Ο εμπορικός πόλεμος που ξεκίνησε ο πρόεδρος Τραμπ, χαρακτηρίζεται από διαπρεπείς οικονομολόγους, ως επιστροφή των ΗΠΑ στην αποικιοκρατία και τον μερκαντιλισμό. Άλλοι θεωρούν ότι έχουμε απλώς να αντιμετωπίσουμε τα καπρίτσια του αλλοπρόσαλλου προέδρου και παντελή απουσία σχεδίου.
Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω με το τελευταίο. Πέρα από την προσωπικότητα του προέδρου, υπάρχει η πραγματικότητα στις ΗΠΑ, που έχουν ένα μείζον τριπλό πρόβλημα. Αντιμετωπίζουν ένα δυσθεώρητο χρέος, τεράστιο έλλειμμα ισοζυγίου, που γιγαντώνεται από την υπερτίμηση του δολαρίου και συγχρόνως πρέπει να διατηρήσουν το υπερτιμημένο δολάριο ως ηγετικό συναλλακτικό νόμισμα παγκοσμίως.
Τα αποτελέσματα είναι οδυνηρά και κλιμακώνονται ταχύτατα: Η αποβιομηχάνιση των ΗΠΑ και η μετάβαση σε μια οικονομία προσανατολισμένη σε υπηρεσίες, οδηγεί σε απώλεια εκατομμυρίων καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας στη βιομηχανία, ενώ το απαίδευτο εργατικό δυναμικό δεν μπορεί να προσληφθεί στις νέες καλοπληρωμένες δουλειές των υπηρεσιών. Όλα αυτά δημιουργούν την εκλογική βάση του προέδρου Τραμπ, που φανατίζεται επιπλέον από την αμφισβήτηση της ηγεμονικής θέσης των ΗΠΑ έναντι της Κίνας στον παγκόσμιο χάρτη. Η αντιμετώπιση της τριπλής πρόκλησης είναι λοιπόν επιβεβλημένη. Εμπεριέχει ωστόσο μεγάλες αντιφάσεις και γι’ αυτό έχει μεγάλες δυσκολίες.
Η σχετική συζήτηση στους κύκλους των Ρεπουμπλικανών είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του ’90 και κορυφώθηκε μετά την απόφαση του προέδρου Κλίντον να επιτρέψει την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, χωρίς ουσιαστικές προϋποθέσεις. Οι μελέτες και οι σχεδιασμοί του Πίτερ Ναβάρο και του Στίβεν Μιράν, που σήμερα είναι προεδρικοί σύμβουλοι, δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Φυσικά, η αλλοπρόσαλλη προσωπικότητα του προέδρου Τραμπ δεν έχει καμία συνάφεια με οποιοδήποτε σχέδιο. Ακολουθεί την αγαπημένη του αρχή «πυροβόλησε και άφησε τις ερωτήσεις για μετά» (shoot and ask the questions later) και βεβαίως συνεπάγεται το γνωστό πια αλαλούμ που μπορεί να οδηγήσει σε χάος.
Η Κίνα δεν ήταν ποτέ εύκολος αντίπαλος. Αλλά τώρα πια είναι υπερδύναμη. Οι προφανείς λόγοι είναι η τεχνολογική υπεροχή που επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά προσφάτως, με το λανσάρισμα του DeepSeek, το σχεδόν μονοπώλιο των σπάνιων γαιών και η διακράτηση τεράστιου μεριδίου αμερικανικού χρέους, που οδήγησε την αγορά αμερικανικών ομολόγων στο πρόσφατο αδιέξοδο και τον πρόεδρο Τραμπ σε δραματικές δασμολογικές παλινωδίες. Σημειώνω όμως ακόμη δύο παράγοντες που δεν έχουν αναλυθεί αρκετά:
- H Δύση και οι ΗΠΑ θα έχουν ανάγκη τις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων για μία 10ετία τουλάχιστον. Ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν αναρωτήθηκε πρόσφατα: Πώς θα κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς τα κινεζικά παιχνίδια και ρούχα; Πώς θα ζήσουμε χωρίς κινεζικά κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρικές συσκευές, κ.λπ., κ.λπ.;
- Η υποτίμηση του δολαρίου προς το παρόν ελέγχεται, αλλά ένα γεγονός περνά σχετικά απαρατήρητο: Το ηλεκτρονικό κινεζικό νόμισμα (renminbi) ισχυροποιείται. Ήδη, το 38% του παγκόσμιου εμπορίου αποδολαριοποιείται. Η διεθνής συμμαχία της Κίνας στον Ειρηνικό (ASEΑN) το χρησιμοποιεί ήδη. Η Κίνα δημιούργησε τη δική της πλατφόρμα για να αντικαταστήσει το SWIFT, το σύστημα διατραπεζικών συναλλαγών της Δύσης. Και η νέα πλατφόρμα προσφέρει υπηρεσίες δευτερολέπτων, ενώ το SWIFT χρειάζεται ώρες ή και μέρες.
Όλα αυτά δημιουργούν κρίσιμα διλήμματα για την Ευρώπη. Οι γενικές αναφορές για ευρωπαϊκή αυτονομία δεν αρκούν. Η νέα συναλλακτική εποχή χρειάζεται πραγματισμό και εναλλακτικές προσεγγίσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) χρειάζεται λοιπόν νέα εμπορική πολιτική και νέα προσέγγιση των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Ισχυρίζομαι ότι αυτό σημαίνει:
- Να επικυρωθεί ταχύτατα η συμφωνία με τις χώρες του Mercosur (Αργεντινή, Βραζιλία, Βολιβία, Παραγουάη, Ουρουγουάη, Βενεζουέλα και σύμμαχοι) που καθυστερεί λόγω των συμφερόντων των γάλλων αγροτών. Μας πήρε 10 χρόνια διαπραγματεύσεων, ας μην καθυστερούμε άλλο.
- Να ολοκληρωθούν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις με Ινδία, Ινδονησία, Μαλαισία και αραβικές χώρες, που ήδη διεξάγονται.
- Το πιο σημαντικό, να δούμε εκ νέου τις σχέσεις με τη Νοτιοανατολική Ασία, τις χώρες του ASEAN και εν τέλει την Κίνα.
Εδώ χρειάζεται μια σύντομη αναφορά στο παρελθόν. Οι εμπορικές σχέσεις ΕΕ – Κίνας συζητιούνται εδώ και πολλά χρόνια. Μετείχα στις πρώτες συσκέψεις ως επίτροπος. Μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις υπήρξε κατάληξη: Η συμφωνία για επενδύσεις (Comprehensive Agreement on Investment – CAI) ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2020 και είχε στόχο τη διασφάλιση επενδυτικών σχεδίων – που αποκτά ξεχωριστή σημασία για την ευρωπαϊκή βιομηχανία στις σημερινές συνθήκες ανταγωνισμού – και την καλύτερη ισορροπία στις εμπορικές σχέσεις.
Η ΕΕ αποχώρησε μονομερώς από τη διαδικασία επικύρωσης το 2021. Ο λόγος; Οι αντιδράσεις για τις σοβαρές υπαρκτές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα. Δεν υποτιμώ καθόλου αυτές τις αντιδράσεις και τις θεωρώ δικαιολογημένες. Σκέφτομαι ωστόσο μια φράση που άκουσα στη διάρκεια διαπραγματεύσεων και τη θυμάμαι πάντα: Εμπόριο δεν κάνεις μόνο με φίλους και ομοϊδεάτες. Την επαναφέρω, διότι εμπόριο με την Κίνα κάνουμε έτσι κι αλλιώς. Όπως κάνουμε και με πολλές άλλες χώρες που δεν διεκδικούν εύσημα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μήπως πρέπει να ξαναδούμε την επικύρωση της συμφωνίας; Με την παγκόσμια κατάσταση να οδηγείται σε πλήρως απρόβλεπτες σφαίρες, η ΕΕ δεν είναι δεδομένη. Και η επιβίωση της Ευρώπης απέναντι σε υπαρξιακές απειλές έχει απόλυτη προτεραιότητα.
*Η κυρία Μαρία Δαμανάκη είναι πρώην επίτροπος της ΕΕ
(από την εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ")