Καθώς διανύουμε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, μπορεί να αισθανθούμε τον πειρασμό να κάνουμε τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα δευτερεύοντα στόχο. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό συνδέεται άμεσα με τη μελλοντική οικονομική ευρωστία μας. Οσο οι υψηλές τιμές του πετρελαίου και του αερίου τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, η εξάρτηση από την ενέργεια υψηλών εκπομπών άνθρακα συμβάλλει τώρα στα οικονομικά δεινά μας και απειλεί την περιβαλλοντική μας ασφάλεια και γεωπολιτική σταθερότητα.

Καθώς διανύουμε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, μπορεί να αισθανθούμε τον πειρασμό να κάνουμε τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα δευτερεύοντα στόχο. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό συνδέεται άμεσα με τη μελλοντική οικονομική ευρωστία μας. Οσο οι υψηλές τιμές του πετρελαίου και του αερίου τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, η εξάρτηση από την ενέργεια υψηλών εκπομπών άνθρακα συμβάλλει τώρα στα οικονομικά δεινά μας και απειλεί την περιβαλλοντική μας ασφάλεια και γεωπολιτική σταθερότητα. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την Ε. Ε. για να χαράξουμε μια νέα, παγκόσμια πορεία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα.

Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκύπτουν από την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα είναι γνωστές – οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου θα προκαλέσουν περισσότερη ξηρασία και άλλες ακραίες καιρικές συνθήκες.

Θα λιώσουν οι πάγοι και θα ανέβει η στάθμη της θάλασσας. Αλλά αυτά δεν είναι μόνο περιβαλλοντικά προβλήματα – θα επηρεάσουν την οικονομική μας ανάπτυξη και τη μελλοντική μας ασφάλεια. Πράγματι, οι ενεργειακές ανάγκες απειλούν ήδη να αναμορφώσουν τον γεωπολιτικό χάρτη – από τις νέες εντάσεις σχετικά με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο στην Αρκτική, μέχρι τα αυξανόμενα έσοδα από το πετρέλαιο και το αέριο, που ενθαρρύνουν τα κράτη που είναι πλούσια σε ενέργεια. Υπάρχει κίνδυνος, η εποικοδομητική διεθνής συνεργασία να αφήσει τη θέση της στον καταστροφικό ανταγωνισμό μεταξύ εθνών.

Αν και το ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται τώρα στη Wall Street, η εξάρτησή μας από περιορισμένες πηγές εφοδιασμού σε πετρέλαιο και αέριο είναι σήμερα η βασική αιτία για τον παγκόσμιο πληθωρισμό, αποτελώντας ουσιαστικό παράγοντα που συμβάλλει στην παγκόσμια οικονομική ύφεση. Οι κεντρικές τράπεζες βρέθηκαν αντιμέτωπες με τη διπλή πρόκληση του πώς να ελέγξουν την πιστωτική ασφυξία χωρίς να αυξήσουν τον πληθωρισμό. Με τον πληθυσμό του πλανήτη να φθάνει από τα 6,5 στα 9 δισ. μέχρι το 2050 και την ταχεία οικονομική ανάπτυξη των αναπτυσσομένων χωρών (20.000 καινούργια οχήματα κυκλοφορούν κάθε μέρα στους δρόμους της Κίνας), μιλάμε για διαρθρωτική αλλαγή και όχι για προσωρινή ανωμαλία.

Είναι εύκολο να είναι κανείς μοιρολάτρης και να συμπεράνει ότι είναι αναπόφευκτη η μεγαλύτερη ανασφάλεια, τόσο υλική όσο και οικονομική. Υπάρχει, όμως, και εναλλακτικό μέλλον. Αν διαφοροποιήσουμε τον ενεργειακό εφοδιασμό μας, μπορούμε να αποφύγουμε έναν παγκόσμιο αγώνα δρόμου για πόρους για τους οποίους θα εξαρτώμεθα, όλο και περισσότερο, από τις χώρες που είναι πλούσιες σε καύσιμα. Δημιουργώντας μια οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, θα μπορέσουμε όχι μόνο να περιορίσουμε τις εκπομπές αερίου του θερμοκηπίου και τις πληθωριστικές πιέσεις, αλλά να δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας και πράσινη ανάπτυξη. Η τεχνολογία για να γίνει αυτό πραγματικότητα υπάρχει ή αναπτύσσεται. Αν περάσουμε στην πυρηνική ενέργεια και τις ανανεώσιμες πηγές, και αν καθαρίσουμε το κάρβουνο μέσω της δέσμευσης και αποθήκευσης του άνθρακα, μπορούμε να παράγουμε ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Καλύτερη μόνωση και συσκευές με καλύτερη ενεργειακή απόδοση θα περιορίσουν την οικιακή κατανάλωση ενέργειας. Και τώρα που οι κατασκευαστές αυτοκινήτων αναπτύσσουν την τεχνολογία των υβριδικών αυτοκινήτων, που συνδυάζουν ηλεκτροκίνητο και βενζινοκίνητο κινητήρα, ένα μετα–πετρελαϊκό σύστημα μεταφορών, που θα λειτουργεί αποκλειστικά με ηλεκτρισμό ή υδρογόνο, εμφανίζεται σαν ρεαλιστική πιθανότητα μακροπρόθεσμα.

Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα επιταχύνουμε τη διαδικασία: Πώς θα εξασφαλίσουμε την πολιτική υποστήριξη για να προωθήσουμε τις οικονομικές επενδύσεις για μια επανάσταση περιορισμένης χρήσης άνθρακα.

Οι τρεις προτεραιότητες

Πιστεύω ότι η Ε. Ε. μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο. Ο οργανισμός αυτός, που ξεκίνησε με τη συνεργασία στον τομέα του άνθρακα και του χάλυβα, σαν μέσο πρόληψης των συγκρούσεων και της αστάθειας στην Ευρώπη, πρέπει να ανατρέξει στις ρίζες του. Πρέπει σήμερα να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει –ρύθμιση, αγορές και διαπραγματευτικές θέσεις– για να θέσει παγκόσμια πρότυπα και να αποτρέψει έναν άγριο ενεργειακό ανταγωνισμό που θα οδηγήσει σε σύγκρουση, όχι μόνο μέσα στα σύνορά του, αλλά και πέρα από αυτά. Υπάρχουν τρεις προτεραιότητες:

Πρώτον, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη διαπραγματευτική μας επιρροή για να προωθήσουμε μια παγκόσμια συμφωνία για την κλιματική αλλαγή πέρα από το 2012. Τα πιο δύσκολα θέματα στην παγκόσμια σύνοδο κορυφής του χρόνου στην Κοπεγχάγη θα είναι το πόσο ψηλές θέλουμε να είναι οι φιλοδοξίες μας και ποιος θα πληρώσει για τον περιορισμό και την προσαρμογή. Ο ηγετικός ρόλος της Ε. Ε. είναι ζωτικός για την επίτευξη μιας φιλόδοξης συμφωνίας – μπορούμε και πρέπει να δείξουμε τον δρόμο. Οι στόχοι που θέσαμε πέρυσι, να μειώσουμε τις εκπομπές μας κατά 20% μέχρι το 2020 και κατά 30% στο πλαίσιο μιας διεθνούς συμφωνίας, μας κάνουν πρωτοπόρους στον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Και οι αγορές άνθρακα θα μας στηρίξουν όταν απαιτηθούν μεταφορές κονδυλίων για να βοηθήσουμε τις αναπτυσσόμενες χώρες να περάσουν απευθείας σε ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα.

Δεύτερον, ο κόσμος χρειάζεται μια παγκόσμια αγορά άνθρακα για να βοηθήσει τις ανεπτυγμένες χώρες να βρουν τους πιο αποδοτικούς τομείς, από πλευράς κόστους, για να περιορίσουν τις εκπομπές τους και να μεταφέρουν κονδύλια έτσι ώστε ο αναπτυσσόμενος κόσμος να μπορέσει να περάσει άμεσα στην ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της Ε. Ε. αποτελεί το θεμέλιο γι’ αυτό. Πρέπει να εξασφαλίσουμε τη μακροπρόθεσμη εφαρμογή του, με στόχους που θα ορίζονται, σε κεντρικό επίπεδο, όπως πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και όχι από τα κράτη–μέλη. Παράλληλα, όμως, πρέπει να το συνδέσουμε με τις αγορές άνθρακα που αναδύονται τώρα σε άλλες χώρες – τις ΗΠΑ, τον Καναδά και τη Νέα Ζηλανδία.

Τρίτον, μπορούμε να προωθήσουμε παγκόσμιες επενδύσεις σε πράσινη τεχνολογία. Θέτοντας φιλόδοξα πρότυπα σε επίπεδο Ε. Ε. για τα νέα οχήματα και τις νέες συσκευές, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την επιρροή της μεγαλύτερης ενιαίας αγοράς του πλανήτη για να ενισχύσουμε την καινοτομία σε όλο τον κόσμο. Και αν δεχθούμε ένα μηχανισμό κινήτρων, σε επίπεδο Ε. Ε., μπορούμε να δημιουργήσουμε δοκιμαστικές εγκαταστάσεις για τη δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα μέχρι το 2015, που θα επιτρέψουν στην Ε. Ε. να αναπτύξει τη σχετική τεχνολογία μέχρι το 2020. Το θέμα είναι επείγον και κρίσιμης σημασίας. Μόνο αν εφαρμόσουμε την τεχνολογία σε κλίμακα, θα μπορέσουμε να μειώσουμε το κόστος του καθαρού άνθρακα και να περάσουμε γρήγορα στην παγκόσμια χρήση της δέσμευσης και αποθήκευσής του. Χρειαζόμαστε τη δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα, όχι μόνο για να πετύχουμε τους δικούς μας στόχους για τις εκπομπές στην Ε. Ε., αλλά και για να περιορίσουμε τις εκπομπές σε όλες τις χώρες που εξαρτώνται από τον άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Τελικά, η Ε. Ε. θα κριθεί από το κατά πόσο θα μπορέσει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για το 2020. Οτιδήποτε άλλο από την πλήρη συμμόρφωση θα υπονομεύσει τον παγκόσμιο ηγετικό ρόλο που διεκδικεί η Ε. Ε. στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, αλλά και πέρα από αυτό, γιατί είτε το μετράμε με οικονομικούς, περιβαλλοντικούς ή γεωπολιτικούς όρους, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι δεν μπορούμε πλέον να πληρώνουμε το τίμημα της εξάρτησης από την ενέργεια υψηλών εκπομπών άνθρακα.

Το δύσκολο οικονομικό κλίμα δεν αποτελεί επιχείρημα για να καθυστερήσουμε τη μετάβαση σε χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Αντίθετα, είναι βάσιμος λόγος να την επιταχύνουμε. 

Ο David Miliband είναι  Υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28/10/2008)