Σε έναν λαβύρινθο καθυστερήσεων, απουσίας ελέγχου από την πλευρά της κεντρικής διοίκησης αλλά και καθυστερήσεων στην υλοποίηση των μελετών έχει μπλέξει το σημαντικότερο έργο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της Ελλάδας, αλλά και το μεγαλύτερο αναπτυξιακό «εργαλείο» που θα μπορούσε να διαθέτει η χώρα.
Από τις 23 Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες (ΕΠΜ), οι οποίες θα έθεταν χρήσεις γης στις προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 (ή Φύση 2000), δηλαδή θα προσδιόριζαν τι επιτρέπεται, υπό ποιες προϋποθέσεις και τι όχι, έχουν εγκριθεί μόνο οι πέντε ενώ καμία δεν έχει θεσμοθετηθεί, όπως προβλέπεται, με Προεδρικό Διάταγμα.
Ετσι, οι Natura (καταλαμβάνουν περίπου το 28% των χερσαίων εδαφών και το 18% των ελληνικών θαλασσών) παραμένουν μόνο στα χαρτιά δίχως περιβαλλοντική προστασία αλλά και χωρίς αναπτυξιακή «πυξίδα».
Επίσης, η καθυστέρηση στην εκπόνηση των ΕΠΜ μπλοκάρει και τον πολεοδομικό σχεδιασμό που εκτυλίσσεται αυτή την περίοδο στο 80% της ελληνικής επικράτειας, καθώς σε αυτόν θα πρέπει να ενσωματωθούν οι χρήσεις γης που θα προβλέπουν τα ΠΔ για τις περιοχές Natura.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι η σύνταξη Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης και η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για όλες τις προστατευόμενες περιοχές είχε προβλεφθεί 39 χρόνια πριν, στον νόμο-σταθμό για τη φύση 1650/1986. Εκτοτε οι διαδικασίες χαρακτηρισμού άλλαξαν πολλές φορές.
Σε μία από αυτές τις αλλαγές προβλέφθηκε για το μεταβατικό στάδιο, δηλαδή έως την ολοκλήρωση των ΕΠΜ, η έκδοση Υπουργικής Απόφασης καθορισμού όρων, περιορισμών και διαχειριστικών μέτρων για έξι έτη. Σήμερα όμως σε πολλές περιοχές οι αποφάσεις αυτές λήγουν (π.χ. για τη Γυάρο, τον Αξιό κ.λπ.), ενώ οι μελέτες δεν έχουν ακόμη θεσμοθετηθεί.
Από το 2019…
Οι 23 μελέτες που θα καλύψουν τις 446 περιοχές του δικτύου Natura 2000 της χώρας είχαν ανατεθεί τον Μάρτιο του 2019 με προθεσμία ολοκλήρωσης τα δυόμισι έτη. Αλλά τα «παρατράγουδα» ξεκίνησαν σχεδόν από την αρχή.
Οπως εξηγεί ο κ. Γιώργος Κοτζαγεώργης, επικεφαλής της Enveco, στην οποία το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) ανέθεσε τον τεχνικό και επιστημονικό συντονισμό των μελετητών, η βασική αιτία για το μεγάλο «μποτιλιάρισμα» ήταν η τροποποίηση της νομοθεσίας (4685/2020) η οποία οδήγησε σε νέες απαιτήσεις οι οποίες δεν περιλαμβάνονταν στο αρχικό αντικείμενο των μελετών που είχαν ξεκινήσει να εκπονούνται ενάμιση χρόνο πριν.
Με τον συγκεκριμένο νόμο επεβλήθη υποχρεωτική αντιστοίχιση των τεσσάρων ζωνών κάθε Natura με ειδικές χρήσεις γης, με πρόθεση όταν γίνουν τα ΠΔ να είναι σαφές τι επιτρέπεται και σε ποια ζώνη. «Αυτό ήταν μια επανάσταση και οδήγησε στην ανάγκη σύνταξης νέων προδιαγραφών και στην τροποποίηση όλων των εν εξελίξει συμβάσεων γιατί ήταν αναγκαίο να προστεθεί το συγκεκριμένο αντικείμενο που ήταν διαφορετικό. Οπότε μπήκαμε σε μια διαδικασία επανεκκίνησης την άνοιξη του 2022, δηλαδή περίπου μια διετία μετά» επισημαίνει ο κ. Κοτζαγεώργης.
Στη συνέχεια οι καθυστερήσεις συνεχίστηκαν και σχετίζονται με την ταυτόχρονη υποβολή πάρα πολλών παραδοτέων από πολλαπλές μελέτες, τη βραδύτητα των υπηρεσιών του ΥΠΕΝ να ανταποκριθούν άμεσα, την κωλυσιεργία από την πλευρά ορισμένων μελετητικών γραφείων, αλλά και τον τεράστιο όγκο των απαιτήσεων που δεν καλύπτονται από τα στενά χρονοδιαγράμματα.
«Εχοντας τον εποπτικό ρόλο είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάσουμε τα σχέδια προτάσεων μελετών τουλάχιστον τρεις φορές – πριν από την έναρξη της δημόσιας διαβούλευσης, έπειτα αφού ο μελετητής αξιολογήσει τις απόψεις που διατυπώθηκαν και κάνει όποιες αλλαγές κρίνει σκόπιμες και την τελική έκδοση της μελέτης. Αυτή η διαδικασία απαιτεί ένα διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών» τονίζει ο κ. Κοτζαγεώργης. Σε κάθε περίπτωση, όπως εκτιμά, έως το τέλος του έτους πιθανώς θα είναι εγκεκριμένες όλες οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες.
Εως σήμερα έχουν εγκριθεί πέντε (Εβρου – Ροδόπης, Σερρών – Κιλκίς, Λακωνίας – Μεσσηνίας, Λάρισας – Μαγνησίας, Καρδίτσας-Τρικάλων), έχει ολοκληρωθεί η δημόσια διαβούλευση σε άλλες 15 και υπολείπονται τρεις, εκ των οποίων δύο θα αναρτηθούν άμεσα (Πρέβεζας – Αρτας και Αιτωλοακαρνανίας – Αχαΐας – Ηλείας), ενώ η τελευταία για Πέλλα, Ημαθία και Πιερία, που περιλαμβάνει και τον Γράμμο, αναμένεται να καθυστερήσει.
Από την πλευρά του, ο γενικός γραμματέας Περιβάλλοντος και Υδάτων του ΥΠΕΝ κ. Πέτρος Βαρελίδης αποδίδει τις καθυστερήσεις στα προβλήματα υποστελέχωσης των υπηρεσιών, στη δυσκολία των μελετητών να ανταποκριθούν έγκαιρα και στις διαρκείς απαιτήσεις για παρατάσεις στους χρόνους της δημόσιας διαβούλευσης.
«Οι καθυστερήσεις περιπλέκουν την άσκηση ακόμα περισσότερο γιατί εν τω μεταξύ γίνονται και αλλαγές επί του πεδίου, δηλαδή κατασκευάζονται διάφορα, γίνονται νέα σχέδια, αλλάζει το θεσμικό πλαίσιο και οδηγούμαστε σε περαιτέρω καθυστερήσεις» υπογραμμίζει ο γενικός γραμματέας.
Tα παράλογα
Ωστόσο, το μεγαλύτερο πρόβλημα, όπως φαίνεται, είναι μπροστά μας. Κι αυτό διότι υπάρχουν κάποια θεσμικού χαρακτήρα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν ώστε να μπορέσουν να ολοκληρωθούν τα Προεδρικά Διατάγματα που θα θεσμοθετήσουν τις ΕΠΜ. Το πρόβλημα δημιουργεί και πάλι ο ίδιος νόμος (4685/2020) που έδινε σε κάθε ζώνη των Natura (π.χ. απόλυτης προστασίας, προστασίας της φύσης κ.λπ.) συγκεκριμένες χρήσης γης, συχνά παράλογες.
Για παράδειγμα, δεν επιτρέπει στις τρεις από τις 4 ζώνες το κολύμπι, σε διάφορες ζώνες τα δίκτυα (οδικά, αερίου, αποχετεύσεων κ.λπ.) κ.ά. Επίσης, σε αυστηρότερη ζώνη προστασίας μπορεί να επιτρέπει κατοικία και ξενοδοχεία, ενώ σε ζώνη χαμηλότερης προστασίας επιτρέπει μόνο ξενοδοχεία, γεγονός που δημιούργησε εντάσεις στο πλαίσιο της διαβούλευσης σε πολλές περιοχές.
Γενικότερα, ο νόμος θέτει ένα πολύ περιοριστικό πλαίσιο και εμποδίζει τους μελετητές να προτείνουν τις χρήσεις γης που εκείνοι θεωρούν καταλληλότερες. Ετσι, σε αρκετές ΕΠΜ εντάσσουν χρήσεις σε ζώνες περιοχών κατά παρέκκλιση, το οποίο στις μελέτες δεν δημιουργεί πρόβλημα, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα δημιουργήσει στον νομικό έλεγχο και την τελική έγκριση των ΠΔ από το ΣτΕ.
Γι’ αυτό, όπως υπογραμμίζει ο κ. Βαρελίδης, «κρίνονται αναγκαίες κάποιες βελτιώσεις στο νομοθετικό πλαίσιο των προβλεπόμενων χρήσεων γης, όπως π.χ. να αρθεί η απαγόρευση στην κολύμβηση που ισχύει για τις 3 από τις 4 ζώνες, να δοθεί δυνατότητα περιορισμένης επέκτασης του σχεδίου πόλης στην 4η ζώνη όπου τεκμηριώνεται από το Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο και κατόπιν έγκρισης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης δυνατότητας κ.λπ.».
Πάντως, όπως επισημαίνει η κυρία Ιόλη Χριστοπούλου, αντιπρόεδρος της Επιτροπής Φύση 2000, παρά την πρόοδο στο μελετητικό έργο, «γεγονός παραμένει ότι όσο απουσιάζουν τα Προεδρικά Διατάγματα, που κατοχυρώνουν νομικά τις προστατευόμενες περιοχές, το θεσμικό πλαίσιο παραμένει ασαφές, με αποτέλεσμα ούτε η προστασία να επιτυγχάνεται, ούτε να τίθενται οι βάσεις για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων συμβατών με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκάστοτε περιοχής».
Σύμφωνα με την ίδια, πρέπει άμεσα να καταρτιστούν, να τεθούν σε διαβούλευση και να εκδοθούν «ώστε να κλείσει ένα σημαντικό κεφάλαιο και να μπουν οι βάσεις για αποτελεσματική διαχείριση της ελληνικής φύσης». Αλλωστε, η Ελλάδα ήδη έχει καταδικαστεί μια φορά από το Ευρωδικαστήριο το 2000 για ελλιπή καθορισμό Ειδικών Ζωνών Διατήρησης, οκτώ χρόνια μετά το πέρας της προθεσμίας.
(από την εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ")