Η πορεία των τιμών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας προμηνύει ακόμη μεγαλύτερες επιδοτήσεις τον επόμενο μήνα για τη συγκράτηση των τιμολογίων στα επίπεδα των 15 λεπτών/κιλοβατώρα, όπως έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση

Με το ποσό του 1,5 λεπτού ανά κιλοβατώρα θα επιδοτηθούν οι λογαριασμοί ρεύματος του Ιανουαρίου για τους καταναλωτές με κυμαινόμενα τιμολόγια (πράσινα και κίτρινα). Η επιδότηση, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ΥΠΕΝ, αφορά καταναλώσεις έως 500 κιλοβατωρών, κατηγορία που καλύπτει το 90% των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Στα νοικοκυριά που είναι ενταγμένα στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ) η επιδότηση ανέρχεται στα 3,5 λεπτά για το σύνολο της κατανάλωσης. Το συνολικό κόστος ενίσχυσης για τον Ιανουάριο ανέρχεται σε 20,9 εκατ. ευρώ, με την πορεία των τιμών πάντως στο Χρηματιστήριο Ενέργειας να προϊδεάζει για ακόμη μεγαλύτερες επιδοτήσεις τον επόμενο μήνα για τη συγκράτηση των τιμολογίων στα επίπεδα των 15 λεπτών/κιλοβατώρα, όπως έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση.

Την εβδομάδα 30 Δεκεμβρίου – 5 Ιανουαρίου η μέση τιμή της μεγαβατώρας στη χονδρεμπορική αγορά κινήθηκε ανοδικά σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη και διαμορφώθηκε στα 126,79 ευρώ/μεγαβατώρα (αύξηση 12,95%).

Η υποχώρηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο 40% στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής και η παράλληλη αύξηση της συμμετοχής του φυσικού αερίου στο 55% σε συνδυασμό και με την αύξηση των εξαγωγών πίεσαν τις τιμές προς τα πάνω.

Η υψηλή συμμετοχή του φυσικού αερίου στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής είναι ο παράγοντας που προκαλεί τις μεγαλύτερες ανησυχίες για την πορεία των τιμών το επόμενο διάστημα σε συνδυασμό πάντα και με τις καιρικές συνθήκες, αφού μια ένταση του χειμώνα θα αυξήσει τη ζήτηση ασκώντας περαιτέρω πιέσεις στις τιμές. Αν και το ζήτημα της τιμής του φυσικού αερίου απασχολεί όλη την Ευρώπη μετά και την παύση των ροών ρωσικού αερίου μέσω Ουκρανίας, η περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης με τα γνωστά προβλήματα των διασυνδέσεων εμφανίζεται πιο ευάλωτη ως προς τις επιπτώσεις στις τιμές ρεύματος.

Το πρακτορείο Reuters σε χθεσινό του δημοσίευμα αναδεικνύει αυτό το ζήτημα, κάνοντας λόγο για ενεργειακό χάσμα μεταξύ Βόρειας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η τιμή χονδρικής για την ενέργεια στην Ελλάδα και στην Ιταλία τον Αύγουστο ήταν 12 φορές υψηλότερη από ό,τι στις σκανδιναβικές χώρες, αλλά ήταν πολύ υψηλότερη και από άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης που είχαν ζεστό καιρό, αναφέρει το δημοσίευμα.

Ειδική αναφορά κάνει και στις υψηλές επιδοτήσεις ύψους 11 δισ. ευρώ προς στήριξη των καταναλωτών που διέθεσε η Ελλάδα την περίοδο της ενεργειακής κρίσης. Η δαπάνη ανήλθε στο 5,3% του ΑΕΠ – μακράν το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. και διπλάσιο από αυτό της Ιταλίας, σημειώνει.

Μεγάλο μέρος της αντίθεσης μεταξύ της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των γειτόνων της έγκειται στις επενδύσεις, αναφέρει το δημοσίευμα. Ενώ η Βορειοανατολική Ευρώπη διαθέτει γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που επιτρέπουν την εύκολη μεταφορά ενέργειας μεταξύ των εθνών, καθώς και ένα ισχυρό μείγμα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι κατακερματισμένο και απομονωμένο.