Ενεργειακή Ανασφάλεια

Oι περικοπές- για δεύτερη φορά εντός δύο ετών- στη ροή του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ίσως πρέπει να σηματοδοτήσουν τον επαναπροσδιορισμό της ενεργειακής στρατηγικής της Ευρώπης. Η πολιτική ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί σημαντικά πλήγματα από τη σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ πολλών κρατώνμελών και της Ρωσίας.
Του Π.Γ. Δεριζιώτη
Τετ, 21 Ιανουαρίου 2009 - 09:48

Oι περικοπές- για δεύτερη φορά εντός δύο ετών- στη ροή του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ίσως πρέπει να σηματοδοτήσουν τον επαναπροσδιορισμό της ενεργειακής στρατηγικής της Ευρώπης. Η πολιτική ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί σημαντικά πλήγματα από τη σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ πολλών κρατώνμελών και της Ρωσίας. Επιπροσθέτως, ρωσικές εταιρείες όπως η Gazprom, έχοντας συσσωρεύσει πακτωλούς χρημάτων κατά την παρατεταμένη περίοδο αύξησης των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, προχωρούν σε εξαγορές- και ουσιαστικό έλεγχο- ευρωπαϊκών εταιρειών ενέργειας στρατηγικής σημασίας. Αυτό δεν θα ήταν ανησυχητικό αν οι εταιρείες αυτές ήταν ανεξάρτητες και λειτουργούσαν εντός των πλαισίων και των κανόνων της αγοράς. Δυστυχώς, η ρωσική κυβέρνηση- η οποία δεν χαρακτηρίζεται από τα επίπεδα διαφάνειας και πλουραλισμού που έχουμε συνηθίσει στη Δύση- έχει επιλέξει την επιστροφή στη σοβιετική πρακτική του κεντρικού και άμεσου κρατικού έλεγχου των επιχειρήσεων. Ετσι οι εταιρείες αυτές λειτουργούν ως εκτελεστικά όργανα μιας κυβέρνησης η οποία αποδεδειγμένα χρησιμοποιεί τους ενεργειακούς πόρους της ως όπλο άσκησης εξωτερικής πολιτικής επιρροής και οικονομικής πίεσης.

Πολλές χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ μέχρι πρότινος επωφελούνταν από συμφωνίες που υπογράφηκαν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ για την παροχή ρωσικού φυσικού αερίου σε τιμές ως και δέκα φορές χαμηλότερες από τις τρέχουσες. Καθώς η ενεργειακή εξάρτηση των χωρών αυτών από τη Ρωσία αγγίζει ως και το 100%, η κυβέρνηση του κ. Πούτιν έχει την ισχύ να επιβάλει την επιλεκτική επαναδιαπραγμάτευση των τιμολογίων κυρίως σε χώρες, όπως η Ουκρανία, που τον τελευταίο καιρό προσπαθούν να αποτινάξουν την επιρροή της Ρωσίας και να ενταχθούν σε δυτικοευρωπαϊκούς οργανισμούς. Ανεξάρτητα από το ποια χώρα έχει το δίκιο με το μέρος της σε αυτή τη διένεξη, αποδείχθηκε ότι η Ρωσία δεν δίνει προτεραιότητα στην απρόσκοπτη τροφοδοσία της Δύσης με φυσικό αέριο και ότι είναι διατεθειμένη- προκειμένου να επιβάλει τους όρους της- να μεγεθύνει μια σχετικά απλή οικονομική διαφορά σε διεθνή πολιτική και οικονομική κρίση.

Το 2020 η εξάρτηση της ΕΕ από εισαγωγές φυσικού αερίου προβλέπεται να φτάσει το 70% (από περίπου 40% που είναι σήμερα)- η πλειονότητα των οποίων θα προέρχεται από τη Ρωσία. Αν δεν ακολουθηθεί μια πανευρωπαϊκή στρατηγική διαφοροποίησης των προμηθευτών ενέργειας προς την περιοχή της Κασπίας και περαιτέρω ανάπτυξη των υποδομών LΝG, στη σημερινή θέση της Ουκρανίας ίσως αύριο να βρίσκεται η ΕΕ.

Ο κ. Π. Γ. Δεριζιώτης είναι αναλυτής αγορών ενέργειας και αερίων του θερμοκηπίου, απόφοιτος του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Ενέργειας Ν.Α Ευρώπης.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 16/01/2009)