Αποδόμηση και Βία

Το κληροδότημα του περασμένου έτους ήταν η έκρηξη μιας βίας αχαλίνωτης που σάρωσε τη χώρα τις πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου, δημιουργώντας μια χαοτική κατάσταση, με το πολιτικό σύστημα να παρακολουθεί τα διαδραματιζόμενα ενεό, αδυνατώντας να αντιληφθεί τους λόγους ριζοσπαστικοποιήσεως χιλιάδων νέων, προερχόμενων από οικογένειες «αστικές», με ό,τι και εάν σημαίνει αυτός ο όρος στην Ελλάδα.
Tου Κώστα Ιορδανίδη
Σαβ, 7 Φεβρουαρίου 2009 - 15:22
Το κληροδότημα του περασμένου έτους ήταν η έκρηξη μιας βίας αχαλίνωτης που σάρωσε τη χώρα τις πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου, δημιουργώντας μια χαοτική κατάσταση, με το πολιτικό σύστημα να παρακολουθεί τα διαδραματιζόμενα ενεό, αδυνατώντας να αντιληφθεί τους λόγους ριζοσπαστικοποιήσεως χιλιάδων νέων, προερχόμενων από οικογένειες «αστικές», με ό,τι και εάν σημαίνει αυτός ο όρος στην Ελλάδα.

Η επίκληση οικονομικών αιτιών, η ανασφάλεια για το μέλλον δεν δίδουν απάντηση στο πρόβλημα, διότι κανείς νέος 15 ετών, «αστικής» καταβολής, δεν αντιμετωπίζει προβλήματα της μορφής αυτής. Υπήρξε ασφαλώς η ανθρωποκτονία ενός νέου 15 ετών στα Εξάρχεια από άνδρα της Αστυνομίας. Αλλά και αυτό το γεγονός δεν ήταν λογικό να οδηγήσει σε τέτοια έκρηξη, εάν δεν υπήρχε συσσωρευμένη οργή, που αναζητούσε διέξοδο.

Φαίνεται εν ολίγοις ότι το σύστημα δεν διαθέτει φορείς εντός των οποίων μπορεί να διοχετευθεί η κατανοητή από πολλές απόψεις τάση αμφισβητήσεως και ανυπακοής που εκδηλώνεται από κάθε γενιά.

Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 ήταν περίοδος επίσης αναταραχής, αλλά οι ριζοσπαστικοποιημένοι νέοι εντάσσονταν σε νεολαίες κομματικές - της ΕΔΑ, της Ενώσεως Κέντρου και της ΕΡΕ. Κάτι ανάλογο συνέβη και στη μεταπολίτευση, όταν οι νέοι της Ελλάδος ανεξαρτήτως οικογενειακών πολιτικών καταβολών, προσχώρησαν μαζικώς στις νεολαίες του ΚΚΕ, του Ρήγα Φεραίου, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ενώ μία μικρή μειοψηφία συγκρότησε αντιεξουσιαστικές, αναρχικές ομάδες βίαιων αντιδράσεων.

Οσο δυσάρεστη και εάν ήταν, στον μέσο πολίτη της χώρας, η σύνδεση της νεολαίας με τα κόμματα, ιδίως της αριστεράς, το βέβαιο ήταν ότι παρείχαν ελεγχόμενο πλαίσιο διοχετεύσεως νεανικής ορμής. Σήμερα, όμως, το σύνολο των κομμάτων έχει απαξιωθεί, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις.

Η αποδόμηση, ωστόσο, δεν αφορά μόνον τα πολιτικά κόμματα, καθώς ευρύτερες αντιλήψεις ακυρώθηκαν, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, ή θεωρήθηκε πως λειτουργούσαν ανασταλτικά στην εκσυγχρονιστική πορεία της χώρας.

Η ιδέα του κράτους έθνους, που ιδεολογικά κυριάρχησε από συστάσεως του Ελληνικού Βασιλείου, υπονομεύθηκε συστηματικά εν ονόματι του κοινού ευρωπαϊκού ή παγκοσμίου πεπρωμένου, που βασιζόταν σε έναν ιδιότυπο φιλελευθερισμό, έως ότου απαξιώθηκε και αυτός με την πρόσφατη οικονομική κρίση.

Πριν από μία δεκαετία και περισσότερο, ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος άρχισε να αποτελεί σημείο συσπειρώσεως των νέων, προς δυσαρέσκεια μεγίστη των τότε κυβερνώντων και άλλων εκκλησιαστικών παραγόντων. Αλλά η Εκκλησία της Ελλάδος δεν ήταν προετοιμασμένη να αναλάβει ρόλο τόσο ευρύ στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία και οι θιγόμενοι, αξιοποιώντας περιπτώσεις ανικανότητος και διαφθοράς κάποιων ιεραρχών και άνομες δραστηριότητες παραεκκλησιαστικών ομάδων, εξουδετέρωσαν την απροσδόκητη απειλή.

Η αποδόμηση, ωστόσο, των «πεπαλαιωμένων» αξόνων συνοχής δεν ήταν δυνατόν να οδηγήσει στη δημιουργία ελεύθερου και φιλελεύθερου πολίτη, όπως πολλοί ευελπιστούσαν. Παρήγαγε βία ατομική σε ακρότατο σημείο, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Αυτό το πρόβλημα καλείται να διαχειρισθεί το πολιτικό σύστημα της Ελλάδος, εάν διαθέτει έστω και στοιχειώδη αίσθηση αυτοσυντηρήσεως.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 04/01/2009)