«Το ζήτημα είναι κυρίως να ελεγχθούν το πρόγραμμα εμπλουτισμού» ουρανίου του Ιράν, καθώς και οι δυνατότητές του για πυρηνικό «εξοπλισμό», δήλωσε ο Γουίτκοφ σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Fox News, λέγοντας ότι εκεί βρίσκεται «το σημείο κλειδί» των διαπραγματεύσεων.
Συνομιλίες για το θέμα πραγματοποιήθηκαν στο τέλος της περασμένης εβδομάδας στο Ομάν ανάμεσα στον εν λόγω διπλωμάτη και τον ιρανό υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί.
«Η πρώτη συνάντηση ήταν θετική, εποικοδομητική, πειστική», εξέφρασε χθες την ικανοποίησή του ο Γουίτκοφ.
Ο ίδιος πρόσθεσε εντούτοις ότι η Τεχεράνη «δεν έχει ανάγκη να εμπλουτίσει (το ουράνιο) πάνω από 3,67%», το μέγιστο επίπεδο που προβλέπεται από την πολυμερή συμφωνία του 2015, από την οποία ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποσύρθηκε το 2018.
«Σε ορισμένες περιπτώσεις, βρίσκονται στο 60%, σε άλλες στο 20%», πρόσθεσε ο διπλωμάτης, υποστηρίζοντας ότι ένα τέτοιο ποσοστό εμπλουτισμού υπερβαίνει αυτό που είναι απαραίτητο για ένα μη στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Η συμφωνία του 2015 είχε στόχο να καταστήσει σχεδόν αδύνατο για το Ιράν να αναπτύξει μια ατομική βόμβα, επιτρέποντάς του ωστόσο παράλληλα να συνεχίσει το μη στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα του, στο οποίο η Τεχεράνη λέει πως περιορίζεται.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, το Ιράν διαθέτει περίπου 274,8 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου στο 60%. Το επίπεδο εμπλουτισμού που απαιτείται για πυρηνικά όπλα είναι 90%.
Οι αμερικανικοί έλεγχοι για το θέμα θα είναι «κρίσιμης σημασίας», επέμεινε ο Γουίτκοφ. «Αυτό περιλαμβάνει τους πυραύλους (...) και τους πυροκροτητές για (την έκρηξη) μιας βόμβας», διευκρίνισε. «Ο διάβολος θα είναι στις λεπτομέρειες», συνόψισε. AΠΕ ΜΠΕ