Ο Κεμάλ Ατατούρκ Μπορεί να Κοιμάται Ήσυχος

Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν προδικάζει επανεκτίμηση του ρόλου της από πλευράς της κυβέρνησης Ομπάμα, ούτε κάποια αλλαγή στη στάση των ΗΠΑ απέναντί της. Η γεωπολιτική σημασία της γείτονος για τα αμερικανικά συμφέροντα έχει αποτελέσει ανέκαθεν το καθοριστικό στοιχείο στις σχέσεις της Ουάσιγκτον (και της Δύσης) με την Αγκυρα.
Του Χρίστου Κ. Χριστοδούλου
Παρ, 21 Νοεμβρίου 2008 - 08:27

Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν προδικάζει επανεκτίμηση του ρόλου της από πλευράς της κυβέρνησης Ομπάμα, ούτε κάποια αλλαγή στη στάση των ΗΠΑ απέναντί της.

Η γεωπολιτική σημασία της γείτονος για τα αμερικανικά συμφέροντα έχει αποτελέσει ανέκαθεν το καθοριστικό στοιχείο στις σχέσεις της Ουάσιγκτον (και της Δύσης) με την Αγκυρα.

Από την εποχή του Μουσταφά Κεμάλ -του οποίου η 70ή επέτειος από τον θάνατό του τιμάται με ιδιαίτερη επισημότητα αυτές τις ημέρες-, η Τουρκία είχε προσανατολιστεί πολιτικά «προς τη Δύση». Παρά τα ατοπήματα εκείνης της περιόδου, η βασική -και τελική- γραμμή της κεμαλικής παρακαταθήκης στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας παρέμεινε αταλάντευτη. Τη συνόψισε ο ίδιος ο Κεμάλ στην επιθανάτια κλίνη του. «Θα είστε με την Αγγλία. Ο,τι κι αν γίνει, θα είστε με την Αγγλία», λέγεται ότι ψιθύρισε στους πιστούς του. Και, λίγο πριν κλείσει τα μάτια του, ρώτησε την ώρα. Ηταν 9 το πρωί της 10ης Νοεμβρίου 1938.

 Για τον Κεμάλ, Αγγλία σήμαινε Δύση, και Δύση σήμαινε Πολιτισμός. Η τελευταία επιθυμία του αναδείχτηκε σε πολιτικό θέσφατο για την Τουρκία, ώστε σήμερα η ολοκλήρωση της ένταξής της στην Ε.Ε. (που άρχισε το 1963) να αποτελεί επίσημο και επίπονο στρατηγικό στόχο.

Από τη στιγμή της εξαγγελίας του Δόγματος Τρούμαν, το 1947, η γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας για τον δυτικό κόσμο, και ειδικά για τις ΗΠΑ, προσδιοριζόταν με σημείο αναφοράς τα πετρέλαια της Μ. Ανατολής και την ανάσχεση της σοβιετικής επιρροής στην περιοχή του Κόλπου.

Παρά τη ριζική μεταβολή των πολιτικών δεδομένων στην περιοχή, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τις -ως εκ τούτου- μεταπτώσεις των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, η χώρα παρέμεινε -και εξακολουθεί να είναι- σύμμαχος «πρώτης γραμμής» για τη Δύση.

Ειδικά για τις ΗΠΑ και ανεξάρτητα από την ιδεολογική βάση των κυβερνήσεών της, η γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας θεωρείται «εξαιρετικά σημαντική». Είναι χαρακτηριστική μια αναφορά του αμερικανικού ΥΠΕΞ προς το Κογκρέσο, που διατηρεί στο ακέραιο την επικαιρότητά της:

«Σε μια περιοχή γενικά αδύναμων οικονομιών και ασταθών δημοκρατικών παραδόσεων, πολιτικής αστάθειας, τρομοκρατίας και εθνικών συγκρούσεων, η Τουρκία αποτελεί ένα δημοκρατικό, κοσμικό έθνος, το οποίο αντλεί τα πολιτικά του μοντέλα από τη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ».

Κι ακόμα: «Η θέση της Τουρκίας στον Βόσπορο, το στρατηγικό σημείο σύνδεσης Ευρώπης, Μ. Ανατολής, Καυκάσου και Κασπίας, την καθιστά ουσιώδη παίκτη αναφορικά με μια λίστα δεδομένων, ζωτικών για τα πολιτικά, οικονομικά και τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ».

Υπό το πρίσμα αυτό, ας προστεθούν εδώ τρία επιπλέον αναγνωριστικά στοιχεία:

1ον. Οι θέσεις των αμερικανικών κυβερνήσεων και του Κογκρέσου αναφορικά με την Τουρκία δεν ταυτίζονταν πάντοτε, ούτε ποιοτικά ούτε ποσοτικά. Το Κογκρέσο, υπό την πίεση των εθνικών και οικονομικών lobbies στην Ουάσιγκτον, αντιδρούσε έντονα σε θέματα αιχμής, όπως το Κουρδικό, η αρμενική γενοκτονία, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Β. Ιράκ, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το Κυπριακό, οι θρησκευτικές ελευθερίες, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, οι εξοπλισμοί, η σύναψη δανείων... Αντίθετα με το Κογκρέσο, οι εκάστοτε πρόεδροι των ΗΠΑ τήρησαν στάση ανοχής και «κατανόησης» απέναντι στην Τουρκία. Προείχε η γεωστρατηγική και οικονομική σημασία της.

2ον. Η Τουρκία, πολύ πριν από την κρίση του Καυκάσου, είχε επιδοθεί σε έναν μυστικό και δημόσιο διπλωματικό μαραθώνιο. Η απρόσκοπτη λειτουργία των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα από το έδαφός της, η ενεργειακή τροφοδοσία του δυτικού κόσμου, η προσέγγιση προαιώνιων αντιπάλων και αντίρροπων δυνάμεων και κρατών της περιοχής, είναι σε μεγάλο βαθμό επίτευγμά της που χαίρει ήδη της διεθνούς αναγνώρισης.

Οι συνεχιζόμενες συνομιλίες Ταλάτ-Χριστόφια στη Λευκωσία μπορούν επίσης να ενταχθούν στο ίδιο εποικοδόμημα.

3ον. Η Αμερική είναι ο δεύτερος -μετά τη Γερμανία- επενδυτής στην Τουρκία. Η Τουρκία είναι ανάμεσα στους 10 μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Η τουρκική οικονομία είναι ανάμεσα στις 5 πιο αναπτυσσόμενες του κόσμου.

Συμπέρασμα: Εκτός κάποιας απρόβλεπτης διεθνούς εξέλιξης, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα παραμείνουν μέσα στις αναμενόμενες και από μακρού διαμορφωμένες διμερείς συνθήκες, με ενεργό καταλύτη την Ε.Ε.

Ο Ατατούρκ μπορεί να κοιμάται ήσυχος.

(Από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 13/11/2008)