Tις τελευταίες εβδομάδες, όλοι μιλούν για το Νιου Ντιλ. Το 2008, όπως και το 1932, μια μακρά περίοδος ρεπουμπλικανικής κυριαρχίας φθάνει στο τέλος της, την ώρα που ξεσπά παγκόσμια οικονομική κρίση. Για τους ψηφοφόρους, όμως, η συγκυρία καταρρίπτει τη φιλελεύθερη ιδεολογία της αγοράς και υποσκάπτει την εικόνα της κυβέρνησης ως αξιόπιστου διαχειριστή της οικονομίας.

Tις τελευταίες εβδομάδες, όλοι μιλούν για το Νιου Ντιλ. Το 2008, όπως και το 1932, μια μακρά περίοδος ρεπουμπλικανικής κυριαρχίας φθάνει στο τέλος της, την ώρα που ξεσπά παγκόσμια οικονομική κρίση. Για τους ψηφοφόρους, όμως, η συγκυρία καταρρίπτει τη φιλελεύθερη ιδεολογία της αγοράς και υποσκάπτει την εικόνα της κυβέρνησης ως αξιόπιστου διαχειριστή της οικονομίας. Ανησυχία θα έπρεπε, όμως, να προκαλεί μία άλλη ιστορική αναλογία. Το 1932, όπως και φέτος, η κορύφωση της κρίσης συνοδεύθηκε από κενό εξουσίας στην Ουάσιγκτον. Η μεταβατική περίοδος πριν από την ανάληψη της προεδρίας από τον Ρούζβελτ έπληξε σημαντικά την αμερικανική οικονομία, λόγω της αναξιοπιστίας της απερχόμενης κυβέρνησης, της έλλειψης ισχύος του νεοεκλεγέντος προέδρου και εξαιτίας του ιδεολογικού χάσματος μεταξύ των δύο πλευρών.

Ευτυχώς, η μεταβατική περίοδος είναι συντομότερη αυτή τη φορά: Η ορκωμοσία του Ρούζβελτ έγινε Μάρτιο, ενώ ο Μπαράκ Ομπάμα θα μετακομίσει στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου.

Τι μπορεί να πάει στραβά στους δύο αυτούς μήνες, πριν από την ορκωμοσία Ομπάμα; Η απάντηση δυστυχώς, είναι: Πολλά! Σκεφτείτε πόσο πιο ζοφερή έγινε η εικόνα της οικονομίας μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, πριν από δύο μήνες, ενώ ο ρυθμός της διολίσθησης μοιάζει να επιταχύνεται διαρκώς. Ολοι οι οικονομικοί δείκτες προκαλούν μεγάλη ανησυχία: 50% υποχώρηση του S&P500, εκτίναξη της ανεργίας, κατάρρευση των βιομηχανικών δεικτών και μεγάλη άνοδος στην τιμή των ομολόγων, που αποκαλύπτει τους φόβους των επενδυτών για πτωχεύσεις εταιρειών.

Οι υπεύθυνοι για την εκπόνηση της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής φαίνεται, όμως, ότι έφυγαν για διακοπές. Παρά τον πανικό, που επέστρεψε στις αγορές, η κυβέρνηση απέτυχε να παρουσιάσει νέο πρόγραμμα διάσωσης. Αντίθετα, ο υπουργός Οικονομίας Χένρι Πόλσον, ανακοίνωσε ότι δεν θα επιστρέψει στο Κογκρέσο για να προωθήσει το δεύτερο μέρος του πακέτου οικονομικής στήριξης ύψους 700 δισ. δολαρίων, που έχει εγκριθεί για τη διάσωση προβληματικών επιχειρήσεων. Την ίδια στιγμή, η οικονομική βοήθεια προς την αυτοκινητοβιομηχανία έχει συναντήσει σημαντικά εμπόδια.

Πόσο πρέπει να ανησυχούμε για τους δύο μήνες πολιτικής ολιγωρίας, που θα ακολουθήσουν μέχρι την ορκωμοσία Ομπάμα; Οι δύο αυτοί μήνες θα προκαλέσουν –το λιγότερο– σοβαρά προβλήματα σε εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανούς, που θα χάσουν τις δουλειές τους, τα σπίτια τους ή και τα δύο. Ακόμη χειρότερα, η ζημιά που θα προκληθεί τώρα και αφορά τον πληθωρισμό ή πιο σωστά το ενδεχόμενο αποπληθωρισμού και την αυτοκινητοβιομηχανία του Ντιτρόιτ, απειλεί να είναι μόνιμη και μη αναστρέψιμη.

Η «χαμένη δεκαετία» της Ιαπωνίας του 1990 δίδαξε στους οικονομολόγους ότι η οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει εφόσον υπάρχει προσδοκία αποπληθωρισμού. Η παρούσα τάση της αμερικανικής οικονομίας προς τον αποπληθωρισμό απειλεί με φαύλο κύκλο μηδενικής ανάπτυξης την εθνική οικονομία της χώρας. Σε ό, τι αφορά την αυτοκινητοβιομηχανία, η απουσία σχεδίου ομοσπονδιακής βοήθειας δημιουργεί σοβαρές πιθανότητες πτώχευσης για τις μεγάλες τρεις αμερικανικές βιομηχανίες του χώρου, αλλά και για το ευρύ δίκτυο προμηθευτών τους.

Ισως, όμως, η κατάρρευση των αυτοκινητοβιομηχανιών να αποτελεί θετική εξέλιξη, παρά το μεγάλο πλήγμα που κάτι τέτοιο θα κατάφερε στην εθνική οικονομία.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22/11/2008)