Θα Γίνουμε Οικονομία - Καζίνο

Απόγευμα της περασμένης Άνοιξης, Καθηγητής της Οικονομίας, έφυγε δρομαίως από το γραφείο μου. Επέκειτο το άνοιγμα της Wall Street. Παρακολουθούσε εκεί κορυφαία μετοχή ήδη (τότε) συρρικνωμένη –εντός μηνών– στα 2/3 της αξίας της. Επένδυσε. Σήμερα έχει απολέσει το 80% της επένδυσης. Προχθές επιχειρηματίας –κορυφαίος και ευφυέστατος– έλεγε ότι η αποδεκατισμένη αξία κεφαλαιουχικών αγαθών αποτελεί ευκαιρία κτήσης τους.
Του Γ. Κ. Στεφανάκη
Τετ, 18 Φεβρουαρίου 2009 - 08:35
Απόγευμα της περασμένης Άνοιξης, Καθηγητής της Οικονομίας, έφυγε δρομαίως από το γραφείο μου. Επέκειτο το άνοιγμα της Wall Street. Παρακολουθούσε εκεί κορυφαία μετοχή ήδη (τότε) συρρικνωμένη –εντός μηνών– στα 2/3 της αξίας της. Επένδυσε. Σήμερα έχει απολέσει το 80% της επένδυσης. Προχθές επιχειρηματίας –κορυφαίος και ευφυέστατος– έλεγε ότι η αποδεκατισμένη αξία κεφαλαιουχικών αγαθών αποτελεί ευκαιρία κτήσης τους. Αντέλεξα ότι σε φάσεις γενικής υποχώρησης του επιπέδου τιμών η ασθενική ζήτηση δυνατόν να μακροημερεύσει. Άρα οι τιμές να υποχωρήσουν περαιτέρω. Θύμισα τον Nikkei που στο τέλος του 1989 άγγιξε τις 40.000 μονάδες. Σήμερα, όμως, αγωνίζεται να κρατηθεί στις 8.000. Ητοι στο 20% της προ εικοσαετίας αξίας του (!). Αμφότερα τα παραδείγματα αποτέλεσαν ερέθισμα για τις σκέψεις που ακολουθούν.

Διεθνώς διαπιστούται απλή διαχείριση του συμπτώματος. Δηλαδή μηχανιστικά αντιμετωπίζεται η ταμειακή στενότητα της αγοράς, με κεφαλαιοδοτήσεις θηριώδεις και αναποτελεσματικές. Αντιθέτως δεν αντιμετωπίζεται το αίτιο κατασπατάλησης πόρων που οδήγησε στην εντεινόμενη αυτή χρηματική στενότητα. Η υφή της κρίσης προσδιορίζεται, βασικώς, ως εξής: Ανάπτυξη –πιστωτική– προεξοφλήθηκε. Δεν πραγματοποιήθηκε όμως. Πιστώσεις (οι λεγόμενες φούσκες) έμειναν ακάλυπτες. Η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών μειώθηκε. Αντιστοίχως διαμορφώθηκε και η ψυχολογία τους. Περάσαμε –κοντολογίς– σε φαύλο κύκλο συρρίκνωσης οικονομικής δραστηριότητας που ψυχικώς τροφοδοτείται από έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα που παρήγαγε ό,τι συνέβη.

Αν δεν γίνει πεποίθηση η επί σταθερών βάσεων εφ’ εξής πορεία, η κρίση δεν θα έχει τελειώσει. Η αβεβαιότητα θα διατηρηθεί, διάστικτη μάλιστα από εξάρσεις κρίσης. Δηλαδή η όποια, τυχόν, επενδυτική ευκαιρία θα επιδιώκεται, αλλά ταυτόχρονα θα θεμελιώνει αιτία νέας κρίσης. Αυτό διότι η έλλειψη εμπιστοσύνης θα εμποδίζει την διακράτηση της επένδυσης. Άρα κύματα πωλήσεων θα διαδέχονται τις –όποιες– αγορές, προς αποκομιδή κερδών και πρόληψη της επόμενης πτώσης. Θα γίνουμε, έτσι, οικονομία - καζίνο, κατά τον επιτυχή χαρακτηρισμό του οξυδερκούς  Νικ. Αλ. Τσαβλίρη. Προς αποφυγή του απευκταίου απαιτείται τεχνοκρατική εκκαθάριση του νοσηρού παρελθόντος. Ο,τι έχει απαξιωθεί να διαγραφεί. Χρηματοδότηση του αναξίου σημαίνει σπατάλη και κοινωνικό κόστος, αφού αυτό που σπαταλιέται λείπει από τον τομέα που αναπτύσσεται. Τα κεφάλαια ουδέποτε είναι απεριόριστα.

Το αφηρημένο είναι εύληπτο. Δύσκολη είναι η πραγματοποίηση του υπό συνθήκες, μάλιστα, αντίθεσης συμφερόντων, και μεταξύ συμπραττόντων κρατών. Εξηγούμαι: Η αύξηση της κατανάλωσης οδηγεί σε αναπτυξιακή κινητοποίηση. Αυτό, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος έχει παραγωγική (βιομηχανική) βάση. Αυτή την παραγωγική λειτουργία κινητοποιεί η ζήτηση που προκαλεί η διευρυμένη κατανάλωση. Ήδη στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι: Γαλλία και Γερμανία έχουν βιομηχανική βάση – δεν έχουν μετασχηματισθεί σε οικονομίες παροχής υπηρεσιών – βελτιώνουν, άρα, τα μεγέθη τους με επιδότηση της κατανάλωσης. Ετσι τείνουν σαφώς προς μέτρα προστατευτικά ακόμη και κατά παράβαση κοινοτικών ορισμών. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Άλλη, όμως σύμμαχος χώρα, η Αγγλία, έχει πλέον επικεντρωθεί -κυριαρχικώς- στον τομέα παροχής υπηρεσιών. Δεν έχει αξιόλογη παραγωγή μάλιστα δε και βιομηχανική. Ετσι, η Αγγλία, αποστρέφεται τον προστατευτισμό και προσδοκά ελευθερία εμπορίου ώστε να προσφέρει τις υπηρεσίες της.

Οι εμπορικές σχέσεις με την Ασία και, κυρίως, την Κίνα επιδεινούνται. Αφετηριακά ουδείς εξέτασε την πολιτισμική διαφορά προς την Δύση. Σήμερα, όμως, υπό συνθήκες κρίσης επισημαίνεται: Ότι το χαμηλό κόστος εργασίας, εκεί, αποσαθρώνει την Δύση. Κινέζικα προϊόντα, συχνά, εκτοπίζουν δυτικά, εξουθενώνοντας και μονάδες παραγωγής τους. Παράλληλα  προσελκύονται προς εγκατάσταση επιχειρήσεις έντασης εργασίας. Τελικό αποτέλεσμα: Ανεργία στην Δύση ενδυναμουμένη και καταδολιευτικά από την φθηνή τιμή του νομίσματος (γουάν) που δεν ελέγχεται λόγω της αδιαφάνειας του κράτους της Κίνας.

Η αμερικανική βιομηχανία αυτοκινήτου είναι παράδειγμα: Η Αμερική προσπαθεί να την συντηρήσει. Την χρηματοδοτεί. Αλλά το προϊόν –απλής σήμερα τεχνολογίας– διαρκώς θα παράγεται στην Κίνα φθηνότερα. Και υπό συνθήκες ελευθέρων εμπορικών ανταλλαγών η αγορά θα πλημμυρίσει από κινέζικα οχήματα. Ετσι πλέον και στις ΗΠΑ η στροφή προς τον προστατευτισμό διαπιστώνεται ως ανάγκη αδήριτη. Αλλά υπάρχουν δυσκολίες. Στον καλό καιρό η Κίνα, με διαρκώς πλεονασματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, εξελίχθηκε σε κυρίαρχο πιστωτή των ΗΠΑ. Το τεράστιο πλεόνασμα τηρείται σε δολλαριακές (ομολογιακές) αξίες. Η επιθετική διοχέτευση των αξιών αυτών στην αγορά θα προκαλούσε βλάβη στην αμερικανική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.

Η ανάδυση της Ασίας και δη της Κίνας στο οικονομικό προσκήνιο σηματοδοτεί το πρόβλημα. Προβλέφθηκε: Ότι η εκεί φθηνή εργατική δύναμη θα εξισορροπούσε οιαδήποτε πληθωριστική τάση. Ταυτόχρονα ότι: Η αστικοποίηση των αντιστοίχων πληθυσμών θα δημιουργούσε στρατιές καταναλωτών. Τέλος, εκ του συνδυασμού: Ότι διαρκής θα ήταν –πλέον– η οικονομική αειφορία, παγκοσμίως. Η ζωή τσαλάκωσε το σχήμα. Βιώνουμε την πρώτη οξύτατη και κλονιστική κρίση της παγκοσμιοποίησης που γνωρίσαμε. Έρεισμα της, θεσμικό, υπήρξε η Συμφωνία του Bretton Woods (Ιούλιος 1944) που έθεσε τις βάσεις της ελευθερίας του εμπορίου, υπό την κυριαρχία ΗΠΑ και δολλαρίου.

Η ανάγκη νέας συμφωνίας είναι αμέσως προφανής εκ του γεγονότος ότι η ισχύουσα, έχει, πλέον, αποδειχθεί ανεπαρκής. Ήδη, όμως, όσο αναγκαία είναι η νέα διεθνής συμφωνία τόσο δύσκολη είναι η συνομολόγησή της. Ουδείς σήμερα είναι σε θέση να υπαγορεύει όρους. Τα συμφέροντα είναι διιστάμενα. Οι έγχρωμοι αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία της λευκής φυλής. Βρισκόμαστε ενώπιον πολιτισμικής αναμέτρησης, κατά την ορθή επισήμανση και μεταθανάτια δικαίωση του Huntington που έσβησε τον Δεκέμβριο 2008. Η εφ’ εξής συγκυρία προμηνύεται δυσχερής. Ας θυμόμασθε ότι τα πρώτα εξήντα τρία μεταπολεμικά χρόνια έχουν αποτελέσει για την Ευρώπη μας την μακρότερη περίοδο ειρήνης και ευημερίας στην ιστορία της.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 13/02/2009)