Ο Εφιάλτης του 1929 Επιστρέφει

Το 1929 της μεγάλης κρίσης έχει γίνει για τους οικονομολόγους, και όχι μόνο γι' αυτούς, ένα από εκείνα τα χρόνια που διαιρούν τις εποχές. Μια χρονιά αποκαλυπτική. Λίγο έλειψε να τελειώσει η μεγάλη μονομαχία μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού με νίκη του τελευταίου. Το 1929 προκάλεσε το ναζισμό και οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Του Τζόρτζιο Ρούφολο
Πεμ, 11 Δεκεμβρίου 2008 - 09:59

Το 1929 της μεγάλης κρίσης έχει γίνει για τους οικονομολόγους, και όχι μόνο γι' αυτούς, ένα από εκείνα τα χρόνια που διαιρούν τις εποχές. Μια χρονιά αποκαλυπτική. Λίγο έλειψε να τελειώσει η μεγάλη μονομαχία μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού με νίκη του τελευταίου. Το 1929 προκάλεσε το ναζισμό και οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα το φάντασμα του 1929 επιστρέφει. Απολογητές και επικριτές εγκαταλείπονται, γι' άλλη μια φορά, στον πειρασμό της προφητείας: Είμαστε μπροστά σε ένα νέο 1929;

Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα που ευνοούν όσους προφητεύουν την Αποκάλυψη.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Της κρίσης του 1929 προηγήθηκε ένα ισχυρό κύμα κερδοσκοπίας στην κτηματαγορά, στην ήσυχη Φλόριντα. Ηταν η δεκαετία του 1920, τα χρόνια του «Μεγάλου Γκάτσμπι» και της ενθουσιώδους αμερικανικής ευφορίας. Τα εδάφη της Φλόριντα δέχθηκαν ένα κύμα αγορών, που γρήγορα έγιναν ουσιαστικά κερδοσκοπικές. Η «φούσκα» διογκώθηκε αλλά όχι για οικονομικούς λόγους. Ενας μεγάλος κυκλώνας έπληξε την περιοχή το 1927, αφήνοντας άστεγους δεκαοχτώ χιλιάδες ανθρώπους.

Η ορμή της κερδοσκοπικής χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, τροφοδοτούμενη από την αυξανόμενη ευημερία και από ένα μεταδοτικό οπτιμισμό, μετατοπίστηκε στη βιομηχανική δραστηριότητα.
Ενα μεγάλο μπουμ τριπλασίασε τις τιμές των μετοχών από το 1924 ώς το 1927. Προς τα τέλη του 1928, όταν ήδη μπορούσε να γίνει αντιληπτό το μπουμπουνητό του άλλου κυκλώνα, ο πρόεδρος Κούλιτζ εκφώνησε έναν αξιομνημόνευτο λόγο: «Σε κανένα Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έτυχε ποτέ να βρεθεί μπροστά σε μια τόσο θετική κατάσταση. Στη χώρα υπάρχει ηρεμία και ικανοποίηση μαζί με το υψηλότερο ρεκόρ χρόνων ευημερίας».

Αλλά μεταξύ της 24ης Οκτωβρίου και της 29ης Οκτωβρίου του 1929, το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης κατέρρευσε. Οι τιμές των μετοχών καταβαραθρώθηκαν, εκατοντάδες τράπεζες χρεοκόπησαν, το αμερικανικό εθνικό προϊόν μειώθηκε κατά το ένα τρίτο. Το 1932 υπήρχαν στην Αμερική δεκατρία εκατομμύρια άνεργοι, ενώ ο σεισμός μετακινούνταν προς την Ευρώπη προκαλώντας τη ναζιστική αντίδραση.

Για τις αιτίες αυτής της γιγάντιας καταστροφής υπάρχει μια γιγάντια βιβλιογραφία. Ισως η πιο απλή και αποτελεσματική εξήγηση είναι εκείνη που προσφέρει το μοντέλο του Μίνσκι, το οποίο περιγράφει τη σωρευτική διαδικασία μιας επέκτασης των τραπεζικών πιστώσεων που περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της, διευρύνοντας την προσφορά χρήματος πολύ πέρα από τις διαστάσεις της πραγματικής οικονομίας. Με δύο λόγια, μια εντυπωσιακή χρηματοπιστωτική υπερδιόγκωση.

Αυτό δεν είναι -σημειώνουν οι προφήτες της Αποκάλυψης- ακριβώς εκείνο που συμβαίνει σήμερα μπροστά στα μάτια μας;

Και σήμερα η έκρηξη της φούσκας έγινε -έστω και αν ξεκίνησε από περιστασιακές αιτίες- στο πεδίο της κερδοσκοπίας γύρω από την ακίνητη περιουσία. Και σήμερα το τραπεζικό σύστημα την προκάλεσε κινώντας το μοχλό των πιστώσεων και προωθώντας σε έναν ανταγωνιστικό αγώνα δρόμου μιαν εντυπωσιακή διαδικασία υπερχρέωσης. Εξάλλου, η τωρινή κρίση εκτός από την «ποσοτική» ανευθυνότητα των τραπεζών, διακρίνεται και από μια καταστροφική «αδιαφάνεια» των πραγματικών της διαστάσεων.

Πράγματι, το νέο στοιχείο, που έγκειται στην ύπαρξη ενός μεγάλου τομέα ενδιάμεσων και ενός εκλεπτυσμένου μηχανισμού νέων χρηματοπιστωτικών εργαλείων, επέτρεψε στις τράπεζες να διασπείρουν τους κινδύνους, μεταβιβάζοντάς τους σε ενδιάμεσους που τους ενσωμάτωναν σε σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, στα οποία είναι εύκολο να αποκρύπτονται οι απώλειες. Με αυτόν τον τρόπο, στο ποσοτικό αποτέλεσμα της υπερδιόγκωσης της φούσκας προστίθεται ένα ποιοτικό, (δηλαδή τοξικό) αποτέλεσμα.

Αυτό το μολυσματικό σύστημα υπερχρέωσης είναι η αιτία της τωρινής αλυσίδας των πτωχεύσεων, που, σύμφωνα με τους προφήτες της Αποκάλυψης, απειλεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη της «μεγάλης κρίσης».

Οι απολογητές απαντούν ότι οι τωρινές συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες της δεκαετίας του '20. Πρώτα απ' όλα η δομή της οικονομίας, χάρη στην τεχνολογική ισχύ, στη διαφοροποίηση και την ευελιξία της παραγωγής και στην επεκτατική ώθηση της κατανάλωσης, είναι ασύγκριτα ανώτερη από εκείνη του 1920.

Εξάλλου, και αυτό είναι το πιο σημαντικό γεγονός, η αμερικανική κυβέρνηση -εδώ βρίσκεται η πελώρια διαφορά σε σχέση με τη δεκαετία του '30- αποφάσισε να παρέμβει μαζικά για να καλύψει τις κολοσσιαίες απώλειες και να αναχαιτίσει την κρίση. Με δύο λόγια, το κράτος αποφάσισε να σώσει την αγορά. Ρίχνοντας, όμως, ένα τόσο μεγάλο βάρος στον προϋπολογισμό διακινδυνεύει τη δική του πτώση. Διακινδυνεύει επίσης να αλλάξει το χαρακτήρα του καπιταλισμού, μετατρέποντάς τον ή σε ένα υποβοηθούμενο σύστημα, με ένα κράτος που περιορίζεται -όπως ο χρηματοπιστωτικός κόσμος ζητάει θρασύτατα- σε μια γιγάντια δράση διάσωσης χωρίς να αξιώνει τίποτα ή σε ένα κρατικά διευθυνόμενο σύστημα, που θα αξιώνει να χρησιμοποιεί αυτά τα ισχυρά μέσα για να ασκεί λειτουργίες προσανατολισμού και οικονομικής διακυβέρνησης, όπως έγινε στην Ιταλία της δεκαετίας του 1930.

Υπάρχει, έπειτα, ένας τρίτος παράγοντας που διαφοροποιεί το σήμερα από το χθες. Αυτός είναι η εμφάνιση στην οικονομική σκηνή νέων ισχυρών υποκειμένων της ιστορίας, των μεγάλων ασιατικών δυνάμεων. Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε την πόρτα για την είσοδό τους.

Αλλά και εδώ ο πολλαπλασιασμός και η εντατικοποίηση των αλληλεξαρτήσεων, που συνοδεύουν την παγκοσμιοποίηση, απαιτούν την ικανότητα διακυβέρνησής τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Δυστυχώς όμως δεν διαφαίνονται ούτε καν τα ίχνη ενός συστήματος παγκόσμιας διακυβέρνησης της οικονομίας.

(Από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 09/11/2008)