Η «πράσινη» ανάπτυξη δεν είναι εχθρός της απασχόλησης. Αντίθετα. Το συμπέρασμα αυτό καταγράφεται από τον πλέον ανυποψίαστο διαιτητή- τον ΔΟΕ (Διεθνή Οργανισμό Εργασίας)- και στηρίζεται στην πιο εξαντλητική καταγραφή που έχει γίνει ποτέ των «πράσινων» θέσεων εργασίας στον κόσμο.

Η «πράσινη» ανάπτυξη δεν είναι εχθρός της απασχόλησης. Αντίθετα. Το συμπέρασμα αυτό καταγράφεται από τον πλέον ανυποψίαστο διαιτητή- τον ΔΟΕ (Διεθνή Οργανισμό Εργασίας)- και στηρίζεται στην πιο εξαντλητική καταγραφή που έχει γίνει ποτέ των «πράσινων» θέσεων εργασίας στον κόσμο. Η έκθεση με τίτλο «Για μια αξιοπρεπή εργασία σε έναν βιώσιμο κόσμο με χαμηλές εκπομπές άνθρακα» ετοιμάστηκε από κοινού από το Πρόγραμμα του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και το Worldwatch Ιnstitute. Η έκθεση εκτιμά, με ορίζοντα το 2030, το δυναμικό των θέσεων εργασίας που φέρουν την- ακόμα μικρή- στροφή προς μια οικονομία με λιγότερη ρύπανση.

Αυτές οι μελλοντικές «πράσινες θέσεις εργασίας» οι οποίες «συμβάλλουν στη διατήρηση ή στην αποκατάσταση της ποιότητας του περιβάλλοντος», σύμφωνα με τον ορισμό, μετρώνται σε δεκάδες εκατομμύρια. Αν και θα υπάρξουν κερδισμένοι και χαμένοι, όπως σε κάθε μετάβαση, ο τελικός ισολογισμός θα είναι θετικός, λέει η έκθεση. «Αυτή είναι η συμβολή μας στη διεθνή διαπραγμάτευση για το κλίμα» συμπυκνώνει ο Πέτερ Πόσεν, σύμβουλος για τη βιώσιμη ανάπτυξη στον ΔΟΕ. «Η έκθεση αποδεικνύει ότι μια μεταλλαγή προς οικονομία χαμηλού άνθρακα δεν αποτελεί κίνδυνο για την απασχόληση». Με άλλα λόγια, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να χρησιμοποιούν το επιχείρημα αυτό για να εμποδίσουν τη συλλογική προσπάθεια που απαιτεί η πάλη ενάντια στην κλιματική αλλαγή και στην επιδείνωση του περιβάλλοντος. Κάπου 100 εκατ. θέσεις εργασίας σήμερα έχουν δημιουργήσει οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι δραστηριότητες της ανακύκλωσης και της επεξεργασίας αποβλήτων, οι νέοι τρόποι οικοδόμησης...

Δεν είναι πολλές σε σχέση με τα 3 δισ.

ενεργού πληθυσμού που κατοικούν στον πλανήτη, αλλά όλες αυτές οι δραστηριότητες βρίσκονται σε μεγάλη ανάπτυξη. Η αγορά των περιβαλλοντικών προϊόντων και υπηρεσιών εκτιμάται σήμερα σε 1.370

δισ. δολάρια ετησίως και αναμένεται να διπλασιαστεί ως το 2020. Στη Γερμανία ο κλάδος των τεχνολογιών περιβάλλοντος αναμένεται να τετραπλασιαστεί, φθάνοντας στο 16% της βιομηχανικής παραγωγής ως το 2030. Τότε θα απασχολεί περισσότερους εργαζομένους απ΄ όσο η βιομηχανία του αυτοκινήτου και των εργαλειομηχανών μαζί, που είναι οι δύο βιτρίνες της γερμανικής βιομηχανίας.

Ο ΔΟΕ αποδεικνύει ότι η εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων και η εφαρμογή μιας πολιτικής οικονομικής ενέργειας «στη στέγη», με σκοπό την αντιμετώπιση των κύριων πηγών εκπομπής αερίων με επιπτώσεις στο κλίμα, θα μεταφραστούν σε μια ανάπτυξη πιο πλούσια σε θέσεις απασχόλησης. Ο κλάδος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δημιουργεί ήδη σε παγκόσμιο επίπεδο περισσότερες θέσεις απ΄ όσες δημιουργούν ετησίως οι κλάδοι παραγωγής ενέργειας ορυκτής προέλευσης. «Οι ηλεκτροπαραγωγικοί σταθμοί με βάση τον άνθρακα γίνονται όλο και πιο γιγαντιαίοι και χρησιμοποιούν όλο και λιγότερα εργατικά χέρια» παρατηρεί η έκθεση. Στην Κίνα, για παράδειγμα, εκεί όπου χρειάζονταν άλλοτε 1.000 εργάτες για να παράγουν 100 μεγαβάτ, δεν χρειάζονται πλέον παρά μόνο 270 για τη δεκαπλάσια παραγωγή.

Αντίστροφα, όλες οι έρευνες που έχουν γίνει επάνω στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καταγράφουν μεγαλύτερη ένταση εργασίας, με πρωτοπόρο την παραγωγή της φωτοβολταϊκής ενέργειας. Η τεχνολογία αυτή έχει, κατά τον ΔΟΕ, επιπλέον το πλεονέκτημα να είναι προσβάσιμη και στους πιο φτωχούς πληθυσμούς χωρίς ηλεκτρισμό.

Ο ΔΟΕ, ωστόσο, δεν προσεγγίζει με αφέλεια το θέμα της «πράσινης» οικονομίας. Επικρίνει τις καταδικαστέες πρακτικές που παρατηρούνται στα βιοκαύσιμα ή στις ανακυκλώσεις, που απασχολούν εκατομμύρια ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες. Και αναγνωρίζει ότι η «πράσινη» αυτή επανάσταση προσκρούει ήδη σε δύο προβλήματα: στην έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού (για την οποία παραπονιούνται Γερμανία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Βραζιλία, Κίνα κτλ.), αλλά και στη χρηματοδότηση. Η παγκόσμια κρίση, επιπλέον, κινδυνεύει να παγώσει μια σειρά από σχετικές επενδύσεις. Εκτός αν οι κυβερνήσεις αποφασίσουν ξαφνικά να τονώσουν την οικονομία, γιατρεύοντας ταυτόχρονα και τις ασθένειες του πλανήτη.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 06/12/2008)