Ακόμα κι αν υποθέσουμε πως όλα τα γραφειοκρατικά εμπόδια εντός Ελλάδας θα ξεπεραστούν— κάτι διόλου αυτονόητο, με βάση την πρόσφατη ιστορία— και πώς όλα τα έργα θα βρουν την απαραίτητη χρηματοδότηση από τους αντίστοιχους επενδυτές, το σοβαρότερο εμπόδιο παραμένει: Η στάση της Τουρκίας. Το πώς και το γιατί έχει αναλυθεί πολλές φορές, επομένως δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβανόμαστε. Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι η Άγκυρα θα κάνει οτιδήποτε μπορεί ώστε να δυσχεράνει τις προσπάθειες της Ελλάδας— και της Κύπρου στην περίπτωση του GSI— αφενός να ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματά της επί των θαλασσίων ζωνών της, και αφετέρου να αναδειχθεί σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο.
Επίσης, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι όσο πιστοί και αξιόπιστοι κι αν είναι οι διάφοροι σύμμαχοί μας, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να θεωρούμε ως δεδομένο ότι αν η Τουρκία αποφασίσει να κλιμακώσει τις πιέσεις της, εκείνοι θα σπεύσουν να μας συνδράμουν επί του πεδίου, ή ακόμα και να λάβουν σαφή θέση υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Ο λόγος φυσικά για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Αρχικά, όσοι παρακολουθούν προσεκτικά τις δηλώσεις και τις κινήσεις Τραμπ, γνωρίζουν πολύ καλά πως ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει ιδιαίτερη εκτίμηση προς τον Τούρκο ομόλογό του, αισθήματα που πιθανότατα επιτρέπουν στην Τουρκία να έχει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών. Μάλιστα, οι διπλωματικές πηγές λένε πως ο Τραμπ έχει βρεθεί μπροστά σε δίλημμα καθώς θα χρειαστεί σύντομα να αποφασίσει αν θα επισκεφθεί την Τουρκία ή το Ισραήλ στο επερχόμενο ταξίδι του στη Μέση Ανατολή, με τον ίδιο να προσανατολίζεται προς την πρώτη επιλογή.
Παράλληλα, μολονότι ο Τραμπ ήταν ο εκλεκτός των μεγάλων πετρελαϊκών όπως η ExxonMobil και η Chevron, η στάση του προς τα συμφέροντα των επιχειρήσεων αυτών δεν είναι προβλέψιμη. Πέρα από την “καυτή πατάτα” των τιμών του πετρελαίου που έχουν προκαλέσει πονοκεφάλους στα στελέχη των εταιρειών, ο Τραμπ δεν δίστασε να ανακαλέσει την άδεια της Chevron για τις εξορύξεις της στη Βενεζουέλα, δίνοντας προτεραιότητα στη διπλωματική ατζέντα του. Επομένως, αν η Τουρκία αρχίσει να παρενοχλεί τις έρευνες των δύο αμερικανικών κολοσσών γύρω από την Κρήτη, δεν μπορούμε να περιμένουμε τη συνδρομή του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ.
Αυτές οι πληροφορίες σίγουρα είναι καλύτερα γνωστές στον άλλον ενδιαφερόμενο, δηλαδή το Ισραήλ. Παρά τις γνωστές εντάσεις μεταξύ Άγκυρας και Τελ-Αβίβ με αφορμή τη Γάζα και τη Συρία, έχει ήδη γίνει γνωστό πως οι δύο πλευρές έχουν πραγματοποιήσει επαφές με τη διαμεσολάβηση του κοινού τους συμμάχου, του Αζερμπαϊτζάν. Παράλληλα, αρκετοί παράγοντες στην Ουάσιγκτον και στο Ισραήλ θεωρούν πως το Ιράν οφείλει να έχει προτεραιότητα έναντι της Τουρκίας και πως το άνοιγμα ενός διπλού μετώπου είναι άκρως επικίνδυνο. Τούτων λεχθέντων, είναι σαφές πως το Ισραήλ πιθανότατα θα αποφύγει να δημιουργήσει νέες εστίες έντασης με την Τουρκία, ειδικά για ένα θέμα που δεν αποτελεί άμεση ανάγκη σήμερα.
Με αυτά τα δεδομένα, θα πρέπει τόσο η κυβέρνηση, όσο και εμείς οι πολίτες, να καταλάβουμε πως αν επιθυμούμε να προχωρήσουν αυτές οι επενδύσεις, αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούμε να αποφασίσουμε το κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να αντισταθούμε στην πράξη έναντι των τουρκικών προκλήσεων. Οι συνεχιζόμενες διακοπές στις εργασίες του καλωδίου Ελλάδας-Κύπρου εξαιτίας των απειλών της Άγκυρας είναι ένα ιδιαίτερα αρνητικό σημάδι για αυτό. Με τον Τραμπ και τον Ερντογάν να αναζωπυρώνουν τη φιλία τους άμεσα, η Αθήνα δεν μπορεί να προσμένει σε μία μεσολάβηση ή έστω ισορροπία όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά. Και φυσικά ας ξεχάσουμε οποιεσδήποτε φανταστικές ιστορίες για τον ρόλο του Κογκρέσου, το οποίο έχει ουσιαστικά αυτοκαταργηθεί τους τελευταίους μήνες και δεν πρόκειται να δυσαρεστήσει τον Τραμπ για χάρη της Ελλάδας. Εντέλει, έχει έρθει η στιγμή να συμφωνήσουμε ως Έλληνες αν η ενεργειακή ασφάλεια ταυτίζεται με την εθνική ασφάλεια ή αν θα συνεχίσουμε να υποχωρούμε μέχρι να βρεθούμε με την πλάτη στον τοίχο.