«Να μη Συγχέεται το Άγιον Όρος με την Υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου»

Εδώ και πολλές εβδομάδες απασχολεί τους πάντες το μεγάλο θέμα που προέκυψε από τις συνεχείς αποκαλύψεις για τις πρωτοφανείς οικονομικές συναλλαγές μεταξύ της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου (ΙΜΒ) και του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες ξεκίνησαν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ολοκληρώθηκαν επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης. Οι συναλλαγές αυτές έχουν σκανδαλίσει την ελληνική κοινή γνώμη και έχουν πάρει -δυστυχώς για τη χώρα μας- δημοσιότητα στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Του Μανόλη Γ. Δρεττάκη
Πεμ, 30 Οκτωβρίου 2008 - 09:54

Εδώ και πολλές εβδομάδες απασχολεί τους πάντες το μεγάλο θέμα που προέκυψε από τις συνεχείς αποκαλύψεις για τις πρωτοφανείς οικονομικές συναλλαγές μεταξύ της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου (ΙΜΒ) και του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες ξεκίνησαν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ολοκληρώθηκαν επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης. Οι συναλλαγές αυτές έχουν σκανδαλίσει την ελληνική κοινή γνώμη και έχουν πάρει -δυστυχώς για τη χώρα μας- δημοσιότητα στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Πριν προχωρήσω στο θέμα αυτού του άρθρου θα ήθελα να κάνω την εξής επισήμανση για την υπόθεση της ΙΜΒ: Η ευθύνη των υπευθύνων της μονής που χειρίστηκαν τις συναλλαγές αυτές είναι πολύ μεγάλη, όπως και εκείνη των μελών των γνωμοδοτικών επιτροπών και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οποίοι υπόκεινται στις συνέπειες του νόμου, αν προκύψουν αξιόμεμπτες πράξεις από τη δικαστική έρευνα που διενεργείται για την υπόθεση αυτή.

Πολύ πιο μεγάλη, όμως, είναι η ευθύνη όλων των αρμοδίων υπουργών, τόσο εκείνων που ξεκίνησαν τις συναλλαγές όσο και, κυρίως, εκείνων που τις ολοκλήρωσαν, υπογράφοντας τις σχετικές αποφάσεις χωρίς να ελέγξουν τους τίτλους και την αξία των ακινήτων που πήρε και έδωσε το Δημόσιο και χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον. Οι ευθύνες αυτές είναι καθαρά πολιτικές και μόνη αρμόδια για τη διερεύνηση και τον καταλογισμό τους είναι η Βουλή, στην οποία θα έπρεπε να έχει ήδη διαβιβαστεί ο σχετικός φάκελος (ο εισαγγελέας δεν είχε καμιά αρμοδιότητα να απαλλάξει προκαταβολικά τους υπουργούς από τις ευθύνες που ενδεχόμενα έχουν, αποφαινόμενος ότι απλώς «παραπλανήθηκαν»!). Με μεγάλη καθυστέρηση ο πρωθυπουργός αποφάσισε αυτό να γίνει.

Με αφορμή τις συναλλαγές της ΙΜΒ με το Δημόσιο ορισμένοι πολιτικοί και μέσα μαζικής ενημέρωσης (έντυπα και ηλεκτρονικά) σχολιάζοντας την υπόθεση αυτή, έχουν πάρει, δυστυχώς, αρνητική θέση γενικά εναντίον του Αγίου Ορους. Οι γενικεύσεις που κάνουν -και οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν ξεφύγει από κάθε όριο- δεν λαμβάνουν υπόψη την Ιστορία, την παράδοση και τη σημερινή παρουσία και σημασία του Αγίου Ορους τόσο για τον τόπο όσο και διεθνώς και ζημιώνουν πολλαπλά τη χώρα.

Το Αγιον Ορος είναι κιβωτός και φάρος της Ορθοδοξίας και εθνικός θησαυρός, δεδομένου ότι αποτελεί ένα πολύτιμο κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η υπερχιλιόχρονη αδιάκοπη ζωντανή παρουσία του, η πολυεθνικότητά του (με το Ρωσικό, το Σερβικό και το Βουλγαρικό Μοναστήρι, τη Ρουμανική Σκήτη μαζί με τα 17 ελληνικά μοναστήρια) και η με απόλυτα δημοκρατικό τρόπο ρύθμιση της λειτουργίας του αποτελούν μια εντελώς ξεχωριστή και, ίσως, μοναδική μοναστική Πολιτεία στον χριστιανικό κόσμο.

Η διαχρονική προσφορά του Αγίου Ορους προς τα εκατομμύρια των χριστιανών -παρά τα κατά καιρούς λάθη που έχουν γίνει- είναι πραγματικά ανεκτίμητη. Την προσφορά αυτή μπορούν να την επιβεβαιώσουν οι δεκάδες χιλιάδες προσκυνητές που κάθε χρόνο συρρέουν στο Αγιον Ορος είτε για να ενισχύσουν την πίστη τους είτε για να βοηθηθούν από φωτισμένους μοναχούς στην αντιμετώπιση και λύση των προβλημάτων που τους απασχολούν.

Οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες και οι κτήτορες των μονών φρόντισαν να τις προικίσουν με περιουσία που να τους αποδίδει τους πόρους που τους χρειάζονται για να επιτελέσουν το πολύπλευρο, πνευματικό κυρίως, έργο τους. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι μετέπειτα δωρεές που έγιναν στις μονές.

Σήμερα οι λειτουργικές δαπάνες των μονών, δηλαδή η διατροφή των μοναχών, η συντήρηση των κτιρίων, των κειμηλίων, των βιβλιοθηκών κ.λπ. και η δωρεάν διατροφή και παραμονή πάνω από 120.000 προσκυνητών τον χρόνο, που ο καθένας τους έχει το δικαίωμα να μείνει και να φιλοξενηθεί στις μονές για 4 μέρες (και πολλοί μένουν πολύ περισσότερες), απαιτούν πολύ μεγάλα ποσά κάθε χρόνο και η συμβολή του κράτους για την κάλυψη των δαπανών αυτών είναι πραγματικά μηδαμινή. Για την κάλυψη όλων αυτών των αναγκών, δηλαδή για τη συνέχιση της ζωντανής παρουσίας και πολύτιμης προσφοράς του Αγίου Ορους, απαραίτητη είναι η ύπαρξη και η αξιοποίηση της περιουσίας αυτής, δεδομένου ότι τα κονδύλια που έχουν δοθεί και δίδονται στον Αγιον Ορος από τα κοινοτικά προγράμματα συν την εθνική συμμετοχή αφορούν αποκλειστικά τα πολύ σημαντικά έργα που έχουν γίνει και συνεχίζονται στο Αγιον Ορος και δεν επιτρέπεται να καλύπτουν τις λειτουργικές δαπάνες των μονών.

Από τα όσα προαναφέρθηκαν, είναι προφανές ότι τόσο για θρησκευτικούς και εθνικούς όσο και για κοινωνικούς λόγους είναι επιτακτική ανάγκη να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού το Αγιον Ορος. Την πρώτη και κύρια ευθύνη γι' αυτό έχουν, φυσικά, οι μονές και από την άποψη αυτή η σχετική με την υπόθεση της ΙΜΒ ανακοίνωση της Διπλής Σύναξης του Αγίου Ορους είναι μια ισορροπημένη θέση για το θέμα αυτό.

Το περιεχόμενο της ανακοίνωσης αυτής αποτελεί ταυτόχρονα και τη βάση από την οποία μπορεί να ξεκινήσει εδώ και τώρα ένας διάλογος μεταξύ Πολιτείας και Αγίου Ορους με τη σύσταση μιας μικτής επιτροπής εκπροσώπων των δύο πλευρών, η οποία -παίρνοντας υπόψη τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Ορους- θα εξετάσει τις διάφορες εκκρεμότητες που υπάρχουν προκειμένου να καταλήξει σε κοινή συμφωνία για τη ρύθμισή τους. Η συμφωνία αυτή θα πρέπει να λάβει τη μορφή νομοσχεδίου, το οποίο θα έλθει στη Βουλή για ψήφιση. Ιδιαίτερα σημαντικό θα είναι να υπάρξει διακομματική συμφωνία για τις ρυθμίσεις που θα περιλαμβάνει το νομοσχέδιο αυτό, προκειμένου να πάψουν οι αμφισβητήσεις και οι ανεύθυνες γνώμες που διατυπώθηκαν και διατυπώνονται για το Αγιον Ορος και να αποκατασταθεί η ηρεμία, που είναι απαραίτητη τόσο στη μοναστική Πολιτεία όσο και στον τόπο γενικότερα.

Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ

(Από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 23/10/2008)