Οι λέξεις έχουν πάντα τη σημασία τους και στην Ευρωπαϊκή Eνωση η αντικατάσταση, χθες, της λέξης «τουλάχιστον» από τη λέξη «περίπου» απεδείχθη το κλειδί για την υπέρβαση του αδιεξόδου που είχε απειληθεί στην ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής, για την έγκριση από τους «27» της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Οι λέξεις έχουν πάντα τη σημασία τους και στην Ευρωπαϊκή Eνωση η αντικατάσταση, χθες, της λέξης «τουλάχιστον» από τη λέξη «περίπου» απεδείχθη το κλειδί για την υπέρβαση του αδιεξόδου που είχε απειληθεί στην ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής, για την έγκριση από τους «27» της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Το «περίπου» περιγράφει επίσης με αρκετή ακρίβεια τις αποφάσεις τους σχετικά με την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης, καθώς οι αρχικές φιλοδοξίες τελικά υπέκυψαν στην οικονομική πραγματικότητα.

Σε ό,τι αφορά τα της οικονομίας, στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι προτάσεις της Επιτροπής ήταν, όπως η ίδια το έθεσε διά του προέδρου της, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, μια «εργαλειοθήκη» ιδεών για βραχυπρόθεσμη τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και ανακούφιση των πληττομένων από την οποία κάθε κυβέρνηση θα επιλέξει αν και ποια μέτρα μπορεί και θέλει να υιοθετήσει. Ωστόσο, η Επιτροπή επεσήμανε ότι το κόστος των μέτρων αυτών δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 200 δισεκατομμύρια ευρώ ή το 1,5% του ΑΕΠ, με το 1,2%, ή τα 170 δισεκατομμύρια, να προέρχεται από τα κράτη-μέλη και το 0,3% από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Παροχές

Η πρόνοια αυτή ήταν που προκάλεσε την κρίση καθώς ορισμένες χώρες με επικεφαλής τη Γερμανία εξέφρασαν τη μεγίστη δυσφορία τους για τη διαφαινόμενη σπατάλη, ενώ άλλες διαπίστωσαν μελαγχολικά ότι αν και πολύ θα ήθελαν, απλώς δεν είναι σε θέση να βρουν τέτοια κονδύλια, ακόμα και με την υπόσχεση των Βρυξελλών ότι θα κάνουν τα «στραβά μάτια» για μικρές και πρόσκαιρες υπερβάσεις του ορίου-φετίχ του 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα του προϋπολογισμού.

Κατόπιν τούτου οι κυβερνήσεις προσήλθαν στη σύνοδο, με το Βερολίνο να κατηγορεί, διά του υπουργού Οικονομικών Πέερ Στάινμπρουκ, τους εταίρους του και ιδίως τη Βρετανία για «ασύλληπτο και καταθλιπτικό» αμόκ παροχών, καθιστώντας σαφές ότι κάτι έπρεπε να αλλάξει στην πρόταση προς το… καλβινικότερο.

Η αλλαγή ήταν η αντικατάσταση της πρόνοιας για διάθεση τουλάχιστον του 1,5% του ΑΕΠ της Ενωσης (όχι συλλογικά αλλά από την επιτροπή και κάθε κράτος-μέλος χωριστά) στη διευκρίνιση ότι οι παροχές θα πρέπει να ανέλθουν σε ποσό «ισοδύναμο προς το 1,5% περίπου του ΑΕΠ της Ε.Ε.», με την πρόσθετη διευκρίνιση ότι αυτό είναι «ποσό που αντιστοιχεί σε 200 δισ. ευρώ περίπου»…

Εχοντας αποδείξει τη μεγίστη και διαχρονική αξία της λέξης «περίπου», οι ηγέτες των «27» ενέκριναν στη συνέχεια τα υπόλοιπα στοιχεία της πρότασης, αρχής γενομένης με την πρόταση της Επιτροπής περί μείωσης του ΦΠΑ στο 15%. Πρόκειται όπως και όλες οι άλλες προτάσεις για μια αυστηρά εθελοντικού χαρακτήρα απόφαση που κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει μόνη της (αλλά σε «συντονισμό» με τις άλλες) που τα κράτη-μέλη της Ζώνης Ευρώ έχουν ήδη υποσχεθεί ότι δεν θα το πράξουν και μέχρι στιγμής ουσιαστικά μόνο η Βρετανία έχει υιοθετήσει.

Πέραν αυτού οι κυβερνήσεις επικροτούν τη μείωση των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα (στέλνοντας έτσι κι ένα δειλό μήνυμα προς τον διοικητή της Ζαν Κλοντ Τρισέ να συνεχίσει), ενώ «προτρέπουν τις τράπεζες να χρησιμοποιήσουν πλήρως» τις διευκολύνσεις που τους παρέχουν για να «διατηρήσουν και να υποστηρίξουν τα δάνεια για τη στήριξη της οικονομίας», αλλά και να «μετακυλήσουν τις μειώσεις των κεντρικών επιτοκίων στους δανειολήπτες»…

Καλούνται δε οι ίδιες να εφαρμόσουν τα όσα αποφασίσει η κάθε μία το νωρίτερο δυνατόν και εντός του «καθορισμένου χρονοδιαγράμματος», με άλλα λόγια με έναρξη εφαρμογής ήδη από το πρώτο τρίμηνο του 2009 και δη με τρόπο προσωρινό, μέχρι και το 2010 και «στοχευμένο», δηλαδή επωφελές κυρίως για τους πλέον πληττόμενους. Από δε την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναλαμβάνει να επισπεύσει τις προγραμματισμένες πληρωμές της και να εφαρμόσει με τη δέουσα ελαστικότητα το Σύμφωνο Σταθερότητας και τους κανόνες περί ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων.

Ενέργεια

Σε ό,τι αφορά τα του περιβάλλοντος, οι «27»… περίπου διατήρησαν τον στόχο μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών ρύπων κατά 20% μέχρι το 2020. «Περίπου», όμως, καθώς πολλοί ήταν εκείνοι που δήλωσαν κατηγορηματικά ότι αδυνατούν να ανταποκριθούν στο βασικό εργαλείο επίτευξης του στόχου που είναι η ένταξη ήδη από το 2013 της βαριάς βιομηχανίας στο σύστημα εμπορίας ρύπων που καθιστά τη ρύπανση οικονομικό βάρος για τις επιχειρήσεις.

Τελικά, προ των αντιδράσεων της Ιταλίας, της Πολωνίας, της Γερμανίας και άλλων, σημαντικές εξαιρέσεις δόθηκαν σε μερικούς από τους πιο ρυπογόνους τομείς της οικονομίας και της βιομηχανίας, όπως η ηλεκτροπαραγωγή με καύσιμο τον άνθρακα στην ανατολική Ευρώπη (αλλά όχι από τη ΔΕΗ) ή η βαριά βιομηχανία σε όλη την Ενωση που θα υπαχθούν στο σύστημα εμπορίας ρύπων μόνο σταδιακά, μέχρι το 2020.

Το άλλο μεγάλο θεσμικό πρόβλημα στη σύνοδο και εκείνο που αρχικά, πριν από την οικονομική κρίση επρόκειτο να αποτελέσει το κύριο θέμα της, ήταν η περίπτωση της Ιρλανδίας και της υπέρβασης του αδιεξόδου που προκάλεσε η απόρριψη σε δημοψήφισμα της Συνθήκης της Λισσαβώνας.

Οι «27» έδωσαν στον Ιρλανδό πρωθυπουργό Μπράιαν Κάουεν εκείνα που ο ίδιος είχε κρίνει ότι θα του επιτρέψουν να επανέλθει σε περίπου ένα έτος και να ζητήσει και πάλι την έγκριση της Συνθήκης εξυπηρετούμενοι ταυτόχρονα οι ίδιοι με την ακύρωση μιας παλαιότερης απόφασής τους.

Είναι ο περιορισμός των Επιτρόπων σε αριθμό μικρότερο εκείνου των κρατών-μελών με τις χώρες να χάνουν, εναλλάξ, τον επίτροπό «τους», κάτι που ο Κάουεν ζήτησε να απαλειφθεί και εξυπηρετήθηκε ευχαρίστως απ’ όλους. Αρκεί οι Ιρλανδοί να αλλάξουν πράγματι γνώμη, όπως άλλωστε μένει να αποδειχθεί ότι το σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης θα αποφέρει πράγματι ουσιαστικό περιορισμό της διάρκειας και της έντασης της ύφεσης χωρίς να διολισθήσει, με τα λόγια των Γερμανών, σε μια «ασύλληπτη και καταθλιπτική» κατασπατάληση πόρων που ελάχιστους θα ωφελήσει...

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 14/12/2008)