«Έχουμε φθάσει σε ένα κρίσιμο σημείο», έγραφε ο Τζον Μέιναρντ Κέινς τον Μάρτιο του 1933. «Μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα το χάσμα στο οποίο μας οδηγεί το μονοπάτι που ακολουθούμε. Αν οι κυβερνήσεις δεν αναλάβουν δράση θα πρέπει να αναμένουμε την προοδευτική κατάρρευση της υφιστάμενης δομής των συμβολαίων και των εργαλείων ανάληψης χρέους, που θα συνοδεύεται από την απόλυτη ανυποληψία των ορθόδοξων οικονομικών και κυβερνητικών ηγεσιών, το τελικό αποτέλεσμα των οποίων δεν θα μπορούμε να προβλέψουμε».

«Έχουμε φθάσει σε ένα κρίσιμο σημείο», έγραφε ο Τζον Μέιναρντ Κέινς τον Μάρτιο του 1933. «Μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα το χάσμα στο οποίο μας οδηγεί το μονοπάτι που ακολουθούμε.

Αν οι κυβερνήσεις δεν αναλάβουν δράση θα πρέπει να αναμένουμε την προοδευτική κατάρρευση της υφιστάμενης δομής των συμβολαίων και των εργαλείων ανάληψης χρέους, που θα συνοδεύεται από την απόλυτη ανυποληψία των ορθόδοξων οικονομικών και κυβερνητικών ηγεσιών, το τελικό αποτέλεσμα των οποίων δεν θα μπορούμε να προβλέψουμε». Καθώς ο πλανήτης κλονιζόταν από το χρηματιστηριακό κραχ του 1929 και την κατάρρευση των τραπεζών το 1931, τα λόγια του μεγάλου οικονομολόγου αποτελούν μια δίκαιη αποτίμηση των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε άλλη μια φορά στην ιστορία.

Ο Κέινς, ο οποίος είχε ως αποστολή στη ζωή του να διασώσει τον καπιταλισμό από τον ίδιο του τον εαυτό, είναι πιο συναφής από οποιαδήποτε άλλη χρονική περίοδο μετά το θάνατό του, το 1946.

Η ανανεωμένη επιρροή που ασκεί γίνεται αισθητή παντού: Στο σχέδιο του Μπαράκ Ομπάμα να ανορθώσει την αμερικανική οικονομία, για παράδειγμα. Όταν ο Τζορτζ Μπους δήλωσε πως το σχέδιο της κυβέρνησής του να αποκτήσει μερίδια μετοχών των τραπεζών «δεν αποσκοπεί στο να χειραγωγήσει την ελεύθερη αγορά, αλλά να την προστατεύσει», χρησιμοποιούσε επακριβώς τα λόγια του Κέινς.

Αφoσίωση

Το κλειδί για τον Κέινς ήταν η αφοσίωσή του να προστατεύσει την οικονομία της αγοράς καθιστώντας την ικανή να λειτουργήσει. Απέρριπτε τον μαρξισμό, ωστόσο, πίστευε πως η οικονομία της αγοράς μπορούσε να επιβιώσει, ως σύστημα, μόνον εάν κέρδιζε την υποστήριξη του ευρέος κοινού, αυξάνοντας το βιοτικό επίπεδο του λαού. Ο ρόλος του οικονομολόγου, πίστευε, είναι αυτός του θεματοφύλακα της «προοπτικής του πολιτισμού» και κανείς οικονομολόγος δεν υπήρξε πιο κατάλληλος για να αναλάβει αυτό τον ρόλο. Η αισιόδοξη, θετική σκέψη του αντικατόπτριζε τον άνετο και ευτυχισμένο τρόπο που μεγάλωσε, καθώς και την επαγγελματική σταδιοδρομία του. Γιος ακαδημαϊκού, κέρδισε υποτροφίες για τα πανεπιστήμια του Ιτον και του Κέμπριτζ και ήταν μέλος του «ελιτίστικου» καλλιτεχνικού κύκλου του Μπλούμσμπερι, στον οποίο ανήκε και η Βιρτζίνια Γουλφ.

Όταν οι άσχημες πολιτικές επιδείνωναν περαιτέρω τα οικονομικά προβλήματα αισθάνθηκε την ηθική υποχρέωση να τα αλλάξει. Εργάστηκε με μεγάλη ικανότητα στο υπουργείο Οικονομικών στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και όταν τελείωσε η αιματοχυσία επιχειρηματολόγησε, με προαίσθηση, κατά της επιβολής επαχθών όρων σε βάρος της Γερμανίας. Όταν αγνοήθηκε η συμβουλή του, αποχώρησε από το υπουργείο και δημοσίευσε τις απόψεις του στον πρώτο μεγάλο «φιλιππικό» του με τίτλο «Οι οικονομικές επιπτώσεις της Ειρήνης». Επιστρέφοντας στο Κέμπριτζ, ο Κέινς συνέχισε να συγγράφει βιβλία και άρθρα, ωστόσο, χρειάστηκε να φθάσει η μεγάλη ύφεση, στα τέλη της δεκαετίας του ’20, για να δει τις ιδέες του να ανθοφορούν, με την έκδοση του βιβλίου «Η γενική θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του Χρήματος», το 1936.

Ο πυρήνας του βιβλίου είναι η ιδέα πως οι οικονομικές υφέσεις δεν μπορούν, αναγκαστικά, να αυτοθεραπευτούν. Η κλασική οικονομική επιστήμη διατείνεται πως οι επιχειρηματικοί κύκλοι είναι αναπότρεπτοι.

Ο Κέινς υποστήριξε πως, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι οικονομίες μπορούν να καθηλωθούν. Αν οι ιδιώτες και οι επιχειρηματίες προσπαθήσουν να εξοικονομήσουν περισσότερο χρήμα, θα μειώσουν τα εισοδήματα άλλων ιδιωτών και επιχειρηματιών, κάτι που θα αποφέρει τη μείωση των δαπανών. Αποτέλεσμα αυτού θα είναι η πρόκληση ενός καθοδικού σπιράλ για την οικονομία που δεν πρόκειται να ανακοπεί δίχως εξωτερική παρέμβαση.

«Η γενική θεωρία»

Ο Κέινς έγραψε στον Τζορτζ Μπέρναρντ Σο πως αναμένει ότι το βιβλίο «Η γενική θεωρία?» θα φέρει επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται ο κόσμος τα οικονομικά προβλήματα, όπως και αποδείχτηκε. Το εξώφυλλο του περιοδικού Time, τον Δεκέμβριο του 1965, έφερε τον Μίλτον Φρίντμαν να λέει: «Είμαστε όλοι κεϊνσιανοί». Ωστόσο, έως το 1971, το ρεύμα είχε αρχίσει να αντιστρέφεται. Οι κεϊνσιανές οικονομικές πολιτικές θεωρούνταν ανεπαρκείς στον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του ΄70 και ο μονεταρισμός του Φρίντμαν τις επισκίασε. Καθώς η οικονομική κρίση βαθαίνει, η ορθόδοξη οικονομική σκέψη κλονίζεται.

Οι λύσεις που προσφέρουν οι ιδέες του Κέινς αρχίζουν να αποκτούν νέα δημοτικότητα. Η κριτική πως αυτές θα πυροδοτήσουν φαινόμενα πληθωρισμού και θα αυξήσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα εξακολουθεί να ακούγεται, αλλά κανείς δεν της δίνει πολλή σημασία...

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 25-27/10/2008)