Εν μέσω ασφυκτικών πιέσεων από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, ορισμένοι θέτουν το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή; Αντίθετα, θα ήταν καλύτερο να απευθύνουμε το ερώτημα: πώς είναι δυνατόν να μην αντιμετωπισθεί;

Εν μέσω ασφυκτικών πιέσεων από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, ορισμένοι θέτουν το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή; Αντίθετα, θα ήταν καλύτερο να απευθύνουμε το ερώτημα: πώς είναι δυνατόν να μην αντιμετωπισθεί;

Ας παραμερίσουμε τα κλασικά παραδείγματα του τύπου ότι η επιστήμη είναι «καθαρή», ότι η κλιματική αλλαγή απειλεί αναμφίβολα αυτή καθαυτή την ύπαρξη του πλανήτη και ότι κάθε ημέρα που δεν αντιδρούμε το πρόβλημα γίνεται χειρότερο. Αντίθετα, ας ασχοληθούμε αποκλειστικά και μόνο με την οικονομική πλευρά του προβλήματος.

Σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίζεται, χρειαζόμαστε ανάπτυξη. Σε μια περίοδο κατά την οποία καταγράφεται αύξηση της ανεργίας σε πολλά κράτη, χρειαζόμαστε νέες θέσεις εργασίας. Σε μια περίοδο κατά την οποία εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι απειλούνται από τη φτώχεια, ιδιαίτερα στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, χρειαζόμαστε μια υπόσχεση ευμάρειας. Αυτή η πιθανότητα βρίσκεται στα χέρια μας.

Οικονομολόγοι στα Ηνωμένα Εθνη απευθύνουν έκκληση για μια «Πράσινη» Νέα Συμφωνία (Green New Deal), ανάλογη του ενεργειακού οράματος του Αμερικανού προέδρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ τα χρόνια της Μεγάλης Υφεσης της δεκαετίας του 1930. Στο πλαίσιο αυτό, αυτήν την εβδομάδα το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ θα προχωρήσει στην υλοποίηση ενός σχεδίου αναζωογόνησης της παγκόσμιας οικονομίας, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα την πρόκληση της εποχής μας, την κλιματική αλλαγή.

Το σχέδιο αυτό καλεί τους πολιτικούς αλλά και τους επιχειρηματικούς ηγέτες, περιλαμβανομένου και του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, να επαναπροσανατολίσουν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές μακριά από κερδοσκοπικές χρηματοοικονομικές πολιτικές, που βρίσκονταν στη ρίζα της τωρινής κρίσης των αγορών, και να τις κατευθύνουν προς πιο παραγωγικές πηγές ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας για το μέλλον.

Αυτή η νέα «Πράσινη Οικονομική Πρωτοβουλία» (Green Economy Initiative), που υποστηρίζεται από τη Γερμανία, τη Νορβηγία και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πηγάζει από τη διαπίστωση ότι τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι αλληλένδετα. Η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των αγαθών οδήγησαν στην εμφάνιση της παγκόσμιας διατροφικής κρίσης, η οποία με τη σειρά της τροφοδότησε την οικονομική κρίση.

Αυτό το γεγονός αποδεικνύει τη στενή σχέση μεταξύ παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και διόγκωσης του πληθυσμού με τις συνακόλουθες ελλείψεις σε βασικά αγαθά όπως καύσιμα, τρόφιμα, καθαρός αέρας και νερό. Τα σύνθετα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, της οικονομικής ανάπτυξης και του περιβάλλοντος χρειάζονται τη δική τους λύση. Μόνο η αειφόρος ανάπτυξη, μια παγκόσμια αποδοχή μιας «πράσινης ανάπτυξης», προσφέρει στην ανθρωπότητα, στις πλούσιες αλλά και στις φτωχές χώρες, μια μακροπρόθεσμη προοπτική κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης.

Τα καλά νέα είναι ότι αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τις ανάγκες της νέας πραγματικότητας. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας έχουμε βιώσει μεγάλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις όπως, η βιομηχανική επανάσταση, η τεχνολογική επανάσταση και η εποχή της παγκοσμιοποίησης. Σήμερα βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας άλλης: της εποχής της «Πράσινης Οικονομίας» (Green Economics).

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μου πέρυσι στη Silicon Valley στην Καλιφόρνια, διαπίστωσα τον τρόπο με τον οποίο επενδύσεις διοχετεύονται σε νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθώς σε τεχνολογίες μείωσης κατανάλωσης καυσίμων. Η εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που ανέλαβε τη χρηματοδότηση των Google and Amazon μεταξύ άλλων επιχειρήσεων που αποδείχθηκαν επιτυχή παραδείγματα, διοχέτευσε περισσότερα από 100 εκατ. δολάρια σε επιχειρήσεις εναλλακτικής ενέργειας μόνο το 2006.

Στην Κίνα, οι «πράσινες» κεφαλαιουχικές επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν από τα 170 εκατ. δολάρια το 2005 σε περισσότερα από 720 εκατ. δολάρια το 2008. (Σε λίγα μόλις χρόνια, η Κίνα έχει γίνει παγκόσμιος ηγέτης στους τομείς ηλιακής και αιολικής ενέργειας, απασχολώντας περισσότερα από ένα εκατομμύριο άτομα). Συνολικά, το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ εκτιμά ότι οι επενδύσεις σε ενέργεια η οποία εκπέμπει χαμηλό ποσοστό ρύπων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα ανέλθουν στα 1,9 τρισ. δολάρια έως το 2020.

Η χρηματοοικονομική κρίση ενδεχομένως να καθυστερήσει αυτήν την τάση. Ομως, κεφάλαια θα εξακολουθήσουν να εισρέουν προς τις πράσινες επιχειρήσεις. Αυτή θα είναι πιστεύω η αρχή για μία μαζική αναδόμηση της παγκόσμιας βιομηχανίας. Hδη, μπορούμε να δούμε την πρακτική διάσταση αυτής της τάσης. Ανω των 2 εκατ. ανθρώπων στις προηγμένες βιομηχανικά χώρες απασχολούνται σήμερα στον τομέα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Ο τομέας βιοκαυσίμων της Βραζιλίας δημιουργεί ετησίως σχεδόν ένα εκατ. θέσεις εργασίας. Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η Ινδία, η Νιγηρία και η Βενεζουέλα, μεταξύ άλλων χωρών, μπορούν να κάνουν το ίδιο. Στη Γερμανία, η φιλική προς το περιβάλλον τεχνολογία αναμένεται να τετραπλασιασθεί τα επόμενα χρόνια, φθάνοντας το 16% της μεταποιητικής παραγωγής μέχρι το 2030 και απασχολώντας περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό από την αυτοκινητοβιομηχανία. Το Μεξικό ήδη απασχολεί 1,5 εκατομμύριο εργαζόμενους για τη διαχείριση και αξιοποίηση των δασών της χώρας.

Οι κυβερνήσεις έχουν να διαδραματίσουν τεράστιο ρόλο. Με τις κατάλληλες πολιτικές και το κατάλληλο συνολικό πλαίσιο ενεργειών, είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί οικονομική ανάπτυξη προσανατολισμένη προς την κατεύθυνση της ενέργειας που θα εκλύει χαμηλά επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα.

Με τους κατάλληλους χειρισμούς οι προσπάθειές μας για επίλυση της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης είναι δυνατόν να ενισχύσουν τις προσπάθειές μας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στη σημερινή κρίση βρίσκονται οι ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης του αύριο, όσον αφορά στη δημιουργία θέσεων εργασίας και εξασφάλισης συνθηκών οικονομικής ανάπτυξης. Οι περισσότεροι διευθύνοντες σύμβουλοι σε ολόκληρο τον κόσμο το γνωρίζουν αυτό. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι επιχειρηματίες σε τόσες πολλές χώρες του κόσμου ζητούν τώρα ξεκάθαρες και συνεπείς περιβαλλοντικές πολιτικές.

Αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο εταιρείες διεθνώς όπως η General Electric και η Siemens ποντάρουν για το μέλλον τους πάνω στην οικολογική («πράσινη») στρατηγική. Ομως, είναι πολύ σημαντικό να γίνει αντιληπτή αυτή η μεταστροφή περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στις ΗΠΑ. Οταν ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ αναλάβει τα καθήκοντα του, τόσο οι ψηφοφόροι όσο και οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί τους, θα πρέπει να βεβαιωθούν από μελέτες που θα τους προσκομισθούν ότι οι ΗΠΑ μπορούν να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή με χαμηλό ή καθόλου κόστος, αξιοποιώντας μόνο τα πλεονεκτήματα της υπάρχουσας τεχνολογίας.

Είναι γνωστό ότι οι φτωχότεροι στις πιο φτωχές χώρες του κόσμου είναι οι πλέον τρωτοί στην κλιματική αλλαγή. Επίσης, είναι οι πιο τρωτοί όσον αφορά στις συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης. Ως παγκόσμιοι ηγέτες έχουμε την ηθική υποχρέωση να διασφαλίσουμε ότι οι λύσεις στην παγκόσμια οικονομική κρίση θα προστατεύσουν τα συμφέροντα τους και όχι μόνο τα συμφέροντα των πολιτών των ανεπτυγμένων χωρών.

Αυτοί που δεν κατάφεραν να επωφεληθούν από την προηγούμενη οικονομική άνθηση, οι αποκαλούμενοι «το δισεκατομμύριο των πιο φτωχών ανθρώπων της Γης», οι οποίοι διαβιούν με λιγότερο από 1 δολάριο ημερησίως, θα πρέπει να βρεθούν στο κέντρο του ενδιαφέροντος της επόμενης οικονομικής εποχής. Για άλλη μια φορά επαναλαμβάνω: η «πράσινη» ανάπτυξη είναι λύση τόσο για την αντιμετώπιση της φτώχειας όσο και της κλιματικής αλλαγής. Για τους φτωχούς του κόσμου είναι το «κλειδί» για την ανάπτυξη. Για τους πλούσιους είναι ο τρόπος μετάβασης στο μέλλον.

Ο Ban Ki-Moon είναι Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών

(Από την εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 27/10/2008)