι πλεονασματικές χώρες, που βασίζονται στις εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ, πιθανότατα θα αντισταθούν σε τέτοιες αλλαγές, εντείνοντας τον εμπορικό ανταγωνισμό. Σε μια τέτοια περίπτωση η Κίνα θα κάνει ακόμη πιο επιθετική εξαγωγική πολιτική για να εξάγει στην Ε.Ε. τη δεύτερη μεγάλη δεξαμενή ζήτησης (υποτίμηση νομίσματος, μείωση τιμών ηλεκτρικών αυτοκινήτων, προϊόντων πράσινης ενέργειας κ.λπ.) και το πρόβλημα θα μεταφερθεί στην Ε.Ε.
Επιπλέον, η μονομερής δράση θα μπορούσε να απομονώσει τις ΗΠΑ από τη διεθνή οικονομική κοινότητα, μειώνοντας την επιρροή τους μακροπρόθεσμα σε θέματα γεωοικονομίας και γεωπολιτικής.
Πολυμερής προσέγγιση: Μια πιο βιώσιμη εναλλακτική θα ήταν η συνεργασία με άλλες χώρες, που επίσης αντιμετωπίζουν μεγάλα εμπορικά ελλείμματα, όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτές οι χώρες, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αντιπροσωπεύουν περίπου το 70% των παγκόσμιων ελλειμμάτων. Εάν αυτές οι οικονομίες σχημάτιζαν έναν συνασπισμό, θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν συλλογικά με τις πλεονασματικές χώρες, παρόμοια με τη συμφωνία της Πλάζας το 1985 για τη διευθέτηση των πλεονασμάτων της Ιαπωνίας.
Μια πιθανή στρατηγική αυτού του συνασπισμού θα μπορούσε να είναι η επιβολή δασμών σε χώρες με μεγάλα και μόνιμα πλεονάσματα, όπως της Κίνας. Αυτό θα παρείχε ισχυρά κίνητρα στις πλεονασματικές χώρες να αυξήσουν την εγχώρια ζήτηση ώστε να εισάγουν περισσότερα προϊόντα από τις ελλειμματικές χώρες ή να μειώσουν την παραγωγή τους, εξισορροπώντας έτσι τις εμπορικές ροές. Παρόλο που οι πλεονασματικές χώρες, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Γερμανία θα υπέφεραν οικονομικά, οι αλλαγές αυτές θα ενίσχυαν τις οικονομίες των ελλειμματικών χωρών.
Οι επιπτώσεις για τις πλεονασματικές χώρες: Οι πλεονασματικές χώρες πιθανότατα θα βρεθούν σε δύσκολη θέση εάν εφαρμοστεί μια τέτοια πολιτική. Ο εξαναγκασμός τους να αυξήσουν τις εισαγωγές τους ή να μειώσουν την παραγωγή τους θα μπορούσε να προκαλέσει αναστάτωση στις οικονομίες τους, ειδικά στις βιομηχανίες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές. Η μείωση των εξαγωγών των πλεονασματικών χωρών θα συνεπάγεται την απώλεια των επενδεδυμένων κεφαλαίων που έχουν δημιουργήσει την υπερπαραγωγή, πράγμα το οποίο θα συμβεί ούτως ή άλλως και στην περίπτωση επιβολής δασμών μεμονωμένα από τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, μια τέτοια εξισορρόπηση του εμπορίου θα μπορούσε να ωφελήσει την παγκόσμια οικονομία μακροπρόθεσμα. Η αυξημένη ζήτηση στις πλεονασματικές χώρες θα ενίσχυε την ανάπτυξη των ελλειμματικών χωρών και θα μείωνε τις ανισότητες στο παγκόσμιο εμπόριο.
Οφέλη για τις ΗΠΑ: Η εξισορρόπηση του εμπορίου θα μπορούσε να ενισχύσει την εγχώρια μεταποίηση, καθιστώντας τις αμερικανικές επιχειρήσεις πιο ανταγωνιστικές διεθνώς. Επιπλέον, η μείωση των εμπορικών πλεονασμάτων των πλεονασματικών χωρών, που επενδύουν τα πλεονάσματά τους στις ΗΠΑ (σε ομόλογα κ.λπ.) θα μειώσει τη ζήτηση για δολάρια και περαιτέρω θα υποτιμούσε ή δεν θα αύξανε την τιμή του δολαρίου, πράγμα το οποίο θα βοηθούσε στην προώθηση των εξαγωγών των ΗΠΑ.
Οι Αμερικανοί εργαζόμενοι θα μπορούσαν να δουν βελτίωση στους μισθούς και στις συνθήκες εργασίας, καθώς η ανάγκη για ανταγωνιστικότητα μέσω της μείωσης του κόστους παραγωγής θα μειωνόταν, οπότε οι μισθοί δεν θα συμπιέζονταν. Παράλληλα, οι ΗΠΑ θα ενίσχυαν τη θέση τους ως παγκόσμια οικονομική δύναμη, διατηρώντας την ηγετική τους θέση στις διεθνείς αγορές.
Ενώ η μονομερής δράση μπορεί να φαντάζει δελεαστική, η συνεργασία με άλλες χώρες είναι πιθανό να αποφέρει πιο βιώσιμα μακροχρόνια αποτελέσματα. Η παγκόσμια οικονομία είναι ένα σύστημα αλληλεξαρτήσεων, που αφορά όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Με μια στρατηγική που βασίζεται στην πολυμέρεια και στη συνεργασία, οι ΗΠΑ μπορούν να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στην εξισορρόπηση του παγκόσμιου εμπορίου, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τα εθνικά τους συμφέροντα, χωρίς τα καταστροφικά αποτελέσματα ενός πολέμου δασμών.
*Ο κ. Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονομολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης – Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.
Πηγή: Η Καθημερινή