Η απώλεια εισοδήματος από τις συνεχιζόμενες για τρίτο έτος επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και από τα φοροεισπρακτικά μέτρα του περασμένου Σεπτεμβρίου και οι έντονες διαρθρωτικές αδυναμίες αποδυναμώνουν ακόμα περισσότερο την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να απορροφήσει τους κραδασμούς ενός εξαιρετικά αντίξοου οικονομικού περιβάλλοντος στον χώρο της ανάπτυξης, της παραγωγής, της ζήτησης, της απασχόλησης και της δημοσιονομικής διαχείρισης.

Η απώλεια εισοδήματος από τις συνεχιζόμενες για τρίτο έτος επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και από τα φοροεισπρακτικά μέτρα του περασμένου Σεπτεμβρίου και οι έντονες διαρθρωτικές αδυναμίες αποδυναμώνουν ακόμα περισσότερο την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να απορροφήσει τους κραδασμούς ενός εξαιρετικά αντίξοου οικονομικού περιβάλλοντος στον χώρο της ανάπτυξης, της παραγωγής, της ζήτησης, της απασχόλησης και της δημοσιονομικής διαχείρισης.

Το 2009 βρήκε την ελληνική οικονομία σ' ένα κρίσιμο σταυροδρόμι που σηματοδοτείται από ένα εξαιρετικά αντίξοο διεθνές περιβάλλον, από τις δυσμενείς συνέπειες της διεθνούς χρηματοπιστωτικής αναταραχής, της μεγάλης ανόδου των διεθνών τιμών του πετρελαίου, των τροφίμων και άλλων πρώτων υλών, καθώς και από έντονες εγχώριες μακροοικονομικές ανισορροπίες και μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα. Οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις συνεχίζονται για τρίτο έτος και για τον λόγο αυτό είναι αδύνατον να εκτιμηθούν το βάθος, η διάρκεια, οι εντάσεις και οι περαιτέρω συνέπειές τους το 2009.

Πέρα όμως από την έντονη αβεβαιότητα, αυτό που είναι σίγουρο για την ελληνική οικονομία επικεντρώνεται κυρίως στην εκτίμηση για επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανόδου, για συνέχιση των κραδασμών στην πραγματική οικονομία και για επιδείνωση των μακροοικονομικών προβλημάτων. Η ένταση μάλιστα θα είναι μεγαλύτερη, αν σημειωθεί και στη χώρα μας μείωση της δυνατότητας των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών να εξυπηρετήσουν τα δάνεια που έχουν πάρει.

Οι συνέπειες θα είναι αλυσιδωτές τόσο στην οικονομία όσο και στην ελληνική τραπεζική αγορά. Επίσης, αν ληφθεί υπόψη ότι η ελληνική οικονομία ταλανίζεται επί τριάντα χρόνια τώρα από διαρθρωτικές αδυναμίες, τότε μπορεί να εκτιμήσει κανείς ότι θα είναι πάρα πολύ μικρή η ικανότητά της να απορροφήσει τους κραδασμούς αυτούς στον χώρο της παραγωγής, της απασχόλησης, της δημοσιονομικής διαχείρισης και στο ήδη προβληματικό ισοζύγιο.

Ιδιαίτερα το 2009 τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν να αντιμετωπίσουν επιπρόσθετα δύο σημαντικούς δυσμενείς παράγοντες, οι οποίοι ενισχύουν ακόμη περισσότερο την απώλεια αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων. Πρόκειται, αφενός μεν, για τις εξωγενείς δυσμενείς επιπτώσεις στο εισόδημα από τη σημαντική άνοδο των τιμών του πετρελαίου, των τροφίμων και άλλων πρώτων υλών και, αφετέρου, για τη γνωστή φοροεισπρακτική δέσμη μέτρων του περασμένου Σεπτεμβρίου, η οποία θα προκαλέσει πρόσθετη αφαίμαξη των οικογενειακών προϋπολογισμών και των επιχειρήσεων κυρίως το 2009.

Ειδικότερα για τον πρώτο, τον εξωγενή παράγοντα, εκτιμάται ότι προκαλεί αναπόφευκτη μεταφορά εισοδήματος από τα νοικοκυρά και τις επιχειρήσεις των χωρών που εισάγουν βασικά τέτοια εμπορεύματα προς τις χώρες που τα εξάγουν.

Και ενώ ήταν σίγουρο ότι ούτε τα νοικοκυριά ούτε οι επιχειρήσεις θα ήταν δυνατόν να ανακτήσουν βραχυχρόνια το χαμένο τους εισόδημα, η κυβέρνηση προώθησε τα γνωστά φοροεισπρακτικά μέτρα, από τα οποία θα εξασφαλιστούν πρόσθετα έσοδα 4,1 δισ. ευρώ, που όμως, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους (γύρω στα 2,7 δισ. ευρώ), θα εισπραχθούν κατά το αρκετά δύσκολο 2009.

Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση προέβη σε πρώτη φάση σε ανακοίνωση στοχευμένων μέτρων για την ανακούφιση των πιο ευάλωτων κοινωνικά ομάδων του πληθυσμού. Η Τράπεζα της Ελλάδος όμως εκτιμά ότι «σε βάθος χρόνου είναι δυνατόν να αναπληρωθούν αυτές οι μη άμεσα ανακτήσιμες απώλειες αγοραστικής δύναμης με παρεμβάσεις πολιτικής που θα ενισχύουν τον ανταγωνισμό, αλλά και με πρωτοβουλίες των ίδιων των επιχειρήσεων που θα βελτιώσουν την παραγωγικότητα».

Είναι όμως φανερό ότι τέτοιες σημαντικές πρωτοβουλίες δεν είναι δυνατόν να αναληφθούν και να προωθηθούν όταν το περιβάλλον είναι πια εξαιρετικά αντίξοο, όπως το κρίσιμο έτος 2009, ενώ πήγε χαμένη, για τέτοιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, στις αγορές και στα δημοσιονομικά, μια μεγάλη περίοδος 13 περίπου ετών με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και με εξαιρετικά ευνοϊκό εγχώριο, ευρωπαϊκό και διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
 
(Από την εφημερίδα ΤΟ ΠΑΡΟΝ, 04/01/2009)