«Κάλλιο αργά παρά ποτέ» για τον πρώην Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμερμανς, ο οποίος αναγνώρισε ορισμένα από τα λάθη της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Σε μία πρόσφατη συνέντευξή του, ο Τίμερμανς προειδοποίησε πως η ενίσχυση των υπερσυντηρητικών κομμάτων στην Ευρώπη υπονομεύει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

ενώ εξήγησε πως οι κερδισμένοι της πρώτης φάσης της πράσινης μετάβασης ήταν οι πλουσιότεροι, κάτι που πρέπει να διορθωθεί στο άμεσο μέλλον.

Ο Ολλανδός Φρανς Τίμερμανς διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και υπεύθυνος για την Πράσινη Συμφωνία το διάστημα 2019-2023. Ως εκ τούτου, πρωτοστάτησε στα σχέδια της ΕΕ για ένα πανευρωπαϊκό σχέδιο διαχείρισης και περιορισμού της κλιματικής αλλαγής. Σήμερα, από τη θέση του επικεφαλής του κομματικού συνασπισμού μεταξύ Πράσινων και Εργατικών στην Ολλανδία, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της πράσινης δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Σύμφωνα με τον Τίμερμανς, το βασικό πρόβλημα της πράσινης μετάβασης στην Ευρώπη είναι η ανισοβαρής κατανομή του κόστους που μετατοπίζεται στους πολίτες, με τους πλουσιότερους να λαμβάνουν τις επιδοτήσεις σε μία σειρά τομέων, όπως η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και αντλίων θερμότητας, και η αγορά ηλεκτρικών οχημάτων. Ωστόσο, αυτά τα πλουσιότερα κοινωνικά στρώματα όχι μόνο δεν χρειάζονταν τις επιδοτήσεις, αλλά συνεχίζουν να έχουν υψηλούς κατά κεφαλή ρύπους εξαιτίας του τρόπου ζωής τους. Αντιθέτως, οι φτωχότεροι Ευρωπαίοι δεν κατάφεραν να επωφεληθούν από τα οικονομικά κίνητρα της πράσινης μετάβασης, αλλά συχνά επιβαρύνθηκαν επιπλέον. Από τη σκοπιά του Τίμερμανς, αυτός είναι και ο λόγος για την πρόσφατη άνοδο των υπερσυντηρητικών κομμάτων στην Ευρώπη, πολλά από τα οποία υιοθετούν μία ρητορική εναντίον της κλιματικής δράσης.

Παράλληλα, ο Τίμερμανς ψέγει την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία «κοιμόταν» ενώ οι ασιατικές εταιρείες επένδυαν στην ηλεκτροκίνηση. Κατά συνέπεια, ο πρώην Επίτροπος απορρίπτει τα αιτήματα των ευρωπαϊκών αυτοκινητοβιομηχανιών και ορισμένων ηγετών, όπως ο Γερμανός Καγκελάριος Σολτς και η Ιταλίδα Πρωθυπουργός Μελόνι, για αναβολή των προστίμων που θα επιβάλλονται από το 2025 σε όσους κατασκευαστές δεν πετυχαίνουν τους στόχους μείωσης εκπομπών που έχουν αποφασιστεί. Παραδέχθηκε, όμως, πως οι υφιστάμενες υποδομές και τα κίνητρα για την ηλεκτροκίνηση ήταν ανεπαρκή στην Ευρώπη, επιμένοντας ωστόσο πως αυτό ήταν ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων και όχι των αξιωματούχων της ΕΕ.

Η λύση για τον Τίμερμανς είναι η υιοθέτηση του αμερικανικού μοντέλου, δηλαδή την παροχή κεφαλαίων στις επιχειρήσεις και τους πολίτες με τη μορφή δανεισμού. Η κλιματική δράση των ΗΠΑ συμπυκνώθηκε στη φιλόδοξη νομοθεσία IRAτου Προέδρου Μπάιντεν, ο οποίος προσέφερε δισεκατομμύρια για παραγωγικές πράσινες επενδύσεις στις ΗΠΑ, δημιουργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίες και φέροντας δεκάδες επιχειρήσεις εντός αμερικανικών συνόρων. Εντούτοις, η λύση αυτή είναι μάλλον απίθανη για την ΕΕ. Όπως γνωρίζει καλά ο Τίμερμανς, κράτη όπως η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν επιβάλει μία αυστηρότατη δημοσιονομική πειθαρχία στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εγκλωβίζοντας την ΕΕ σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα παροχής κεφαλαίων σε σχέση με τις ΗΠΑ ή ακόμα και την Κίνα. Εξαιτίας αυτού, οι Βρυξέλλες δεν μπορούν πλέον να ανταγωνιστούν την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο, ελπίζοντας σε ένα «στραβοπάτημα» της διακυβέρνησης Τραμπ ώστε να καταφέρουν να κλείσουν την ψαλίδα με τις ΗΠΑ στον διεθνή πράσινο ανταγωνισμό.